Page Nav

HIDE

Pages

Classic Header

{fbt_classic_header}

ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ - ΣΚΛΑΒΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ

Breaking News:

latest

ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΦΗΝΕΙ ΣΕ ΗΣΥΧΙΑ Ο ΔΕΣΠΟΤΑΣ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ - ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΤΟΝ ΑΘΕΟ ΤΣΙΠΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΙΣΜΟ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ἀκολουθεῖ ἡ ἐπιστολή τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ στόν Πρωθυπουργό κ. Ἀλέξιο Τσίπρα μέ θέμα τήν ἀ...







Ἀκολουθεῖ ἡ ἐπιστολή τήν ὁποίαν ἀπέστειλε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ στόν Πρωθυπουργό κ. Ἀλέξιο Τσίπρα μέ θέμα τήν ἀναθεώρηση τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας.

Ἐπιστολές μέ ἴδιο περιεχόμενο ἐστάλησαν στούς Ἀρχηγούς τῶν Κομμάτων τοῦ Κοινοβουλίου.

Ἐξοχώτατε Κύριε Πρωθυπουργέ,

Τίθεται συνεχῶς στό δημόσιο λόγο τό θέμα τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος μέ εἰσαγωγή «προσωπικοϊδεολογικῶν» διατάξεων, μία ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι καί ἡ ἀναθεώρηση τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας πού ἀδοκίμως καί ἀντιεπιστημονικῶς χαρακτηρίζεται ὡς «διαχωρισμός».

Στίς προτάσεις Σας περί Συνταγματικῆς ἀναθεωρήσεως ἀναφερθήκατε στήν ἐπαναπλαισίωση τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας τήν ὁποία ἄμοιροι νομικῆς ἐπιστήμης καί ἀπό τόν πολιτικό καί δημοσιογραφικό χῶρο χαρακτηρίζουν ὡς «διαχωρισμό Κράτους-Ἐκκλησίας» καί μάλιστα ὁ Ἐξοχώτατος κ. Νικ. Φίλης ἀνέφερε ὅτι τό 70% τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ ἐπιθυμεῖ τόν «διαχωρισμό» τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό Κράτος.




Πρέπει νά γίνει σαφές ὅτι οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας-Πολιτείας ἀφοροῦν σέ ἤδη διακριτούς ρόλους ὅπως ὁ νῦν Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας στό βιβλίο του «Ἡ ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος / Ὑπό τό πρίσμα τῆς κοινοβουλευτικῆς ἐμπειρίας», ἐκδ. Α.Α. Λιβάνη, Ἀθήνα 2010, σελ. 65 ἑπ. ἔχει ὑποστηρίξει.

«Οι διακριτοί ρόλοι προκύπτουν από την συγκρότηση του περιγράμματος του κράτους δικαίου δηλ. από την συνταγματική και έννομη τάξη και ευρίσκονται στα όρια εκκοσμικεύσεως των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας υφισταμένου του πολυθρύλητου διαχωρισμού» (Π. Μηλιαράκη-Συνταγματολόγου, ΕΠΙΚΑΙΡΑ 24-6-2016).

Καί ναί μέν στό πλαίσιο τῶν ρυθμιστικῶν κανόνων πού ἰσχύουν διατηροῦνται οἱ «εἰδικές σχέσεις» Κράτους καί Ἐκκλησίας, ὅπως τό ἑορτολόγιο καί οἱ ἐπίσημες τελετές, συναρτῶνται μέ τό τυπικό τῆς Ἐκκλησίας, ἐν τούτοις αὐτές οἱ «εἰδικές σχέσεις» δέν ἀναιροῦν τήν διάκρισι μεταξύ Κράτους καί Ἐκκλησίας, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ Πολιτεία νομοθετεῖ ἐρήμην ἤ καί ἐναντίον τοῦ δόγματος καί τοῦ ἤθους τῆς Ἐκκλησίας ὅπως τά ψηφισθέντα νομοθετικά πλαίσια γιά τόν πολιτικό γάμο, τήν καύση τῶν νεκρῶν, τό αὐτόματο διαζύγιο, τήν ἀποποινικοποίηση τῆς μοιχείας, τή νομιμοποίηση τῶν ἐκτρώσεων, τό σύμφωνο συμβίωσης ἑτεροφύλων καί ὁμοφυλοφίλων κλπ. Συνεπῶς ἀπό τό γεγονός αὐτό ἀποδεικνύεται ὅτι οἱ ρόλοι Ἐκκλησίας καί Πολιτείας εἶναι ἀπολύτως διακριτοί καί βρίσκονται στά ὅρια τῆς ἐκκοσμίκευσης. Ἑπομένως ἡ ἰδεοληψία περί δῆθεν θεοκρατίας πηγάζει μόνο ἀπό σκοτεινή ἐμπάθεια καί νομική ἄγνοια ἤ μίσθαρνη στράτευση.

