Τον γρίφο της ταυτότητας του νεκρού, μετά και τον σκελετό που βρέθηκε την Τετάρτη στον τρίτο θάλαμο του ταφικού μνημείου της Αμφίπολης ,...
Τον γρίφο της ταυτότητας του νεκρού, μετά και τον σκελετό που βρέθηκε την Τετάρτη στον τρίτο θάλαμο του ταφικού μνημείου της Αμφίπολης, προσπαθούν τώρα να λύσουν οι αρχαιολόγοι που συμμετέχουν στις ανασκαφές του λόφου Καστά.
Το αρχικό ερώτημα που τίθεται είναι με ποιον τρόπο τελικά οι επιστήμονες θα διαχειριστούν το ανθρωπολογικό υλικό που εντοπίστηκε και τι συμπεράσματα μπορούν να συναχθούν από τη μελέτη που θα πραγματοποιήσουν.
Παράλληλα, τα νέα ευρήματα που δόθηκαν στη δημοσιότητα, σύμφωνα με αρχαιολόγους, ιστορικούς και ερευνητές που μίλησαν στο zougla.gr, καταρρίπτουν πολλές θεωρίες που ακούστηκαν στο παρελθόν σχετικά με την ταυτότητα του νεκρού.
Σκελετός κάποιου θνητού της εποχής, στον οποίον αποδόθηκαν λατρευτικές τιμές
Είναι γεγονός, πάντως, ότι τα στοιχεία που παρουσιάζει η ανασκαφική ομάδα του λόφου Καστά αφήνουν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για την ταυτότητα του νεκρού, που ετάφη στο μνημείο για το οποίο χρησιμοποιήθηκε η μεγαλύτερη ποσότητα μαρμάρου στη Μακεδονία. Η αγωνία μεγαλώνει περισσότερο μετά και τις δηλώσεις της επικεφαλής των ανασκαφών Κατερίνας Περιστέρη, καθώς η ίδια θεωρεί ότι ο τάφος ανήκει σε επιφανή Μακεδόνα στρατιωτικό, πιθανότατα στρατηγό, τηρώντας αποστάσεις όμως από την άποψη ότι πρόκειται για τον Μέγα Αλέξανδρο.
«Η ανασκαφή στον τάφο Καστά ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο επιστημονικό τρόπο, έχουμε έναν καταπληκτικό τάφο» δήλωσε την Τετάρτη η κυρία Περιστέρη, η οποία καλλιέργησε πολλές προσδοκίες για όσα ακόμα κρύβει κάτω από το χώμα ο τύμβος Καστά. «Η ανασκαφή δεν έχει σταματήσει, θα συνεχίσουμε, γιατί ακόμη ο περίβολος μας διαφυλάσσει πολλά μυστικά» είπε χαρακτηριστικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι τη γεωφυσική διασκόπηση αναλαμβάνει το Εργαστήριο Γεωφυσικών Εφαρμογών του ΑΠΘ υπό τον καθηγητή κ. Γρηγόρη Τσόγκα.
Eπίσης, πολλά ερωτήματα στην επιστημονική κοινότητα δημιουργεί και η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού στην οποία γίνεται λόγος για σκελετό κάποιου θνητού της εποχής, στον οποίον αποδόθηκαν λατρευτικές τιμές.
Πώς θα γίνει η ανθρωπολογική μελέτη
Η αρχαιολόγος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας, με ειδίκευση στη βιοαρχαιολογία, δρ Αναστασία Παπαθανασίου, ανέφερε ότι «η φυσική (ή βιολογική) ανθρωπολογία είναι κλάδος της ανθρωπολογίας με αντικείμενο τη μελέτη των φυσικών (ή βιολογικών) οστεολογικών καταλοίπων του ανθρώπου. Υποδιαίρεσή της είναι η βιοαρχαιολογία, που αντικείμενό της έχει τη διεπιστημονική μελέτη των ανθρωπολογικών καταλοίπων του σύγχρονου ανθρώπου (homo sapiens) μέσα στο πολιτιστικό αρχαιολογικό τους πλαίσιο. Οι βιοαρχαιολόγοι έχουν σίγουρα πολλά να δώσουν σε ανασκαφές με ανθρωπολογικά ευρήματα όπως αυτά της Αμφίπολης».
