Είναι ο πιο καταζητούμενος άνθρωπος στη Μέση Ανατολή αυτή τη στιγμή, καθώς βρίσκεται πίσω από το κύμα βίας που έχει ξεσπάσει πνίγοντας ...
Ο «χαλίφης» αρχηγός των σουνιτών τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το Λεβάντε, Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκνταντί, δεν είναι μοναχά ο άνδρας που δίνει εντολές στους μαχητές του ΙΚΙΛ να σκοτώσουν όσους άπιστους βρεθούν στο δρόμο τους, με απώτερο στόχο την κατάκτηση της Βαγδάτης, αλλά και ένας οικογενειάρχης που απολαμβάνει της στήριξης της συζύγου του.
Πίσω από τον ισχυρό άνδρα, λοιπόν, βρίσκεται μία γυναίκα ονόματι Σάγια, η οποία κατάφερε να κερδίσει την καρδιά του και από το 2002, όταν το ζευγάρι παντρεύτηκε, στηρίζει το αιματηρό του έργο.
Άλλωστε, η ίδια η Σάγια προέρχεται από οικογένεια τζιχαντιστών με τον πατέρα της, Χαμίντ, να έχει χάσει τη ζωή του κατά τη διάρκεια συγκρούσεων στη Δαμασκό, αλλά και την αδελφή της, Ντου’Αα, να έχει επιχειρήσει να πραγματοποιήσει απόπειρα αυτοκτονίας, δίχως επιτυχία καθώς ο εκρηκτικός μηχανισμός δεν πυροδοτήθηκε.
Ένας από τους αδελφούς της, μάλιστα, βρίσκεται στα υψηλά κλιμάκια του ΙΚΙΛ, ενώ λέγεται ότι είναι επικεφαλής ομάδας σε περιοχή της Συρίας, όπου συχνά σημειώνονται επεισόδια ανάμεσα στους υποστηρικτές του καθεστώτος Άσαντ και τους αντάρτες.
Σύμφωνα με πληροφορίες η Σάγια είχε συλληφθεί προ ετών από τις συριακές αρχές, ενώ επιχειρούσε να προσεγγίσει το σύζυγό της, ο οποίος βρισκόταν σε κάποια συριακή πόλη. Το 2013, όμως, απελευθερώθηκε έπειτα από ανταλλαγή που είχε συμφωνηθεί, για την απελευθέρωση 150 μοναχών που είχαν απαχθεί από ισλαμιστές αντάρτες.
Παρότι τα στοιχεία παραμένουν συγκεχυμένα για τη γνωριμία των δύο, λέγεται ότι η Σάγια παντρεύτηκε τον Ιμπραήμ, ο οποίος μετέπειτα πήρε το όνομα Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκνταντί, έπειτα από τις θρησκευτικές σπουδές του που του έδωσαν τη δυνατότητα να γίνει ιμάμης.
Όποιος τον γνώριζε έκανε λόγο για έναν «ήρεμο άνθρωπο, ευγενικό που δεν τραβούσε την προσοχή και βοηθούσε τον πλησίον του». Ο «χαλίφης» των αιμοσταγών τζιχαντιστών, όμως, είχε ακόμα μία αδυναμία πέραν της θρησκείας: το ποδόσφαιρο. Λέγεται, μάλιστα, ότι όταν έπαιζε ξεχώριζε για τις ικανότητές του, με αποτέλεσμα να έχει το προσωνύμιο «Μέσι».
Συχνά, δε, συμμετείχε σε αγώνες δίπλα στο τζαμί της Βαγδάτης όπου λειτουργούσε, εντυπωσιάζοντας με τις κινήσεις του που αρμόζουν σε άσσο των γηπέδων.
Βέβαια, το μεγάλο του πάθος παρέμενε η θρησκεία και η αυστηρή πρακτική των διδαχών του Ισλάμ. Όπως αναφέρουν άνθρωποι που είχαν την ευκαιρία να τον συναναστραφούν όσο ήταν ιμάμης, ο αλ-Μπαγκνταντί είχε επιπλήξει έντονα τους καλεσμένους ενός γάμου, οι οποίοι, γυναίκες-άνδρες, χόρευαν σε κέντρο διασκέδασης. Πλησίασε, λοιπόν, το πλήθος και απαίτησε να σταματήσουν γιατί η συμπεριφορά τους ήταν αντίθετη στη θρησκεία.
Το ίδιο αυστηρός ήταν και στο σπίτι, ακολουθώντας πιστά τον προϋπολογισμό για τα έξοδα της οικογένειας, παρά τις ανάγκες του γιου του και της συζύγου του.
Η εμμονή του για την οικονομία αργότερα μεταφέρθηκε στους κόλπους του ΙΚΙΛ, όπου φέρεται να πλήρωνε τους τζιχαντιστές με μόλις 40 δολάρια, την ώρα που ένας απλός εργάτης στη Συρία αμείβεται με 150 δολάρια μηνιαίως.
Μάλιστα, όταν κάποιοι διέδωσαν ότι κυκλοφορούσε φορώντας ένα πανάκριβο Rolex, εκείνος απάντησε πως πρόκειται για ένα ρολόι Al Fajr, αξίας 560 δολαρίων, το οποίο, όπως είχε τονίσει, αποτελεί ιδανική επιλογή για έναν μουσουλμάνο, ώστε να γνωρίζει την ακριβή ώρα για την προσευχή σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου κι αν βρίσκεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.