Συνεπῶς δέν ὑφίσταται νομική δυνατότης «διαχωρισμοῦ» Ἐκκλησίας καί Πολιτείας διότι δέν ὑφίσταται «ἕνωσι» Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, ἄλλως ὡς προαναφέραμε τό Κράτος δέν θά ἐπετρέπετο νά προβῆ σέ ὡρισμένη ἐνέργεια ἄνευ τῆς συμφώνου γνώμης τῆς Ἐκκλησίας.

Σχετική διάταξι στήν Ἑλληνική Νομοθεσία δέν ὑφίσταται, οὔτε ὑπῆρξε περίπτωσι πού τό Κράτος νά ἠθέλησε νά προβῆ σέ ὡρισμένη ἐνέργεια καί τελικῶς νά μή προέβη, διότι ἡ Ἐκκλησία δέν συνήνεσε.

Ὁ Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος στό ἔργο του «Ἡ ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος», Ἀθήνα 2010 σελ. 65 ἑπ. παραθέτει σχετικό ἀπόσπασμα σέ ἐπίρρωσι τῶν ἀνωτέρω: «Μπορεί να μου πει κανείς μέσα σε αυτή την αίθουσα σε ποία περίπτωση από τη Μεταπολίτευση και μετά, θέλησε μία κυβέρνηση να νομοθετήσει προς μια κατεύθυνση και την εμπόδισε η οποιαδήποτε ρύθμιση υπάρχει στο Σύνταγμα ως προς τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας; Θελήσαμε ποτέ, να αφαιρέσουμε κάτι από τη νομοθεσία μας είτε να προσθέσουμε κάτι, το οποίο οι διατάξεις που αφορούν την Εκκλησία και την Πολιτεία μας εμπόδισαν; Κάθε άλλο. Άρα, λοιπόν, συνταγματικό εμπόδιο και στην πιό «προοδευτική» κυβέρνηση για τα θέματα που αφορούν τις σχέσεις πολιτείας και Εκκλησίας δεν υπήρξε ποτέ».

Μέ τό ἄρθρο 9 τοῦ νόμου 4303/2014 προβλέπεται διαδικασία χορηγήσεως ἀδείας Ναοῦ ἤ Εὐκτηρίου Οἴκου ἄνευ συμπράξεως τῆς «οἰκείας ἀναγνωρισμένης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς» γεγονός πού διευκρινίζει καί ἡ ὑπ’ ἀριθμ. 69230/Α3/6.5.2014 Ἐγκύκλιος τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας καί Θρησκευμάτων κοινοποιουμένη σέ ὅλα τά συναρμόδια Ὑπουργεῖα, πού οὐσιαστικῶς καταργεῖ τόν Νόμο 1363/1938.

