Εγώ ήμουν 13 ετών, αυτοί οι οποίοι είχαν έρθει στην πόρτα φώναζαν ¨εδώ υπάρχει ένα κορίτσι 13 ετών, γρήγορα να μας το δώσετε¨, η μάνα μο...
Εγώ ήμουν 13 ετών, αυτοί οι οποίοι είχαν έρθει στην πόρτα φώναζαν ¨εδώ υπάρχει ένα κορίτσι 13 ετών, γρήγορα να μας το δώσετε¨, η μάνα μου φοβήθηκε πολύ, ενώ εγώ έτρεμα. Στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί με ζητούσαν επίμονα, αργότερα όμως έμαθα πως ιδιαίτερα στο Μπέιογλου και στην Σαμάτια πολλά κορίτσια από μη μουσουλμανικές οικογένειες τα είχαν βιάσει…¨
Το κυπριακό θέμα ήταν στην επικαιρότητα της Τουρκίας το 1955. Και ενώ οι αρμόδιοι του υπουργείου Εξωτερικών συνέχιζαν τις συνομιλίες για την Κύπρο στο Λονδίνο, δημοσιεύτηκε αρχικά σε ραδιόφωνα στις 6/9/1955 η είδηση πως έσκασε βόμβα στο σπίτι του Ατατούρκ στην Θεσσαλονίκη.
Τότε με δεύτερη της έκδοση η εφημερίδα Ινστάνμπουλ Εξπρές βγήκε με τον τίτλο ¨Βομβαρδίστηκε το σπίτι του Ατατούρκ μας¨ και τότε τα μέλη της τότε ιδρυθείσας οργάνωσης ¨Η Κύπρος είναι τουρκική¨, άρχισαν να την πουλάνε σε όλη την Κωνσταντινούπολη και να καλούνε σε διαμαρτυρία τον λαό.
Στις 6/9/1955 άρχισε μια μεγάλη καμπάνια λιντσαρίσματος και λεηλασιών σε βάρος των Ελλήνων και των άλλων μη μουσουλμάνων που ζούσαν σε Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη και σε νησιά.
Κατά τις δύο μέρες που διήρκεσαν τα γεγονότα, πολλοί μη μουσουλμάνοι τραυματίστηκαν , ενώ κάποιοι σκοτώθηκαν. Πολύ μεγάλο υπήρξε το επίπεδο των ζημιών που προκλήθηκαν. Όλα τα μαγαζιά και οι εκκλησιές που βρέθηκαν στο πέρασμα του όχλου, λεηλατήθηκαν. Οι δυνάμεις ασφαλείας αν και ενημερωμένες από πριν, αρκέστηκαν στο να παρακολουθούν τα γεγονότα.
Αυτά τα οποία συνέβησαν στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955 τραυμάτισαν την καρδιά πολλών ανθρώπων και αναστάτωσαν την ζωή τους. Οι μάρτυρες και τα θύματα των δύο εκείνων ημερών, δεν μπόρεσαν ποτέ να σβήσουν από την μνήμη τους τους πόνους. Πολλοί αναζήτησαν διέξοδο στην αλλαγή περιβάλλοντος, με πόνο αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα χώματα στα οποία γεννήθηκαν. Με δυσαναπλήρωτες απώλειες και βαθιές πληγές αναγκάστηκαν να απομακρυνθούν από την αγαπημένη τους Κωνσταντινούπολη.
Αναμφίβολα το πιο βαθύ πόνο τον ένιωσαν οι Έλληνες…Ηττήθηκαν από τον φόβο που βίωσαν και εξαναγκάστηκαν έτσι σε μετανάστευση.
Μια από αυτές που δεν μετανάστευσαν αλλά έμειναν στην Κωνσταντινούπολη είναι η 65 ετών Καίτη Μπαγντάτ…
Μιλώντας μαζί της ήμουν λίγο ανήσυχος, διότι δεν ήθελα να την θυμίσω τον πόνο που βίωσε και να την στενοχωρήσω, δεν ήθελα να φέρω πάλι στην επιφάνεια τον πόνο που είχε κρύψει.
Την παρακάλεσα και αυτή δεν με απογοήτευσε. Στο τέλος της συνομιλίας μας αντιλήφθηκα πως δεν ήμουν εγώ που της θύμισα εκείνο τον μεγάλο πόνο, διότι εκείνος ο πόνος έχει καταστεί τμήμα της Καίτης και αν και πέρασαν 52 χρόνια από τότε ακόμη η πληγή δεν έχει επουλωθεί.
¨Θέλουμε το 13χρονο κορίτσι¨
Η κυρία Καίτη τότε ήταν 13 χρονών και ο αδερφός της 40 ημερών… Περισσότερο από όλα την είχαν λυπήσει τότε και οι τσιρίδες του μόλις 40 ημερών μωρού.
¨Καλά είναι να κρεμάσεις σημαία¨
¨Αρχικά δεν ξέραμε πως θα συνέβαινε κάτι τέτοιο, γύρω στις 7 ένας γείτονας μας καρβουνιάρης πήγε στο μπακάλικο που είχε ο πατέρας μου στο Τεπέμπασί και του είπε ¨Καλά είναι να κλείσεις νωρίς το μαγαζί και ακόμη καλύτερα να κρεμάσεις και μια σημαία¨ , αλλά ο πατέρας μου δεν αντιλήφθηκε τίποτε. Τότε είδαμε ένα πλήθος που με ξύλα και τσεκούρια που έκανε πορεία. Ο πατέρας μου αμέσως έκλεισε το μαγαζί, το διπλανό μαγαζί κρέμασε μια σημαία και κρέμασε μια και σε εμάς¨.
