Για να μην ξεχνάμε μία Ελλάδα χωρισμένη και προδομένη. Αυτή είναι η ιστορία μας, Έλληνες εκμεταλλεύονται Έλληνες. Θα πρέπει να μαθαίνου...
Για να μην ξεχνάμε μία Ελλάδα χωρισμένη και προδομένη.
Αυτή είναι η ιστορία μας, Έλληνες εκμεταλλεύονται Έλληνες. Θα πρέπει να μαθαίνουμε από το παρελθόν για να είμαστε πιο σοφοί σήμερα και στο μέλλον.
Ένα εξαιρετικό ντοκουμέντο από το αρχείο της ΕΡΤ.
(Από το Ντοκυμαντέρ "ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ" (1985).
Φωτογραφίες της εποχής της εποχής:
Και μία ανάλυση από τον Ναπολέοντα Μαραβέγια (καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας, κάτοχος της Εδρας Jean Monnet στο ΓΠΑ και πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας) με τίτλο:
Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή
Η γερμανοϊταλική κατοχή ήταν εξαιρετικά καταπιεστική, αρπακτική και βίαιη, όχι μόνο λόγω του φασιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος των χωρών αυτών, αλλά και επειδή ο πόλεμος συνεχιζόταν τόσο στη Β. Αφρική όσο και κυρίως στην αχανή Ρωσία. Χρειαζόταν συνεπώς ο Αξονας οικονομικούς πόρους σε χρήμα, πρώτες ύλες και μεταφορικά μέσα, προκειμένου να συνεχίσει τις κατακτητικές του διαθέσεις σε άλλα μέτωπα. Από την άλλη πλευρά, τόσο η προπολεμική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας όσο και οι καταστροφές του εξάμηνου πολέμου δημιουργούσαν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για την επιβίωση των Ελλήνων.
Η δυσκολία ανεφοδιασμού των πόλεων σε τρόφιμα, ιδίως στην τραγική περίοδο του χειμώνα 1941-1942, δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη μεταφορικών μέσων και καυσίμων, ούτε στην κακή κατάσταση του συγκοινωνιακού δικτύου, ούτε μόνο στην ανεπάρκεια της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, δεδομένου βεβαίως του αποκλεισμού από τους Συμμάχους. Ενα μεγάλο μέρος των δυσκολιών στον ανεφοδιασμό των πόλεων και κυρίως της Αθήνας με τρόφιμα οφείλεται στους μηχανισμούς που πολύ γρήγορα αναπτύχθηκαν στην κατοχική περίοδο.
Ο τρόπος των συναλλαγών
Αρκετά σημαντικό ρόλο στην ανεπάρκεια των τροφίμων φαίνεται ότι έπαιξε η γενικευμένη και δικαιολογημένη άρνηση των αγροτών να παραδώσουν υποχρεωτικά τα βασικά αγροτικά προϊόντα τους στους οργανισμούς συγκέντρωσης. Βεβαίως η συγκέντρωση των σιτηρών από την ΚΕΠΕΣ (Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Εγχωρίου Σιτοπαραγωγής) γινόταν και προπολεμικά σε εθελοντική βάση και διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των τιμών και συνεπώς στη βελτίωση του αγροτικού εισοδήματος.
Μπροστά στην αποτυχία του συστήματος της υποχρεωτικής συγκέντρωσης σιτηρών από τις κατοχικές αρχές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα διατροφής των κατοίκων των πόλεων τον Ιούλιο του 1941, προτάθηκε η ανταλλαγή (πληρωμή των αγροτών) να γίνεται όχι μόνο σε χρήμα αλλά και σε είδη του ελληνικού μονοπωλίου (σαπούνι, λάδι, αλάτι και σπίρτα). Ούτε και αυτή η προσπάθεια πέτυχε, καθώς όσο περνούσε ο καιρός οργανωνόταν η «μαύρη αγορά», όπου σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής «μια οκά φασόλια» επισήμως τιμάται 35 δρχ. αντί 300 δρχ. στη «μαύρη αγορά» και το «ελαιόλαδον... 40-50 δρχ. αντί 400 την οκάν» («Πρωία», 10.9.1941). Βεβαίως οι συναλλαγές της μαύρης αγοράς σε χρήμα αφορούσαν μεγάλες ποσότητες και έτσι ήταν δυνατόν το χρήμα αυτό να μετατραπεί άμεσα σε χρυσό, ενώ στις καθημερινές μικρές ανταλλαγές το σιτάρι αποτελούσε το σταθερό μέτρο συναλλαγών και το χρήμα είχε συμβολική σημασία στον αγροτικό χώρο λόγω του ανεξέλεγκτου, όπως θα δούμε, πληθωρισμού.
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα αστικά κέντρα, και ιδιαίτερα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια του πολέμου αλλά και μετά την κατάρρευση του μετώπου και την εχθρική εισβολή τον Απρίλιο - Μάιο του 1941 αποτέλεσαν καταφύγια για μεγάλες μάζες αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος μέσα σε συνθήκες πανικού και εξαθλίωσης προσπαθούσε να αποφύγει τους βομβαρδισμούς και την άγρια εισβολή ιδίως των Βουλγάρων στη Μακεδονία.