Ἐπιπροσθέτως τό ἄρθρο 110 τοῦ Συντάγματος ἐπιτρέπει, εἰσάγον «Ἐξαιρετικό Δίκαιο», τήν ἀναθεώρηση ἀλλά ὄχι καί τήν κατάργηση ὡρισμένων διατάξεων τοῦ Συντάγματος καί ἑπομένως τό νά ἐπιδιώκεται ἡ κατάργηση τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Συντάγματος, πού ἀνήκει στίς δυνάμενες νά ἀναθεωρηθοῦν διατάξεις, ἀποτελεῖ παραβίαση τῶν Ἀρχῶν τοῦ Συντάγματος καί βέβαια δέν σημαίνει κάποιου εἴδους «διαχωρισμό» Κράτους καί Ἐκκλησίας διότι ἡ Ὀρθόδοξος Χριστιανική Ἐκκλησία θά ἐξακολουθῆ νά εἶναι ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία τῆς Χώρας, ἐπειδή ἡ διατάξι τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Συντάγματος ἀπεικονίζει μία σταθερή πραγματικότητα τήν ὁποία καί ἀναγνωρίζει.

Ἡ πρόταση τοῦ λεγομένου «διαχωρισμοῦ», περνᾶ καί ἀπό τήν θύρα τῆς εἰδικῆς ἐπιστήμης τῆς κοινωνιολογίας.

Ἡ ἐφαρμογή τῆς ἀρχῆς «ἡ θρησκεία εἶναι μία ἰδιωτική ὑπόθεση» κατέληξε πάντοτε στήν καταδίωξη καί καταπίεση τῆς θρησκευτικῆς πίστεως.

Ἄμεσες συνέπειες τῆς τακτικῆς αὐτῆς εἶναι ὁ προοδευτικός ἐκφυλισμός τῆς προσωπικῆς καί κοινωνικῆς ἠθικῆς, ἡ σχετικοποίηση τῆς ἐθνικῆς παραδόσεως καί ἡ εἰσβολή ξένων ἰδεολογιῶν μέ ἐπικίνδυνο γιά τήν ἐθνική ἐπιβίωση περιεχόμενο.




Ἡ συλλειτουργία τῶν θεσμῶν τοῦ Ἔθνους καί τῆς Ἐκκλησίας στήν ἱστορική πορεία μας, ἔχει ὡς συνέπεια νά εἶναι ἀδύνατον νά αὐτονομηθοῦν οἱ θεσμοί αὐτοί καί νά παύσουν νά συλλειτουργοῦν χωρίς τό ἄμεσο ἐνδεχόμενο ἀρνητικῶν συνεπειῶν στήν ἐθνική πορεία καί ἐπιβίωση.

Ὁ ὁμ. Καθηγητής τοῦ Α.Π.Θ. κ. Β. Γιούλτσης παρουσίασε ἐναργέστατα τήν θεωρία τοῦ φονξιοναλισμοῦ (fonctionnalisme) δηλ. τῆς συλλειτουργίας τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν.

Ὅταν στήν «ἀθεϊστική» Γαλλία συνομολογήθηκαν «κονκορδάτα» ἀμοιβαιοτήτων πού ὁδήγησαν προοδευτικά στά διατάγματα 91/1955, 654/1968 καί 1024/1983 μέ τά ὁποῖα οὐσιαστικά ἡ ἐθνική Ρωμαιοκαθολική «Ἐκκλησία» τῆς Γαλλίας ἐπέστρεψε στά ἐπίπεδα συλλειτουργίας μέ τούς πολιτικούς θεσμούς καί ὅταν ἐπίσης στήν ἄλλοτε κραταιά Σοβιετική Ἕνωση τό διάταγμα τῆς 5/2/1918 μέ τό ὁποῖο ἐπεβλήθη ὁ «διαχωρισμός» Ἐκκλησίας καί Κράτους ἀντικατεστάθη μέ μιά σειρά διαταγμάτων ὅπως 1102/1972, 69/1973, 85/1973 καί μέ τήν γνωστή ἡμισυνταγματική ἀναθεώρηση τοῦ 1972 μέ τά ὁποῖα ἀναγνωρίστηκε ὡς «ἀνεπίσημη θρησκευτική ἐπισημότητα» ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἀποτελεῖ ἤ ὄχι ἀνεπίτρεπτη συνθηματολογία ὁ ἐπιδιωκόμενος «διαχωρισμός» στήν Ἑλλάδα, ὅπου ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τήν ψυχή τοῦ Ἔθνους;

Ὅσοι ὁμιλοῦν γιά «διαχωρισμό» στήν οὐσία στοχεύουν στόν θρησκευτικό ἀποχρωματισμό τῶν Ἑλλήνων, θέλουν νά πάψουν οἱ πολίτες νά εἶναι θρησκεύοντα μέλη τοῦ σώματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διότι εἶναι ἀντίθετοι πρός τήν χριστιανική πίστη.

