Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1883. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Βρυξελλών καθώς και στη Σχολή Εφαρμογής Ιππικού της Υπρ (πόλη του Βελγίου) κα...
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1883. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Βρυξελλών καθώς και στη Σχολή Εφαρμογής Ιππικού της Υπρ (πόλη του Βελγίου) και το 1906 κατετάγη στον Ελληνικό Στρατό, ως μόνιμος Ανθυπίλαρχος.
Στον Α' Βαλκανικό Πόλεμο ήταν Διαγγελέας του Αρχιστρατήγου Διαδόχου Κωνσταντίνου και συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων (1913). Ως Ίλαρχος υπηρέτησε στο 1ο Σύνταγμα Ιππικού και στο Γ' Σώμα Στρατού ως Επιτελής. Ως Επίλαρχος υπηρέτησε ως Επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Ιππικού (1916).
Το 1917 προσχώρησε στην παράταξη του Βασιλέως Κωνσταντίνου, τέθηκε σε αυτεπάγγελτη διαθεσιμότητα και εξορίσθηκε διαδοχικά στα νησιά Ιο, Θήρα, Μήλο και Κρήτη. Ανακλήθηκε, όμως, το 1920 στην ενεργό υπηρεσία, με το βαθμό του Συνταγματάρχη και υπηρέτησε και πάλι ως Επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Ιππικού στη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου αποκάλυψε όλη τη δύναμη της ηρωικής ψυχής του και την επιτελική ιδιοφυΐα του.
Το 1923 τέθηκε και πάλι από την Επανάσταση του 1922 σε αυτεπάγγελτη αποστρατεία, ανακλήθηκε, όμως στην ενεργό υπηρεσία το 1927 με το βαθμό του Συνταγματάρχη και τοποθετήθηκε λίαν τιμητικά ως Επιτελής στην Ανωτέρα Σχολή Στρατηγικών Σπουδών και στη συνέχεια ως Διοικητής της Ταξιαρχίας Ιππικού Λάρισας.
Το 1930 προήχθη στο βαθμό του Υποστρατήγου και στα τέλη του 1931, επί Κυβερνήσεως Ελ. Βενιζέλου, ανέλαβε Υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ). Το 1933 τοποθετήθηκε Αρχηγός Ιππικού του ΓΕΣ και το 1935, με το βαθμό του Αντιστρατήγου, διοίκησε τα Α' και Γ' Σώματα Στρατού.
Τον Οκτώβριο του 1935 έγινε Υπουργός Στρατιωτικών στην Κυβέρνηση Γ. Κονδύλη και επιδόθηκε στην υλική και ηθική ανασυγκρότηση του Στρατού. Τον Αύγουστο του 1936, όταν είχαν αρχίσει τα πρώτα νέφη να καλύπτουν το διεθνή ορίζοντα, ανέλαβε την αρχηγία του ΓΕΣ και προετοίμασε το Στρατό μαζί με τον Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, για το νικηφόρο Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41 κατά τον οποίο υπήρξε Αρχιστράτηγος.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ίδρυσε τη μυστική οργάνωση υπό τον τίτλο ''Στρατιωτική Ιεραρχία''. Συνελήφθη όμως από τους Γερμανούς τον Ιούλιο 1943 μαζί με άλλους πέντε στρατηγούς, απεστάλη στη Γερμανία και εγκλείστηκε σε διάφορα στρατόπεδα, στα οποία παρέμεινε μέχρι τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Στην Ελλάδα επανήλθε το Μάιο του 1945 και το 1947 έλαβε το βαθμό του Στρατηγού. Στις 19 Ιανουαρίου 1949, σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα ζούσε δραματικές ημέρες αγωνίας, ο Αλεξ. Παπάγος ανέλαβε για δεύτερη φορά την αρχιστρατηγία των Ενόπλων Δυνάμεων και οδήγησε τις Εθνικές Δυνάμεις, για άλλη μια φορά, στην τελική νίκη, τσακίζοντας στον σκλαβοκομμουνιστικό δάκτυλο στα βουνά της Μακεδονίας...