Αυτή είναι η ιστορία μας, Έλληνες εκμεταλλεύονται Έλληνες. Θα πρέπει να μαθαίνουμε από το παρελθόν για να είμαστε πιο σοφοί σήμερα και στο μέλλον.
Ένα εξαιρετικό ντοκουμέντο από το αρχείο της ΕΡΤ.
(Από το Ντοκυμαντέρ "ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ" (1985).
Φωτογραφίες της εποχής της εποχής:
Και μία ανάλυση από τον Ναπολέοντα Μαραβέγια (καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας, κάτοχος της Εδρας Jean Monnet στο ΓΠΑ και πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας) με τίτλο:
Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή
Η γερμανοϊταλική κατοχή ήταν εξαιρετικά καταπιεστική, αρπακτική και βίαιη, όχι μόνο λόγω του φασιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος των χωρών αυτών, αλλά και επειδή ο πόλεμος συνεχιζόταν τόσο στη Β. Αφρική όσο και κυρίως στην αχανή Ρωσία. Χρειαζόταν συνεπώς ο Αξονας οικονομικούς πόρους σε χρήμα, πρώτες ύλες και μεταφορικά μέσα, προκειμένου να συνεχίσει τις κατακτητικές του διαθέσεις σε άλλα μέτωπα. Από την άλλη πλευρά, τόσο η προπολεμική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας όσο και οι καταστροφές του εξάμηνου πολέμου δημιουργούσαν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για την επιβίωση των Ελλήνων.
Η δυσκολία ανεφοδιασμού των πόλεων σε τρόφιμα, ιδίως στην τραγική περίοδο του χειμώνα 1941-1942, δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη μεταφορικών μέσων και καυσίμων, ούτε στην κακή κατάσταση του συγκοινωνιακού δικτύου, ούτε μόνο στην ανεπάρκεια της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, δεδομένου βεβαίως του αποκλεισμού από τους Συμμάχους. Ενα μεγάλο μέρος των δυσκολιών στον ανεφοδιασμό των πόλεων και κυρίως της Αθήνας με τρόφιμα οφείλεται στους μηχανισμούς που πολύ γρήγορα αναπτύχθηκαν στην κατοχική περίοδο.
Ο τρόπος των συναλλαγών
Αρκετά σημαντικό ρόλο στην ανεπάρκεια των τροφίμων φαίνεται ότι έπαιξε η γενικευμένη και δικαιολογημένη άρνηση των αγροτών να παραδώσουν υποχρεωτικά τα βασικά αγροτικά προϊόντα τους στους οργανισμούς συγκέντρωσης. Βεβαίως η συγκέντρωση των σιτηρών από την ΚΕΠΕΣ (Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Εγχωρίου Σιτοπαραγωγής) γινόταν και προπολεμικά σε εθελοντική βάση και διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των τιμών και συνεπώς στη βελτίωση του αγροτικού εισοδήματος.
Μπροστά στην αποτυχία του συστήματος της υποχρεωτικής συγκέντρωσης σιτηρών από τις κατοχικές αρχές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα διατροφής των κατοίκων των πόλεων τον Ιούλιο του 1941, προτάθηκε η ανταλλαγή (πληρωμή των αγροτών) να γίνεται όχι μόνο σε χρήμα αλλά και σε είδη του ελληνικού μονοπωλίου (σαπούνι, λάδι, αλάτι και σπίρτα). Ούτε και αυτή η προσπάθεια πέτυχε, καθώς όσο περνούσε ο καιρός οργανωνόταν η «μαύρη αγορά», όπου σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής «μια οκά φασόλια» επισήμως τιμάται 35 δρχ. αντί 300 δρχ. στη «μαύρη αγορά» και το «ελαιόλαδον... 40-50 δρχ. αντί 400 την οκάν» («Πρωία», 10.9.1941). Βεβαίως οι συναλλαγές της μαύρης αγοράς σε χρήμα αφορούσαν μεγάλες ποσότητες και έτσι ήταν δυνατόν το χρήμα αυτό να μετατραπεί άμεσα σε χρυσό, ενώ στις καθημερινές μικρές ανταλλαγές το σιτάρι αποτελούσε το σταθερό μέτρο συναλλαγών και το χρήμα είχε συμβολική σημασία στον αγροτικό χώρο λόγω του ανεξέλεγκτου, όπως θα δούμε, πληθωρισμού.
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα αστικά κέντρα, και ιδιαίτερα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια του πολέμου αλλά και μετά την κατάρρευση του μετώπου και την εχθρική εισβολή τον Απρίλιο - Μάιο του 1941 αποτέλεσαν καταφύγια για μεγάλες μάζες αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος μέσα σε συνθήκες πανικού και εξαθλίωσης προσπαθούσε να αποφύγει τους βομβαρδισμούς και την άγρια εισβολή ιδίως των Βουλγάρων στη Μακεδονία.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.