Τήν ἀπουσία ὅμως τοῦ θρησκευτικοῦ στοιχείου ἀπό τόν πολίτη θά τήν ὑποκαταστήσει ἕνα ἄλλο στοιχεῖο τό ὁποῖο ἔχει καί αὐτό θρησκευτικό χαρακτῆρα, γιατί δέν μπορεῖ νά γίνει ἀλλιῶς, ἀφοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπο κατά τόν θεωρητικό τῶν Σοβιέτ Λουνατσάρσκι «τρία πράγματα δέν μπορεῖς νά ἀφαιρέσης τήν ἐλευθερία, τήν ἰδιοκτησία καί τήν μεταφυσική ἀγωνία» καί αὐτό τό στοιχεῖο ὀνομάζεται ἀντιχριστιανός ἤ ἀντιθρησκευτικός πολίτης ἤ ἄθεος πού στρατεύτεται στήν «θρησκεία» τῆς ἀθεΐας. Αὐτό εἶναι τό πρότυπο τοῦ πολίτου αὐτῶν πού θέλουν τόν λεγόμενο «διαχωρισμό».

Τόν ἀποκαλοῦν μέ πολλά ὀνόματα, φιλικό ἤ ἔντιμο «διαχωρισμό» ἤ βελούδινο διαζύγιο ἤ ἀναθεώρηση σχέσεων, δέν ἔχει σημασία. Μέ αὐτόν τόν τρόπο λένε ὅτι τό κράτος θά εἶναι οὐδέτερο πρός τήν θρησκεία καί αὐτό θά εἶναι δῆθεν καλύτερο γιά τήν κοινωνία.

Τεχνητός ὅμως «διαχωρισμός» τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας στήν κοινωνική της διάσταση καί λειτουργία μπορεῖ νά εἶναι ἀπό νομοθετικῆς πλευρᾶς δυνατός, θά ἀποτελεῖ ὅμως κατ’ οὐσίαν κατασκευή ἑνός «ἀνθρωπίνου τέρατος», ἑνός «κοινωνικοῦ θηρίου».

Ἡ Ἑλληνική κοινωνία εἶναι ὀργανωμένη μέ κανόνες, πού εἶναι οἱ χριστιανικοί κανόνες καί ἑπομένως εἶναι τραγικό λαθος ἡ πολιτική βούληση πού θέλει νά ὁδηγήσει σέ θρησκευτικό ἀποχρωματισμό τήν ἑλληνική κοινωνία στό ὄνομα τῆς δῆθεν προόδου, γιατί στήν ἑλληνική κοινωνία οἱ θεσμοί συλλειτουργοῦν ἐπειδή συλλειτουργοῦν οἱ ἀνθρώπινες προσωπικότητες.




Βέβαια στίς κοινωνίες ὑπάρχουν πολίτες μέ θρησκευτική συνείδηση καί πολίτες χωρίς αὐτήν ἀλλά αὐτό ἀποτελεῖ ἐπιλογή καί ἀνάγεται σέ ἀτομικό δικαίωμα προστατευόμενο συνταγματικά. Ἡ καθιέρωση ὅμως πολιτειακά τοῦ «διαχωρισμοῦ» τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν εἶναι τραγικά ἀγεφύρωτη ἔκπτωση.

Ὁ «διαχωρισμός» χωρίς νά ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν ἡ συλλειτουργία τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν, ἡ ἰδιομορφία τοῦ πολιτιστικοῦ καί Ἐθνικοῦ παρελθόντος, οἱ ἀντιλήψεις καί ἡ ἰδιοσυγκρασία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ εἶναι μία ἀφελής συνθηματολογία πού περιέχει μόνο ἄγνοια καί προκατάληψη.

Τό σύστημα τῆς συναλληλίας πού ἰσχύει σήμερα μέ τό Σύνταγμα τοῦ 1975 καί τόν Καταστατικό Χάρτη εἶναι καθεστώς διακριτῶν ρόλων ἀφοῦ Ἐκκλησία καί Πολιτεία εἶναι κοινωνίες διάφορες, συναφεῖς ὅμως καί συνεχόμενες μέ συνεργασία κοινωνικά ἀναγκαία καί ἀναπόφευκτη.

Ἡ ἱστορική ἐμπειρία ἐφαρμογῆς τοῦ συστήματος τόσο στήν χιλιόχρονη βυζαντική περίοδο καί τήν ὀθωμανική κατοχή, ὅσον καί στήν περίοδο τοῦ νεωτέρου Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἀποδεικνύει ὅτι ἡ νομική αὐτή κατάσταση δέν ἔβλαψε οὔτε τήν Ἑλληνική κοινωνία, οὔτε τά δικαιώματα τῶν ἄλλων θρησκευτικῶν Κοινοτήτων καί ἐπί τέλους θέτει τό ἐρώτημα πού δέν συνδέεται ἄμεσα μέ τήν συνταγματική ἀναθεώρησι, ἡ μετατροπή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν ὁποία πολυειδῶς ὀφείλει τό Ἔθνος ἀπό εἰδικό Ν.Π.Δ.Δ. σέ ἁπλό Σωματεῖο ἤ Ἕνωση προσώπων θά συμπαρασύρει καί τό ὑφιστάμενο νομικό καθεστώς τῶν Μουφτειῶν τῆς Μουσουλμανικῆς θρησκευτικῆς παραδοχῆς πού προβλέπεται ἀπό τήν Συνθήκη τῆς Λωζάνης καί τοῦ Κεντρικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Συμβουλίου καί τῶν Ἰσραηλιτικῶν Κοινοτήτων; Γιατί κάτι τέτοιο δέν προαναγγέλεται.

Συνεπῶς ἀντιλαμβάνεται κανείς εὐχερῶς ὅτι μέ τήν πρότασή αὐτή κηρύσσεται οὐσίᾳ διωγμός κατά τῆς Μάννας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μόνον.

Ἡ Ἀρχή τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, ὑπερτέρα τῆς Ἀρχῆς τῆς ἀνεξιθρησκείας πού διέπει τόν θεμελιώδη Νόμο τοῦ Κράτους, τό Σύνταγμά μας (ἀρ. 13) πηγάζει ὄχι μόνο ἀπό τήν ἰδιοπροσωπεία μας ἀλλά κυρίως ἀπό τήν θρησκευτική μας πίστη καί τίς Εὐαγγελικές Ἀρχές τῆς θεοσδότου ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου καί ἀσφαλῶς ἀπό τήν αἰώνια διακήρυξη τοῦ Δομήτορος τῆς Ἐκκλησίας «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» (Μαρκ. 8, 34).

Ἡ εὐλογημένη χώρα μας εἶναι μία χώρα στήν ὁποία οἱ πάντες ἀπολαμβάνουν τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος οὐδέν πλεονέκτημα ἔχει πέραν τῆς διά τούς γνωστούς ἱστορικούς λόγους ἀναγνωρίσεως ὅτι τά Νομικά Αὐτῆς Πρόσωπα κατά τάς νομικάς των σχέσεις εἶναι εἰδικά Ν.Π.Δ.Δ. (ἄρθρ. 1 Ν. 590/1977 ΦΕΚ τ. Α 146) πού συνεπιφέρει ὅμως καί τήν ἐποπτεία καί τόν δημοσιονομικό ἔλεγχο ὑπό τῶν ἐλεγκτικῶν ὀργάνων τοῦ Κράτους!