Η κυρία Καίτη λέει πως γύρω στις 8 είχαν ανάψει για καλά τα αίματα, έφυγαν προς το σπίτι τους και συνεχίζει λέγοντας :
¨Οι Έλληνες με την σκέψη να μην μας συμβεί κάτι, μετείχαν και αυτοί στην πορεία και φύγαμε έτσι προς το σπίτι. Αμπαρώσαμε τις πόρτες, οι Αρμένιοι γείτονες μας εκείνες τις μέρες ήταν σε διακοπές. Ο πατέρας μου πήρε ένα σίδερο και μας έκλεισε στην κρεβατοκάμαρα. Γείτονες μας ήρθαν και προσπάθησαν να μας προστατέψουν, έλεγαν στους άλλους ¨μην τους ακουμπήσετε αυτούς¨.
Η κυρία Καίτη διστάζει λίγο, είναι σαφές πως βιώνει ξανά εκείνες τις μέρες και ψιθυρίζει πως ¨¨ήμουν 13 ετών¨.
¨Το πρόβλημα τους δεν ήταν μόνο με τους ζωντανούς¨
Η κυρία Καίτη παίρνει το βλέμμα της από εμένα και βυθίζεται και χάνεται, διότι στο παραλίγο γλύτωσε, κάποιοι τότε τρόμαξαν την παιδική της καρδιά…
¨Εμείς τότε κατοικούσαμε στον πρώτο όροφο, η τουαλέτα είχε ένα μικρό παράθυρο, την ώρα που οι γείτονες καθυστερούσαν αυτούς που είχαν έρθει, ο πατέρας μου μας κατέβασε από εκείνο το μικρό παράθυρο στην αυλή. Μαζί με τον 40 ημερών αδελφό μου ήταν πολύ δύσκολα, καταφύγαμε σε Τούρκους γείτονες μας, υπήρχε φήμη πως θα γίνει σφαγή, τρομάξαμε πολύ. Και οι γείτονες μας ήταν ανήσυχοι, εκεί περιμέναμε. Τα μεσάνυχτα κηρύχτηκε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και τότε έστω και λίγο ηρεμήσαμε…¨
Η κυρία Καίτη όταν σηκώθηκε το πρωί είδε μια εικόνα που την στενοχώρησε πολύ. Κάτω από τον λόφο όλα ήταν λεηλατημένα, πράγματα που είχαν συγκεντρωθεί από σπίτια Ελλήνων είχαν λεηλατηθεί και εκκλησίες είχαν πυρποληθεί…
¨Εκκλησίες πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν, αλλά λεηλατήθηκαν ακόμη και νεκροταφεία Ελλήνων και Αρμενίων, έβγαλαν ακόμη και τους νεκρούς από τα μνήματα, δεν άφησαν ήσυχους ούτε τους πρόσφατα θανόντες, το πρόβλημα τους δεν ήταν μόνο με τους ζώντες, χάλασαν την ηρεμία ακόμη και των πεθαμένων¨.
¨Ο άνθρωπος δεν θέλει να στερηθεί τα μέρη του¨
Μετά τι έγινε στην κυρία Καίτη ; Γιατί δεν έφυγε ; Έμεινε … ;
¨150 χιλιάδες Έλληνες αμέσως έφυγαν όλοι, δεν θέλησαν να ζήσουν εδώ, όλοι φοβήθηκαν πολύ, έστω και αν ήθελαν να ζούνε εδώ αναγκάστηκαν να φύγουν. Ο πατέρας μου παρά το ότι όλοι οι συγγενείς μας έφυγαν στην Ελλάδα, αυτός δεν θέλησε να αφήσει τα χώματα όπου γεννήθηκε. ¨Θα επανακάμψουμε είπε¨ και πραγματικά ήταν δύσκολο αλλά επανακάμψαμε.
Οι Τούρκοι γείτονες μας μας στήριξαν πολύ. Ότι και να γίνει ο άνθρωπος δεν θέλει να στερηθεί τα μέρη του¨
Σύμφωνα με όσα περιγράφει η κυρία Καίτη, από αυτούς που για χρόνια ξαπόστελνε λέγοντας τους “Güle güle”, κανένας δεν γύρισε πίσω.
Η κυρία Καίτη είναι από αυτούς που λένε πως επιθυμούν ένα θαφτούνε βαθιά σε αυτά τα χώματα εδώ…
Παρά το ότι μια πλευρά της πάντα είναι ανήσυχη, παρά το ότι οι πόνοι δεν έχουν επουλωθεί πλήρως και παρά το ότι την πιάνει ο κόμπος τον λαιμό της, αυτή συνέχισε να ζει εδώ… Διότι είναι από αυτούς που αγαπάνε αυτή την χώρα (με τα καλά και τα κακά της) και επιθυμεί να θαφτεί βαθιά σε αυτά τα χώματα.
Χάικο Μπαγντάτ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.