Εισαγωγή Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ταυτίσει την έννοια της ενεργειακής ασφαλείας (energy security) με τη διασφάλιση του σταθερού και α...
Εισαγωγή
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ταυτίσει την έννοια της ενεργειακής ασφαλείας (energy security) με τη διασφάλιση του σταθερού και ανεμπόδιστου ενεργειακού εφοδιασμού της κοινής αγοράς των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Προς τούτο, η ενεργειακή ασφάλεια συνεπάγεται την υλοποίηση της προτεραιότητας της διαφοροποίησης (diversification) των παραγωγών και των διόδων ενεργειακού εφοδιασμού, ενώ η Ανατολική Μεσόγειος ως πεδίο παραγωγής και η Βαλκανική Χερσόνησος ως περιοχή διέλευσης αυξάνουν ιδιαιτέρως τη γεωοικονομική σημασία τους κατά την επαύριον της εύρεσης των σχετικών κοιτασμάτων εντός των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ισραήλ. Η συγκεκριμένη θέση συνδέεται με τη βιωσιμότητα της εσωτερικής παραγωγής, την κατοχή επαρκών στρατηγικών αποθεμάτων (strategic deposits) και κυρίως τη διατήρηση και επαύξηση πολλαπλών και διαφοροποιημένων διόδων μεταφοράς (transit routes) από αντιστοίχως πολλαπλούς και διαφοροποιημένους παραγωγούς.
Πέραν της ιδιοσυστασίας των υδρογονανθράκων ως κρισιμότατο στρατηγικό αγαθό και της διαρκώς μειούμενης εσωτερικής παραγωγής, η επιτακτικότητα πλήρωσης της αρχής της διαφοροποίησης αιτιολογείται από τις ανησυχίες περί μονομερούς εξάρτησης από την Ρωσία και την αποσταθεροποίηση διόδων μεταφοράς του ρωσικού ενεργειακού προϊόντος, όπως η Ουκρανία. Επιπροσθέτως, εξαιρετικά ενδεικτικά είναι τα δεδομένα σύμφωνα με τα οποία η ΕΕ εισάγει άνω της μισής καταναλισκόμενης ενέργειάς της, καθώς και το 66% του ζητούμενου φυσικού αερίου. Επί τω σκοπώ της εξυπηρέτησης των συγκεκριμένων εισαγωγών ενεργειακών προϊόντων καταβάλλεται άνω του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ επί καθημερινής βάσης.[1] Τα εν λόγω ζητήματα εξετάζονται εν συναρτήσει με τη σχετική διαχρονική θεωρητική συζήτηση, καθώς και την εγγενή γεωπολιτική και γεωοικονομική αξία του ελληνικού χώρου προς υπογράμμιση των δυνατοτήτων της Αθήνας και της Λευκωσίας.
Η έννοια της ενεργειακής ασφάλειας[2]
Κατά συνέπεια, θέτοντας το ευρύτερο πλαίσιο του παρόντος κειμένου και ορίζοντας εν γένει την προβληματική περί της ευρωπαϊκής προτεραιότητας της διαφοροποίησης των παραγωγών και των διόδων ενεργειακού εφοδιασμού, προκύπτει το ερώτημα σχετικά με τη δυνατότητα του ελληνικού – και όχι αποκλειστικά του ελλαδικού – χώρου να αποτελέσει μέρος της λύσης υπό την έννοια της μεγιστοποίησης του βαθμού διαφοροποίησης. Επί του πυρήνα της προαναφερθείσας προβληματικής, η παρούσα ανάλυση φιλοδοξεί να διαγιγνώσει τη θέση και τη σημασία του ελληνικού χώρου ως προς τις ενεργειακές ανάγκες της ΕΕ και τις προϋποθέσεις συμβολής της Ελλάδος και της Κύπρου προς την κατεύθυνση της μέγιστης και βέλτιστης δυνατής επίτευξης του στόχου της διαφοροποίησης. Εν παραλλήλω, αποκρυπτογραφούνται τα γεωοικονομικά οφέλη, τα οποία θα δύναντο να προκύψουν για την Ελλάδα και την Κύπρο. Η έννοια της γεωοικονομίας, όπως θα περιγραφεί εκτενέστερα εντός ακόλουθου υποκεφαλαίου, χρησιμοποιείται επί της παρούσης ως απαύγασμα του συγκερασμού πολιτικών-στρατηγικών και οικονομικών παραμέτρων κατά την ανάλυση της θέσης και του ρόλου ενός δρώντα.
Οριοθέτηση των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) στην Ανατολική Μεσόγειο[3]
Θεωρητικές επισημάνσεις
Πριν πραγματοποιηθεί αναφορά στο προκείμενο, ήτοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ανατολική Μεσόγειο και την Ελλάδα, οφείλουν να γίνουν ορισμένες θεωρητικές επισημάνσεις αναφορικά με την έννοια της γεωοικονομίας, την εγγενώς στρατηγική σημασία των υδρογονανθράκων, καθώς και την ιδιοσυστασία της μεταφοράς και εμπόρευσης του φυσικού αερίου κυρίως εν σχέσει με το πετρέλαιο. Οι εν λόγω επισημάνσεις συμβάλλουν προς την υπογράμμιση της σημασίας των πραγματευόμενων ζητημάτων υπό όρους θεωρητικού κεκτημένου.... ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.