Ὅπως εὐστόχως ἀναφέρει ἡ αἰτιολογική ἔκθεση ὑπό τό ἄρθρ. 68 παρ. 1 παρ. 3 τοῦ Ν. 435/2014 : «Τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου ἔχει ἀποσαφηνίσει καί σέ Ἑλληνική ὑπόθεση (ΕΔΔΑ Holy Monasteries c Greece) καί σέ ὑποθέσεις μεταξύ ἄλλων εὐρωπαϊκῶν Κρατῶν καί Ἐκκλησιῶν μέ νομική μορφή Ν.Π.Δ.Δ., ὅτι, παρότι στά κράτη αὐτά οἱ Ἐκκλησίες εἶναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εἶναι «μή κυβερνητικοί ὀργανισμοί» καί ἔχουν πλήρως δικαίωμα αὐτοδιοίκησης τῶν ὑποθέσεων τους ἔναντι τοῦ Κράτους μέ ἀποφάσεις τῶν διοικητικῶν ὀργάνων τους (ΕΔΔΑ Holy Synod of the Bulgarian Orthodox Church c. Bulgaria, ΕΔΔΑ Siebenhaar c. Allemagne, ΕΔΔΑ Reuter c. Allemagne, ΕΔΔΑ Muller c. Allemagne, ΕΔΔΑ Fernandez Martinez v. Spain, ΕΔΔΑ Schuth c. Allemagne, ΕΔΔΑ Obst c. Allemagne).

Ἔτσι, εἰσάγεται μία γενική ρύθμιση γιά αὐτά τά εἰδικά νομικά πρόσωπα, ἤτοι τά νομικά πρόσωπα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης καί τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων Δωδεκανήσου καί Ἐξαρχίας Πάτμου, τῶν Ἰσραηλιτικῶν Κοινοτήτων, τοῦ Κεντρικοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Συμβουλίου, τοῦ Ὀργανισμοῦ Περιθάλψεως καί Ἀποκαταστάσεως Ἰσραηλιτῶν Ἑλλάδος, προκειμένου νά διευκρινιστεῖ ότι αυτά δεν ταυτίζονται με τα κρατικά ν.π.δ.δ. και δεν ὑπάγονται στίς διατάξεις δημοσίου δικαίου, που ἀφοροῦν τή Γενική Κυβέρνηση καί τό δημόσιο τομέα -στενό ἤ εὐρύτερο- ἐκτός ἐάν τό ὁρίζει ρητά κάποια συγκεκριμένη διάταξη.

Ὡστόσο, συνεχίζουν νά ἰσχύουν οἱ τυχόν μέχρι σήμερα ἐφαρμοζόμενες σ' αὐτά διατάξεις, ποῦ ἀφοροῦν στήν ἐποπτεία τους καί τόν δημοσιονομικό ἔλεγχό τους καθώς καί τήν πρόσληψη καί τήν κατάσταση τοῦ προσωπικοῦ τους (π.χ. τό ἄρθρο 45 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 γιά τόν διαχειριστικό ἔλεγχο τοῦ κράτους στίς ἐκκλησιαστικές διαχειρίσεις ἤ τό ἄρθρο 1 τοῦ ν. 3812/2009 γιά τήν πρόσληψη ἐκκλησιαστικῶν ὑπαλλήλων μέσω Α.Σ.Ε.Π.).

Διευκρινίζεται ἐπίσης ὅτι σέ ὅσες περιπτώσεις τά παραπάνω θρησκευτικά νομικά πρόσωπα λαμβάνουν ἐπιχορηγήσεις καί κάθε εἴδους χρηματοδοτήσεις ἀπό τό Κράτος ἤ εὐρωπαϊκούς πόρους ὑποχρεοῦνται νά ἀκολουθοῦν τήν κείμενη νομοθεσία δημοσίου δικαίου κατά τήν διαχείριση αὐτῶν τῶν χρηματικῶν ποσῶν (π.χ, ἀνάθεση συμβάσεων ἔργων) καί ὅτι ὑπάγονται στόν ἴδιο δημοσιονομικό ἔλεγχο, ποῦ ὑπάγονται καί τά ἐπιχορηγούμενα κρατικά Ν.Π.Δ.Δ..»...
...ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ


   ΡΟΜΦΑΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.