Πρώτο βήμα: Η μελέτη των οστών
«Η μελέτη των ανθρωπίνων οστών παρέχει μια σειρά από πληροφορίες που αφορούν τόσο στην αιτία θανάτου όσο και στον τρόπο ζωής ενός συγκεκριμένου ανθρώπου αλλά και ενός ολόκληρου πληθυσμού» σημειώνει η κα Παπαθανασίου. «Μεταξύ αυτών είναι το φύλο, η ηλικία, κάποια ιδιαίτερα μορφολογικά στοιχεία, το ύψος, πιθανές ασθένειες και τραύματα, το βιοτικό επίπεδο, διατροφικές συνήθειες, μετακινήσεις από μια περιοχή σε άλλη. Για να εκτιμηθούν όμως τα στοιχεία αυτά, θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν μια σειρά από μακροσκοπικές, μικροσκοπικές και χημικές αναλύσεις. Αλλά πριν από όλα θα πρέπει να γίνει σωστή αποτύπωση» αναφέρει.
«Πριν ανασκαφούν τα οστά, είναι σημαντικό να αποτυπώνεται η θέση τους μέσα στον τάφο. Με αυτόν τον τρόπο καταλαβαίνουμε αν έχουν διαταραχθεί ή αν είναι στην ανατομική τους θέση, αν πρόκειται για ανακομιδή ή πρωτογενή ταφή. Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε τη θέση που έχουν τα οστά και σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρήματα. Είναι διαφορετικό να βρίσκεις ένα αγγείο σε κάποιο σημείο μέσα στον τάφο, άλλο πάνω στον νεκρό κι άλλο στο προσκεφάλι του. Είναι πολλές οι πληροφορίες από την πρώτη αποτύπωση. Είναι, επίσης, πολύ σημαντικό σε μια ανασκαφή που μπορεί να βρεθούν οστά, όπως σε τάφους, να υπάρχει εξαρχής ένας ειδικός σε ανθρώπινα οστά» προσθέτει η βιοαρχαιολόγος.
Δεύτερο βήμα: Η μακροσκοπική μελέτη
Μετά τον καθαρισμό των οστών, το δεύτερο βήμα είναι η μακροσκοπική μελέτη. «Δηλαδή, να διαπιστωθεί το φύλο, η ηλικία, το ανάστημα κι αν υπάρχουν παθολογικές αλλοιώσεις. Πιθανόν να μπορείς να δεις την αιτία θανάτου, τα στρες που ίσως πέρασε κατά τη διάρκεια της ζωής του, κάποια μορφολογικά χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα στοιχεία που έχει το άτομο, το ύψος του, οτιδήποτε μπορείς να παρατηρήσεις από τα οστά και δόντια» τονίζει και συμπληρώνει ότι μια μικροσκοπική και ακτινογραφική μελέτη μπορεί να δώσει επιπλέον στοιχεία για κακώσεις, κατάγματα, όγκους, μικροτριβές στα δόντια, την πυκνότητα της οστικής μάζας κ.λπ.
Τρίτο βήμα: Οι χημικές αναλύσεις
Το τρίτο στάδιο είναι οι χημικές αναλύσεις, με τη ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα 14 να έρχεται πρώτη, καθώς μπορεί να προσδιορίσει χρονολογήσεις ευρημάτων με πολύ μικρό εύρος λάθους. «Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει, ειδικά όταν υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με τη χρονολόγηση ενός ευρήματος και εφόσον ξέρουμε ότι τα οστά είναι αδιατάρακτα, δηλαδή δεν έχουν μεταφερθεί από αλλού. Το επόμενο βήμα είναι οι αναλύσεις με σταθερά ισότοπα, όπως άνθρακα, αζώτου, θείου και στροντίου, που δίνουν πολύτιμα στοιχεία για τη διατροφή και την κινητικότητα των ανθρώπων του παρελθόντος» σημειώνει η κα Παπαθανασίου.
«Τα ισότοπα, γενικά, βασίζονται στην αρχή ότι παίρνεις από το περιβάλλον σου τα στοιχεία που σου δίνει. Για παράδειγμα, τα δόντια δημιουργούνται μόνο στην παιδική ηλικία, τα οστά όμως ανανεώνονται συνεχώς, συνεπώς, αν υπάρχουν διαφορές στα δόντια από τα οστά, σημαίνει ότι κάτι άλλαξε κατά τη διάρκεια της ζωής, κάποια διαφορετική διατροφή ή μετακίνηση» προσθέτει.
Όσο για τη δυνατότητα προσδιορισμού του DNA, η βιοαρχαιολόγος επισημαίνει πως αυτό «μπορεί να προσδιορίσει συγγενικές σχέσεις ή συγκεκριμένες γενετικές ασθένειες. Άλλο όμως το σύγχρονο DNA, που είναι εύκολο να το απομονώσεις, κι άλλο το αρχαίο και κυρίως το πυρηνικό, στο οποίο υπάρχει μεγάλη επιμόλυνση».
«Επίσης, μπορεί να μη σώζεται αρκετή ποσότητα κολλαγόνου, ώστε να είναι δυνατό να γίνει χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα ή να εξαχθούν ασφαλή σταθερά ισότοπα. Στην περίπτωση βέβαια των ιστορικών χρόνων μπορεί να βρεθούν όλα αυτά, εκτός αν οι συνθήκες του χώματος είναι πολύ κακές ή τα οστά είναι καμένα, όπου εκεί τα πράγματα δυσκολεύουν. Γενικά, η διατήρηση παίζει πολύ μεγάλο ρόλο» εξηγεί, υπογραμμίζοντας ότι «κάθε υλικό και θέση διαφοροποιείται στις συνθήκες διατήρησης και είναι καθαρά στην κρίση του κάθε ανασκαφέα η μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί. Τέλος, όσον αφορά στον χρόνο που χρειάζεται για την εξαγωγή συμπερασμάτων, αυτό εξαρτάται από το εργαστήριο και τον φόρτο εργασίας που μπορεί να έχει και μπορεί να κυμαίνεται από μερικές βδομάδες έως μερικούς μήνες».
Το αρχικό ερώτημα που τίθεται είναι με ποιον τρόπο τελικά οι επιστήμονες θα διαχειριστούν το ανθρωπολογικό υλικό που εντοπίστηκε και τι συμπεράσματα μπορούν να συναχθούν από τη μελέτη που θα πραγματοποιήσουν.
Παράλληλα, τα νέα ευρήματα που δόθηκαν στη δημοσιότητα, σύμφωνα με αρχαιολόγους, ιστορικούς και ερευνητές που μίλησαν στο zougla.gr, καταρρίπτουν πολλές θεωρίες που ακούστηκαν στο παρελθόν σχετικά με την ταυτότητα του νεκρού.
Σκελετός κάποιου θνητού της εποχής, στον οποίον αποδόθηκαν λατρευτικές τιμές
Είναι γεγονός, πάντως, ότι τα στοιχεία που παρουσιάζει η ανασκαφική ομάδα του λόφου Καστά αφήνουν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για την ταυτότητα του νεκρού, που ετάφη στο μνημείο για το οποίο χρησιμοποιήθηκε η μεγαλύτερη ποσότητα μαρμάρου στη Μακεδονία. Η αγωνία μεγαλώνει περισσότερο μετά και τις δηλώσεις της επικεφαλής των ανασκαφών Κατερίνας Περιστέρη, καθώς η ίδια θεωρεί ότι ο τάφος ανήκει σε επιφανή Μακεδόνα στρατιωτικό, πιθανότατα στρατηγό, τηρώντας αποστάσεις όμως από την άποψη ότι πρόκειται για τον Μέγα Αλέξανδρο.
«Η ανασκαφή στον τάφο Καστά ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο επιστημονικό τρόπο, έχουμε έναν καταπληκτικό τάφο» δήλωσε την Τετάρτη η κυρία Περιστέρη, η οποία καλλιέργησε πολλές προσδοκίες για όσα ακόμα κρύβει κάτω από το χώμα ο τύμβος Καστά. «Η ανασκαφή δεν έχει σταματήσει, θα συνεχίσουμε, γιατί ακόμη ο περίβολος μας διαφυλάσσει πολλά μυστικά» είπε χαρακτηριστικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι τη γεωφυσική διασκόπηση αναλαμβάνει το Εργαστήριο Γεωφυσικών Εφαρμογών του ΑΠΘ υπό τον καθηγητή κ. Γρηγόρη Τσόγκα.
Eπίσης, πολλά ερωτήματα στην επιστημονική κοινότητα δημιουργεί και η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού στην οποία γίνεται λόγος για σκελετό κάποιου θνητού της εποχής, στον οποίον αποδόθηκαν λατρευτικές τιμές.
Πώς θα γίνει η ανθρωπολογική μελέτη
Η αρχαιολόγος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας, με ειδίκευση στη βιοαρχαιολογία, δρ Αναστασία Παπαθανασίου, ανέφερε ότι «η φυσική (ή βιολογική) ανθρωπολογία είναι κλάδος της ανθρωπολογίας με αντικείμενο τη μελέτη των φυσικών (ή βιολογικών) οστεολογικών καταλοίπων του ανθρώπου. Υποδιαίρεσή της είναι η βιοαρχαιολογία, που αντικείμενό της έχει τη διεπιστημονική μελέτη των ανθρωπολογικών καταλοίπων του σύγχρονου ανθρώπου (homo sapiens) μέσα στο πολιτιστικό αρχαιολογικό τους πλαίσιο. Οι βιοαρχαιολόγοι έχουν σίγουρα πολλά να δώσουν σε ανασκαφές με ανθρωπολογικά ευρήματα όπως αυτά της Αμφίπολης».
Πρώτο βήμα: Η μελέτη των οστών
«Η μελέτη των ανθρωπίνων οστών παρέχει μια σειρά από πληροφορίες που αφορούν τόσο στην αιτία θανάτου όσο και στον τρόπο ζωής ενός συγκεκριμένου ανθρώπου αλλά και ενός ολόκληρου πληθυσμού» σημειώνει η κα Παπαθανασίου. «Μεταξύ αυτών είναι το φύλο, η ηλικία, κάποια ιδιαίτερα μορφολογικά στοιχεία, το ύψος, πιθανές ασθένειες και τραύματα, το βιοτικό επίπεδο, διατροφικές συνήθειες, μετακινήσεις από μια περιοχή σε άλλη. Για να εκτιμηθούν όμως τα στοιχεία αυτά, θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψιν μια σειρά από μακροσκοπικές, μικροσκοπικές και χημικές αναλύσεις. Αλλά πριν από όλα θα πρέπει να γίνει σωστή αποτύπωση» αναφέρει.
«Πριν ανασκαφούν τα οστά, είναι σημαντικό να αποτυπώνεται η θέση τους μέσα στον τάφο. Με αυτόν τον τρόπο καταλαβαίνουμε αν έχουν διαταραχθεί ή αν είναι στην ανατομική τους θέση, αν πρόκειται για ανακομιδή ή πρωτογενή ταφή. Επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουμε τη θέση που έχουν τα οστά και σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρήματα. Είναι διαφορετικό να βρίσκεις ένα αγγείο σε κάποιο σημείο μέσα στον τάφο, άλλο πάνω στον νεκρό κι άλλο στο προσκεφάλι του. Είναι πολλές οι πληροφορίες από την πρώτη αποτύπωση. Είναι, επίσης, πολύ σημαντικό σε μια ανασκαφή που μπορεί να βρεθούν οστά, όπως σε τάφους, να υπάρχει εξαρχής ένας ειδικός σε ανθρώπινα οστά» προσθέτει η βιοαρχαιολόγος.
Δεύτερο βήμα: Η μακροσκοπική μελέτη
Μετά τον καθαρισμό των οστών, το δεύτερο βήμα είναι η μακροσκοπική μελέτη. «Δηλαδή, να διαπιστωθεί το φύλο, η ηλικία, το ανάστημα κι αν υπάρχουν παθολογικές αλλοιώσεις. Πιθανόν να μπορείς να δεις την αιτία θανάτου, τα στρες που ίσως πέρασε κατά τη διάρκεια της ζωής του, κάποια μορφολογικά χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα στοιχεία που έχει το άτομο, το ύψος του, οτιδήποτε μπορείς να παρατηρήσεις από τα οστά και δόντια» τονίζει και συμπληρώνει ότι μια μικροσκοπική και ακτινογραφική μελέτη μπορεί να δώσει επιπλέον στοιχεία για κακώσεις, κατάγματα, όγκους, μικροτριβές στα δόντια, την πυκνότητα της οστικής μάζας κ.λπ.
Τρίτο βήμα: Οι χημικές αναλύσεις
Το τρίτο στάδιο είναι οι χημικές αναλύσεις, με τη ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα 14 να έρχεται πρώτη, καθώς μπορεί να προσδιορίσει χρονολογήσεις ευρημάτων με πολύ μικρό εύρος λάθους. «Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει, ειδικά όταν υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με τη χρονολόγηση ενός ευρήματος και εφόσον ξέρουμε ότι τα οστά είναι αδιατάρακτα, δηλαδή δεν έχουν μεταφερθεί από αλλού. Το επόμενο βήμα είναι οι αναλύσεις με σταθερά ισότοπα, όπως άνθρακα, αζώτου, θείου και στροντίου, που δίνουν πολύτιμα στοιχεία για τη διατροφή και την κινητικότητα των ανθρώπων του παρελθόντος» σημειώνει η κα Παπαθανασίου.
«Τα ισότοπα, γενικά, βασίζονται στην αρχή ότι παίρνεις από το περιβάλλον σου τα στοιχεία που σου δίνει. Για παράδειγμα, τα δόντια δημιουργούνται μόνο στην παιδική ηλικία, τα οστά όμως ανανεώνονται συνεχώς, συνεπώς, αν υπάρχουν διαφορές στα δόντια από τα οστά, σημαίνει ότι κάτι άλλαξε κατά τη διάρκεια της ζωής, κάποια διαφορετική διατροφή ή μετακίνηση» προσθέτει.
Όσο για τη δυνατότητα προσδιορισμού του DNA, η βιοαρχαιολόγος επισημαίνει πως αυτό «μπορεί να προσδιορίσει συγγενικές σχέσεις ή συγκεκριμένες γενετικές ασθένειες. Άλλο όμως το σύγχρονο DNA, που είναι εύκολο να το απομονώσεις, κι άλλο το αρχαίο και κυρίως το πυρηνικό, στο οποίο υπάρχει μεγάλη επιμόλυνση».
«Επίσης, μπορεί να μη σώζεται αρκετή ποσότητα κολλαγόνου, ώστε να είναι δυνατό να γίνει χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα ή να εξαχθούν ασφαλή σταθερά ισότοπα. Στην περίπτωση βέβαια των ιστορικών χρόνων μπορεί να βρεθούν όλα αυτά, εκτός αν οι συνθήκες του χώματος είναι πολύ κακές ή τα οστά είναι καμένα, όπου εκεί τα πράγματα δυσκολεύουν. Γενικά, η διατήρηση παίζει πολύ μεγάλο ρόλο» εξηγεί, υπογραμμίζοντας ότι «κάθε υλικό και θέση διαφοροποιείται στις συνθήκες διατήρησης και είναι καθαρά στην κρίση του κάθε ανασκαφέα η μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί. Τέλος, όσον αφορά στον χρόνο που χρειάζεται για την εξαγωγή συμπερασμάτων, αυτό εξαρτάται από το εργαστήριο και τον φόρτο εργασίας που μπορεί να έχει και μπορεί να κυμαίνεται από μερικές βδομάδες έως μερικούς μήνες».
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.