Στις 22 Νοεμβρίου 1940 τμήματα του ελληνικού στρατού εισέρχονται απελευθερωτές του βορειοηπειρωτικού διαμερίσματος της Kορυτσάς. O κόσμος ...
Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που ο ελληνικός στρατός εισερχόταν στην Κορυτσά. Κατά τον Α' Βαλκανικό πόλεμο (Δεκέμβριος 1912), ο ελληνικός στρατός εισήλθε στην πόλη, από την οποία αποχώρησε τον Μάρτιο του 1914, παραδίδοντάς την στην νεοσυσταθείσα αλβανική χωροφυλακή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σύμφωνα με άρθρο του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας (Μάιος 1914), η Κορυτσά αποτελεί τμήμα της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Βορείου Ηπείρου, εντός της αλβανικής επικράτειας.
O Π. Παλαιολόγος, απεσταλμένος του «Eλεύθερου Bήματος» στο μέτωπο απέστειλε στην εφημερίδα την παρακάτω ενθουσιώδη ανταπόκριση: «METΩΠON HΠEIPOY, 22 Νοεμβρίου (του απεσταλμένου μας).
H Ήπειρος ολόκληρος εις μίαν ψυχήν πανηγυρίζει ενθουσιωδώς την κατάληψιν της Kορυτσάς.
O Mητροπολίτης Iωαννίνων Σπυρίδων, εθναπόστολος, περιερχόμενος το μέτωπον, με ησπάσθη ψιθυρίζων: «Ωμίλησεν ο Θεός. Oύτοι εν άρμασιν, ούτοι εν ίπποις, ημείς εν ονόματι Θεού».
Οι στρατιώται αγκαλιάζουν αλλήλους. Mε ψυχήν πλημμυρισμένην από συγκίνησιν και υπερηφάνειαν, συγκεντρώνω από τραυματίας αξιωματικούς στοιχεία από τας προχθεσινάς και χθεσινάς μάχας εις το μέτωπον της Hπείρου. Xρειάζεται
νέος Όμηρος διά την περιγραφήν της σημερινής εποποιΐας. Zώμεν εις μίαν ατμόσφαιραν μέθης και παραληρήματος».
Από το ματωμένο Ημερολόγιο του Αχιλλέα Γκούμα: (…) «Τέλος, την 22αν Νοεμβρίου του 1940 διατασσόμεθα να εισέλθωμεν εις Κορυτσάν. Η ημέρα αυτή είναι η ημέρα της απελευθερώσεως της ελληνικωτάτης Κορυτσάς. Με επί κεφαλής τον πάντοτε δρώντα εν τω αγώνι ταγματάρχην μας Παλαιοδημόπουλον εξεκινήσαμεν από ύψος Μοράβα 1.800 μέτρα, περί ώραν 1ην – 2αν μεσημβρινήν με αντικειμενικόν σκοπόν την είσοδον εις την Κορυτσάν.»(…) «Εισερχόμεθα εις τα πρώτα σπίτια της Κορυτσάς. Οι ορισθέντες πολίται διά την υποδοχήν μόλις μας αντίκρυσαν ήρχισαν να μας διανέμουν δώρα. Τουτέστιν, τσιγάρα, γλυκά, φρούτα και τόσα άλλα. Μετά προχωρούμε διά το κέντρο της. Από την μία άκρη της πόλεως, έως την άλλην είχαν παραταχθή αι χιλιάδες των κατοίκων της διά να μας υποδεχθούν. Το τι συνέβη κατά την νύκτα εκείνη δεν περιγράφεται. Το ‘καλώς ήλθατε’ και το ‘ζήτω’ ηκούετο από χιλιάδες στόματα. Συγκινητικότατη υπήρξεν η υποδοχή μας. Από την μεγάλη τους χαρά πολλοί εκ των κατοίκων της έκλαιον. Απ’ όπου κι αν περνούσα άφθονα τσιγάρα μας εδίδοντο εκ των πολιτών. Εγώ δε τους έλεγα: «Έλληνες είστε; Έλληνες;» «Ναι, ναι Έλληνες», με έλεγαν.»(…)
Ο Αχιλλέας Γκούμας ήταν ένας από τις πολλές χιλιάδες Ελλήνων που προμάχησαν για το μεγαλείο και τη δόξα της Ελλάδας και τη ντροπή και τον εξευτελισμό των εισβολέων. Είχε όμως την ένδοξη μοίρα να βρει το θάνατο λίγες μέρες πριν τελειώσει ο πόλεμος. Εκεί στο Μνήμα της Γριάς, σε υψόμετρο 2.120 μ., που ήταν το πιο προχωρημένο φυλάκιο του μετώπου, τραυματίστηκε θανάσιμα από βόμβα ιταλικού αεροπλάνου, και σε λίγο υπέκυψε.
Έχω μια αδερφή,
κουκλίτσα αληθινή,
την λένε Βόρειο Ήπειρο,
την αγαπώ πολύ.
Κουκλίτσα αληθινή,
της κλέψαν την φωνή,
την πήρανε αιχμάλωτη
οι άτιμοι οι εχθροί (ή οι Αλβανοί) .
Στο βάθος μακριά,
προβάλει η Κορυτσά,
τη βλέπω και ραγίζεται η δόλια μου η καρδιά.
Και τώρα που μπορώ το όπλο να κρατώ
και ανήκω εις τον ένδοξο ελληνικό στρατό,
θα τρέξω μιαν αυγή,
χωρίς διαταγή,
για να αγκαλιάσω στοργικά την όμορφη αδερφή.
http://antiparakmi.blogspot.com/
Υπομονή δεν θα αργήσει η ώρα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή