Του James Petras* Η ελληνική κυβέρνηση δίνει μια μάχη ζωής και θανάτου ενάντια στην ελίτ που διευθύνει τις τράπεζες και τα κέντρα λήψης...
Του James Petras*
Η ελληνική κυβέρνηση δίνει μια μάχη ζωής και θανάτου ενάντια στην ελίτ που διευθύνει τις τράπεζες και τα κέντρα λήψης αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το διακύβευμα είναι από τη μια οι ζωές των 11 εκατομμυρίων Ελλήνων εργαζόμενων και μικροεπιχειρηματιών και από την άλλη η βιωσιμότητα της Ε.Ε.
Εάν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υποχωρήσει στις απαιτήσεις των τραπεζιτών της Ε.Ε. και δεχτεί να συνεχιστεί το πρόγραμμα λιτότητας, η Ελλάδα θα είναι καταδικασμένη σε δεκαετίες ύφεσης, φτώχειας και αποικιακού ζυγού.
Εάν η Ελλάδα αποφασίσει να αντισταθεί και υποχρεωθεί να εγκαταλείψει την E.E. αυτό θα σημαίνει αποποίηση των 270 δισ. ευρώ του χρέους της, πράγμα που μπορεί να επιφέρει την κατάρρευση των διεθνών αγορών και της Ε.Ε.
Η ηγεσία της E.E. βασίζεται στο ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα εγκαταλείψει τις δεσμεύσεις της απέναντι στους Έλληνες ψηφοφόρους, οι οποίοι είναι συντριπτικά (πάνω από 70%) υπέρ του τέλους της λιτότητας, της παύσης πληρωμών τοκοχρεολυσίων και ενός προγράμματος δημοσίων επενδύσεων για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας (Financial Times [FT] 7-8/2/15, σ. 3). Το δίλημμα είναι σκληρό και οι επιπτώσεις έχουν παγκόσμια και ιστορική σημασία. Το ζήτημα ξεπερνά την τοπική, προσωρινή, πολιτική συγκυρία και αφορά το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα (FT 2/10/15, σ. 2).
Ένα τέτοιο πιστωτικό γεγονός θα επηρεάσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα πολύ πέρα από την Ευρώπη και θα κλονίσει την επενδυτική εμπιστοσύνη στο οικονομικό σύστημα της Δύσης. Πρώτα και κύρια όλες οι δυτικές τράπεζες έχουν άμεσους και έμμεσους δεσμούς με τις ελληνικές τράπεζες (FT 6/2/15, σ. 3). Μια κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών θα επηρεάσει βαθιά όλο το σύστημα σε βαθμό που καμιά κυβέρνηση δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει. Η μόνη λύση θα είναι μαζικές κρατικές παρεμβάσεις. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να κρατικοποιήσει όλο το τραπεζικό σύστημα και το φαινόμενο αυτό σαν ντόμινο θα συμπαρασύρει πρώτα τη Νότια Ευρώπη και μετά θα συνεχιστεί στον ευρωπαϊκό βορρά και στη συνέχεια στην Αγγλία και τη Βόρεια Αμερική (FT 2/9/15, σ. 2).
Για να γίνει κατανοητή η προέλευση της κρίσης και οι εναλλακτικές που αντιμετωπίζουν η Ελλάδα και η Ε.Ε. είναι απαραίτητο να εξετάσουμε σύντομα τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις κατά τα τελευταία 30 χρόνια. Αρχικά θα εξετάσουμε τις σχέσεις Ελλάδας και Ε.Ε. από το 1980 έως το 2000 και μετά θα δούμε την πρόσφατη κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και την παρέμβαση της Ε.Ε. Στο τελευταίο μέρος θα ασχοληθούμε με την εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και την αυξανόμενη υποταγή του στην κυριαρχία της Ε.Ε. και την αδιαλλαξία της, τονίζοντας την ανάγκη για μια ριζική αποδέσμευση από μια σχέση «επικυρίαρχου-υποτελούς».
Η άνοδος της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας
Το 1980 η Ελλάδα έγινε δεκτή στην ΕΟΚ ως προτεκτοράτο της αναδυόμενης γαλλο-γερμανικής αυτοκρατορίας. Η εκλογική νίκη του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ με απόλυτη πλειοψηφία, δημιούργησε ελπίδες για ριζοσπαστικές αλλαγές στην εθνική και διεθνή πολιτική της χώρας (1).
Κατά την προεκλογική εκστρατεία ο Παπανδρέου είχε υποσχεθεί ρήξη με το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, την ανάκληση της συμφωνίας για τις στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ στην Ελλάδα και μια εθνική οικονομία βασισμένη στο μοντέλο της «κοινωνικής ιδιοκτησίας» των μέσων παραγωγής.
Μετά την εκλογή του, ο Παπανδρέου έσπευσε να διαβεβαιώσει τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον ότι η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ και ανανέωσε, άμεσα, τη συμφωνία με τις ΗΠΑ για τις στρατιωτικές βάσεις.
Ο Παπανδρέου αγνόησε μελέτες που είχαν παραγγελθεί από την ίδια την κυβέρνηση, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, και αποτιμούσαν τις μακροπρόθεσμες καταστροφικές συνέπειες εξαιτίας της παραμονής της χώρας στην ΕΟΚ (ιδιαίτερα την απώλεια ελέγχου στις εμπορικές συναλλαγές, την κατάρτιση προϋπολογισμών και τις αγορές), επιλέγοντας να θυσιάσει την πολιτική ανεξαρτησία και οικονομική αυτονομία της χώρας για χάρη πόρων, δανείων και πιστώσεων από την ΕΟΚ.
Ενώ ο Παπανδρέου μιλούσε από το μπαλκόνι στον λαό για ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη, ενίσχυε τους δεσμούς του με τους Ευρωπαίους τραπεζίτες και τους Έλληνες εφοπλιστές και ολιγάρχες. Η ευρωπαϊκή ελίτ στις Βρυξέλλες και οι Έλληνες ολιγάρχες στην Αθήνα απέκτησαν, έτσι, ασφυκτικό έλεγχο πάνω στο ελληνικό, πολιτικό και οικονομικό σύστημα.
Ο Παπανδρέου διατήρησε τις πελατειακές, πολιτικές πρακτικές των προηγούμενων δεξιών κυβερνήσεων – απλά αντικατέστησε τα δεξιά στελέχη με μέλη του ΠΑΣΟΚ.
Η ΕΟΚ παράκαμψε την ψευτο-ριζοσπαστική ρητορική του Παπανδρέου και επικεντρώθηκε στην απόκτηση ελέγχου πάνω στο ελληνικό κράτος, χρηματοδοτώντας ένα διεφθαρμένο κομματικό σύστημα, το οποίο χρησιμοποιούσε πόρους που υποθετικά θα αναβάθμιζαν την ελληνική ανταγωνιστικότητα, για να στήσει στην πραγματικότητα έναν πελατειακό μηχανισμό βασισμένο στην αύξηση της κατανάλωσης.
Η ΕΟΚ γνώριζε καλά ότι αυτή η οικονομική «λαβή» στην οικονομία θα της επέτρεπε, τελικά ,να υπαγορεύει την ελληνική πολιτική, κρατώντας τη χώρα σφιχτά μέσα στα όρια της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας.
Παρά τη δημαγωγική ρητορική του Παπανδρέου για τον «τρίτο δρόμο» η Ελλάδα χωνόταν όλο και πιο βαθιά στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ.
Από το 1981 έως το 1985 ο Παπανδρέου ξεφορτώθηκε τη σοσιαλιστική του ρητορική για χάρη των αυξανόμενων δαπανών για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, αύξηση μισθών και συντάξεων και υγειονομική περίθαλψη αναχρηματοδοτώντας, παράλληλα, χρεοκοπημένες επιχειρήσεις που είχαν ρημάξει οι κλεπτοκράτες καπιταλιστές.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι ενώ το βιοτικό επίπεδο ανέβαινε, η ελληνική οικονομία παρέμενε εξαρτημένη από τις χρηματοδοτήσεις της Ε.Ε., τους Ευρωπαίους τουρίστες και την κτηματομεσιτική φούσκα.
Ο Παπανδρέου εδραίωσε το ρόλο της Ελλάδας ως προτεκτοράτο του ΝΑΤΟ, δηλαδή ως πλατφόρμας για τις στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο και ως αγοράς για τα γερμανικά προϊόντα.
Από τον Οκτώβρη του ’81 έως τον Ιούλιο του ’89 ενώ η κατανάλωση στην Ελλάδα αυξήθηκε, η παραγωγικότητα τελμάτωσε.
Ο Παπανδρέου κέρδισε τις εκλογές του ’85 με κεφάλαια από την Ε.Ε.
Εν τω μεταξύ το χρέος της Ελλάδας απογειώθηκε.
Οι ηγέτες της Ε.Ε. καταδίκασαν την κακοδιαχείριση των κεφαλαίων από τους κλεπτοκράτες του Παπανδρέου, αλλά όχι και τόσο έντονα.
Οι Βρυξέλλες αναγνώριζαν ότι ο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ αποτελούσαν την πιο αποτελεσματική δύναμη φίμωσης των ριζοσπαστικών φωνών στην Ελλάδα και διατήρησης της χώρας κάτω από την κηδεμονία της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ.
Μαθήματα για τον ΣΥΡΙΖΑ: Υποτέλεια και Βραχυπρόθεσμες Μεταρρυθμίσεις – η στρατηγική του ΠΑΣΟΚ
Μέσα ή έξω από την κυβέρνηση, το ΠΑΣΟΚ ακολούθησε τα βήματα της δεξιάς παράταξης (Ν.Δ.) υποστηρίζοντας την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.
Η Ελλάδα συνέχιζε να έχει τη μεγαλύτερη κατά κεφαλή δαπάνη για πολεμικούς εξοπλισμούς από κάθε άλλο μέλος του ΝΑΤΟ. Έτσι, έπαιρνε δάνεια και πιστώσεις για να χρηματοδοτήσει επιφανειακές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και μεγάλης κλίμακας διαφθορά, διογκώνοντας παράλληλα τους κομματικούς μηχανισμούς.
Υπό την ηγεσία του ανοιχτά νεοφιλελεύθερου πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη το 2002, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ «μαγείρεψε τα βιβλία», παρουσίασε πλαστά στοιχεία για το κρατικό έλλειμμα με τη βοήθεια των τραπεζιτών της Wall Street και έτσι έγινε μέλος της Ευρωζώνης.
Υιοθετώντας το ευρώ ο Σημίτης διεύρυνε την οικονομική υποτέλεια της Ελλάδας στις Βρυξέλλες που ελέγχονταν από το γερμανικό υπουργείο οικονομικών και τις τράπεζες.
Οι ολιγάρχες στην Ελλάδα καλωσόρισαν μία καινούργια γενιά κλεπτοκρατικής ελίτ του ΠΑΣΟΚ, η οποία καταχράστηκε εκατομμύρια από στρατιωτικές προμήθειες, οργάνωσε οικονομικές απάτες και έκανε μαζική φοροδιαφυγή.
Παράλληλα, οι Βρυξέλλες επέτρεψαν στην ελληνική μεσαία τάξη να ζήσει τη ψευδαίσθηση του «πλούσιου ευρωπαίου» στο βαθμό που διατηρούσαν τον έλεγχο μέσω των δανείων και του αυξανόμενου χρέους.
Οικονομικά σκάνδαλα ύψους 300 εκατ. ευρώ συνδέονται ακόμα και με το γραφείο του πρώην πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου.
Οι πελατειακές σχέσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας αντιστοιχούσαν στις πελατειακές σχέσεις μεταξύ Βρυξελλών και Αθήνας.
Ακόμα και πριν από την οικονομική κατάρρευση του 2008, η Ε.Ε. και οι δανειστές υπαγόρευαν τις βασικές παραμέτρους της ελληνικής πολιτικής. Η παγκόσμια κατάρρευση απλά αποκάλυψε τα «πήλινα πόδια» του ελληνικού κράτους και οδήγησε στις ωμές επεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του ΔΝΤ και της Κομισιόν, της διαβόητης «τρόικας».
Αυτοί υπαγόρευσαν τις πολιτικές λιτότητας ως προαπαιτούμενο για μια «διάσωση», η οποία κατέστρεψε την οικονομία προκαλώντας τεράστια ύφεση, φτωχοποίησε πάνω από το 40% του πληθυσμού, μείωσε τα εισοδήματα κατά 25% και κατέληξε σε ανεργία της τάξης του 28%.
Ελλάδα: Πρόσκληση σε υποτέλεια
Από την Ελλάδα δεν υπήρξε πολιτική αντίδραση γι’ αυτή την πολιτική και οικονομική υποτέλεια στην Ε.Ε. Μόνο τα συνδικάτα έκαναν 30 γενικές απεργίες από το 2009 έως το 2014, ενώ τα 2 μεγάλα κόμματα ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. καλωσόρισαν την κατοχή της χώρας από την Ε.Ε. Ο εκφυλισμός του ΠΑΣΟΚ σε άθυρμα των ολιγαρχών και συνεργάτη της Ε.Ε. στέρησε κάθε ουσία από τη σοσιαλιστική ρητορική.
Η δεξιά παράταξη της Ν.Δ. βοήθησε με κάθε τρόπο ώστε ο ασφυκτικός έλεγχος της Ε.Ε. στην ελληνική οικονομία να βαθύνει. Η τρόικα δάνεισε στο ελληνικό προτεκτοράτο κεφάλαια (ως «διάσωση») για να ξεπληρωθούν οι Γερμανοί, Γάλλοι και Άγγλοι ολιγάρχες και να ενισχυθεί το ελληνικό ιδιωτικό τραπεζικό σύστημα. Οι Έλληνες οδηγήθηκαν στην «πείνα» από τις πολιτικές λιτότητας για να πληρώνονται τα τοκοχρεολύσια.
Ευρώπη: Ένωση ή Αυτοκρατορία;
Η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση του 2008-09 έπληξε χειρότερα τους πιο αδύναμους κρίκους – την Νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία. Έτσι αποκαλύφθηκε ότι στην ουσία η Ε.Ε. είναι μια τυραννική αυτοκρατορία όπου τα ισχυρά κράτη -Γερμανία και Γαλλία- μπορούν ανοιχτά και άμεσα να ελέγχουν τις επενδύσεις, τις εμπορικές συναλλαγές, και την νομισματική και οικονομική πολιτική των ασθενέστερων.
Η περίφημη «διάσωση» της Ελλάδας ήταν στην πραγματικότητα ένα πρόσχημα για την επιβολή βίαιων διαρθρωτικών αλλαγών. Αυτές περιλαμβάνουν την αποκρατικοποίηση και ιδιωτικοποίηση όλων των στρατηγικών οικονομικών τομέων, πληρωμές τοκοχρεολυσίων στο διηνεκές και υπαγόρευση από ξένα κέντρα της εισοδηματικής και επενδυτικής πολιτικής της χώρας. Η Ελλάδα έπαψε να είναι ανεξάρτητο κράτος: αποικιοποιήθηκε απόλυτα και οριστικά.
Η διαρκής κρίση της Ελλάδας: Το τέλος της «ευρωπαϊκής ψευδαίσθησης»
Η ελληνική και η ευρωπαϊκή ελίτ, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού σώματος πίστευαν, τουλάχιστον τα τελευταία 5 χρόνια, ότι τα μέτρα λιτότητας (απολύσεις, ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ.) ήταν ένα δραστικό αλλά προσωρινό φάρμακο που θα οδηγούσε σύντομα σε μείωση του χρέους, ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, νέες επενδύσεις και ανάπτυξη. Αυτό τουλάχιστον τους έλεγαν οι πολιτικοί και οι αναλυτές από τις Βρυξέλλες.
Στην πραγματικότητα το χρέος αυξήθηκε, η καθοδική πορεία της οικονομίας συνεχίστηκε, η ανεργία πολλαπλασιάστηκε και η ύφεση βάθυνε.
Η «λιτότητα» ήταν μια ταξική πολιτική, σχεδιασμένη στις Βρυξέλλες με στόχο να πλουτίσουν οι διεθνείς τραπεζίτες και να λεηλατηθεί το ελληνικό δημόσιο.
Το κλειδί για αυτή τη λεηλασία ήταν η απώλεια της ελληνικής κυριαρχίας.
Τα δύο μεγάλα κόμματα, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, συνεργάστηκαν πρόθυμα. Παρά την ανεργία για τους νέους (16-30 ετών) στο 55%, τη διακοπή ηλεκτροδότησης σε 300.000 νοικοκυριά και τη μαζική μετανάστευση (πάνω από 175.000), η Ε.Ε. (όπως αναμενόταν) αρνήθηκε να δεχτεί ότι η συνταγή της λιτότητας ήταν πλήρης αποτυχία για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Ο λόγος που η Ε.Ε. είναι δογματικά προσκολλημένη σε αυτή την πολιτική της αποτυχίας είναι ότι αυτή η λεηλασία αφενός την συμφέρει και αφετέρου επιβεβαιώνει την ιμπεριαλιστική της υπεροχή.
Επιπλέον, εάν η ελίτ των Βρυξελλών αποδεχόταν την αποτυχία της στην Ελλάδα αυτό θα δημιουργούσε προηγούμενο αναγνώρισης της αποτυχίας και στην υπόλοιπη νότια Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, Ιταλίας και άλλων μελών της Ε.Ε. (Economist 17/1/2015, σ. 53).