Για την όλη προσφορά του προς την Πατρίδα, τον Οκτώβριο του 1949 του απονεμήθηκε από το βασιλέα Παύλο (Υπουργός Στρατιωτικών ήταν ο Παν. Κανελλόπουλος) ο τίτλος του Στρατάρχη, απονεμόμενος για πρώτη φορά σε Έλληνα στρατιωτικό.
Στις 28 Μαϊου 1951 ο Στρατάρχης Παπάγος, προς τον οποίο ο λαός, ανεξαρτήτως κομματικής τοποθετήσεως απέβλεπε με αύξουσα εμπιστοσύνη, υπέβαλε την παραίτησή του στον Πρωθυπουργό Σοφοκλή Βενιζέλο και στις 30 Ιουλίου του ίδιου έτους, υπακούοντας στην πάνδημη προτροπή, ανήγγειλε την απόφασή του να πολιτευθεί "διά να επιτύχει", όπως δήλωσε, "την πραγματική αλλαγή την οποία ζητεί το Έθνος".
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 1951, ο ''Ελληνικός Συναγερμός'' του Στρατάρχη Αλεξάνδρου Παπάγου συγκέντρωσε το 35% των ψήφων και κατέλαβε την πρώτη θέση μεταξύ των κομμάτων, χωρίς όμως να έχει δυνατότητα σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης. Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1952 και με την αλλαγή του εκλογικού συστήματος (πλειοψηφικό) ο ''Ελληνικός Συναγερμός'' έλαβε 240 έδρες επί συνόλου 300 και ο Στρατάρχης έγινε Πρωθυπουργός.
Την περίοδο της διακυβέρνησής του κορυφώνεται ο απελευθερωτικός αγώνας των Κυπρίων από τη βρετανική αποικιοκρατία, που ζητούσαν την Ένωση με τη μητέρα - πατρίδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την άμεση εμπλοκή της Ελλάδας, που αντιμετώπισε, όμως, και την αντίδραση της ισχυρής συμμάχου Μεγάλης Βρετανίας. Η έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ βρίσκει τον Παπάγο σοβαρά άρρωστο και ανίκανο να πάρει αποφάσεις. Οι συγκρούσεις στην Κύπρο οδηγούν σε χειροτέρευση τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που φθάνουν στο κατώτερο δυνατό σημείο με το τουρκικό πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης στις 6 Σεπτεμβρίου 1955.
Ο Στρατάρχης Παπάγος πέθανε, τελικά, στις 4 Οκτωβρίου 1955, έπειτα από σύντομη ασθένεια, ενώ ήταν ακόμη πρωθυπουργός. Ο Βασιλιάς Παύλος έκανε την έκπληξη κι έχρισε διάδοχό του τον δυναμικό υπουργό Δημοσίων Έργων Κωνσταντίνο Καραμανλή και όχι κάποιο πρωτοκλασάτο στέλεχος της κυβέρνησής του, όπως τους δελφίνους Στέφανο Στεφανόπουλο και Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Ο Στρατάρχης Παπάγος πέθανε, τελικά, στις 4 Οκτωβρίου 1955, έπειτα από σύντομη ασθένεια, ενώ ήταν ακόμη πρωθυπουργός. Ο Βασιλιάς Παύλος έκανε την έκπληξη κι έχρισε διάδοχό του τον δυναμικό υπουργό Δημοσίων Έργων Κωνσταντίνο Καραμανλή και όχι κάποιο πρωτοκλασάτο στέλεχος της κυβέρνησής του, όπως τους δελφίνους Στέφανο Στεφανόπουλο και Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
"Νομοθετικόν Διάταγμα 17-10-1949
Άρθρον μόνο
Τιμής ένεκεν, λόγω των υψίστων υπηρεσιών ας προσήνεγκεν εις την μαχομένην Πατρίδα ο Στρατηγός Αλέξανδρος Παπάγος, υπό την ανωτάτην ηγεσίαν του οποίου αι Ένοπλοι ημών Δυνάμεις ετίμησαν κατ'επανάληψιν τα Ελληνικά Όπλα και κατήγαγον περιλάμπρους νίκας, επιτρέπεται, όπως διά Β. Διατάγματος, προκαλουμένου υπό του Υπουργού των Στρατιωτικών, απονεμηθεί εις αυτόν το αξίωμα του Στρατάρχου του Ελληνικού Στρατού."
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.