Οι άρχουσες οικονομικές και επιχειρηματικές ελίτ στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ πλούτισαν από την κρίση και την ύφεση επιβάλλοντας περικοπές σε μισθούς και κοινωνικές παροχές. Η αποδοχή της αποτυχίας στην Ελλάδα θα είχε επιπτώσεις σε όλη τη βόρεια Αμερική και Ευρώπη, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις οικονομικές πολιτικές, τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και την νομιμότητα της εξουσίας τους.
Ο λόγος που όλα τα κράτη της Ε.Ε. υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει αυτή τη διεστραμμένη και υφεσιακή πολιτική λιτότητας και να επιβάλλει αντιδραστικές «διαρθρωτικές αλλαγές» είναι επειδή οι ίδιοι ακριβώς έχουν θυσιάσει το βιοτικό επίπεδο των δικών τους λαών κατά τη διάρκεια της κρίσης. (FT 13/02/2015, σ. 2).
Η οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 και συνεχίζεται ακόμα, απαιτεί σκληρές θυσίες από τους λαούς για να διαιωνισθούν τα κέρδη της άρχουσας τάξης και να χρηματοδοτηθούν τα πακέτα στήριξης προς τις ιδιωτικές τράπεζες.
Κάθε μεγάλος οικονομικός θεσμός -η ΕΚΤ, η Κομισιόν και το ΔΝΤ- κρατάνε την ίδια γραμμή: Απαγορεύεται κάθε παρέκκλιση. Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη είτε να δεχθεί ό,τι υπαγορεύουν οι Βρυξέλλες, είτε να αντιμετωπίσει σοβαρά οικονομικά αντίποινα. «Οικονομικός στραγγαλισμός ή διαρκής υποδούλωση στο χρέος» αυτό είναι το μάθημα που δίνουν οι Βρυξέλλες σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Ενώ φαινομενικά μιλάνε στην Ελλάδα, αυτό το μήνυμα απευθύνεται σε όλα τα κράτη, τα κινήματα αντίστασης και τα συνδικάτα που αμφισβητούν τις ντιρεκτίβες των ολιγαρχιών και των επικυρίαρχών τους.
Όλα τα ΜΜΕ και οι γνωστοί οικονομικοί αναλυτές είναι φερέφωνα της ολιγαρχίας των Βρυξελλών. Το μήνυμα που επαναλαμβάνεται συνεχώς από φιλελεύθερους, συντηρητικούς και σοσιαλδημοκράτες στους θυματοποιημένους λαούς, τους εργάτες με μισθούς πείνας και τους μικροεπιχειρηματίες, είναι ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να αποδεχθούν τα μέτρα λιτότητας που πετσοκόβουν το βιοτικό τους επίπεδο («μεταρρυθμίσεις») αν θέλουν να ελπίζουν σε «οικονομική ανάκαμψη» – η οποία φυσικά δεν έχει έρθει μετά από 5 χρόνια!
Η Ελλάδα έχει γίνει ο κύριος στόχος των οικονομικών ελίτ στην Ευρώπη, επειδή ο ελληνικός λαός κατάφερε να μετατρέψει τη διαμαρτυρία του σε πολιτική δύναμη.
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με μια πλατφόρμα ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας, απόρριψης της λιτότητας και επαναπροσδιορισμού της σχέσης της χώρας με τους πιστωτές της υπέρ της εθνικής ανάκαμψης, έδωσε τον τόνο για μια πιθανή αντιπαράθεση σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ: Αμφιλεγόμενη κληρονομιά, μαζικοί αγώνες και (πρώην) ριζοσπαστικές υποσχέσεις
Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ από μία συμμαχία μικρών μαρξιστικών τάσεων σε μαζικό κόμμα εξουσίας οφείλεται κυρίως στην ενσωμάτωση της μικρομεσαίας τάξης των δημοσίων υπαλλήλων, των συνταξιούχων και των μικροεπιχειρηματιών.
Πολλοί από αυτούς πριν υποστήριζαν το ΠΑΣΟΚ. Ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ για να επανέλθουν οι συνθήκες διαβίωσης και η εργασιακή ασφάλεια της «χρυσής» περιόδου 2000-2007.
Αυτοί εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. μετά από 5 χρόνια σκληρής λιτότητας που ίσως σε κάποια άλλη χώρα θα είχε προκαλέσει επανάσταση. Η ριζοσπαστικοποίησή τους ξεκίνησε με διαδηλώσεις και απεργίες που σκοπό είχαν να πιέσουν τα νεοφιλελεύθερα κόμματα να δώσουν τέλος στην λιτότητα αλλά πάντα μέσα στο πλαίσιο της Ε.Ε.
Αυτό το τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ριζοσπαστικό επειδή... ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.