Σαν να μην έφταναν οι απανωτές δηλώσεις αμφισβήτησης των νησιών του Αιγαίου και οι προκλητικές ανακοινώσεις αξιωματούχων της Αγκυρας...
«Ηταν στραβό το κλήμα, το ’φαγε κι ο γάιδαρος». Στην κατεύθυνση των κλιμακούμενων τουρκικών προκλήσεων έρχεται να προστεθεί και μια νέα τηλεοπτική σειρά.
Οι Ελληνες στρατιωτικοί παρουσιάζονται σαν δολοφόνοι και δυνάστες των φιλήσυχων Τούρκων που βλέπουν τις περιουσίες και τις οικογένειές τους να καταστρέφονται απρόκλητα. Πρωταγωνιστής είναι ο μεγάλος σταρ της γειτονικής χώρας Χαλίτ Εργκέντς, πασίγνωστος στην Ελλάδα από τον ρόλο του ως Σουλεϊμάν Μεγαλοπρεπής. Αυτός υποδύεται τον Τζεβντέτ, τον χαρακτήρα που μετά τον άδικο διωγμό του επαναστατεί και γίνεται Ελληνοφάγος. Στο πλευρό του βρίσκεται η γνωστή ηθοποιός και σύζυγός του στην πραγματική ζωή Μπεργκιουζάρ Κορέλ.
Η σειρά έκανε πρεμιέρα μία διόλου τυχαία ημερομηνία, την 29η Οκτωβρίου. Τότε εορτάζεται η θεμελίωση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Μουσταφά Κεμάλ.
Παρά το συχνά και απροκάλυπτα ανθελληνικό πνεύμα τους, οι τουρκικές τηλεοπτικές σειρές αποτελούν μέρος της εγχώριας τηλεοπτικής καθημερινότητας. Κάποτε ο μακαρίτης πρωθυπουργός και πρόεδρος της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ είχε πει: «Δεν θα χρειαστεί πόλεμος για να κατακτήσουμε την Ελλάδα, θα πέσει μόνη της σαν ώριμο φρούτο στις αγκαλιές μας». Αν ζούσε το 2010, θα έτριβε τα χέρια του. Ηταν η χρονιά όπου οι τουρκικές σαπουνόπερες συστήθηκαν στο ελληνικό κοινό, το οποίο τους χάρισε εξαρχής πολύ υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Μέχρι και το 2014 είχαν παιχτεί 36 τουρκικές σειρές, κατακτώντας δεσπόζουσα θέση στα ελληνικά τηλεοπτικά προγράμματα. Σήμερα συνεχίζουν να απολαμβάνουν τεράστια απήχηση. Οι Ελληνες τηλεθεατές έχουν μετατραπεί σε φανατικούς καταναλωτές της τουρκικής σαπουνόπερας, ενώ σχεδόν όλα τα ιδιωτικά κανάλια τις έχουν εντάξει στο πρόγραμμά τους.
Τα έσοδα της τουρκικής τηλεοπτικής βιομηχανίας από τις εξαγωγές ξεπέρασαν τα 100 εκατ. δολάρια τον προηγούμενο χρόνο. Συγκριτικά, αναφέρουμε ότι το 2007 κυμαίνονταν στο 1 εκατ. δολάρια. Η επιτυχία τους εξηγείται εύκολα αν δει κανείς το δοκιμασμένο μοτίβο της αμερικανικής και της βραζιλιάνικης σαπουνόπερας, το οποίο ακολουθούν ευλαβικά, με τα αφελή δράματα των ηρώων και τη μικροαστική χλιδή που ζωντάνεψε στη μικρή οθόνη και ο Νίκος Φώσκολος τη δεκαετία του 1990 στην Ελλάδα.
Την αρχή της τουρκικής κούρσας έκανε η τηλεοπτική σειρά «Χίλιες και μία νύχτες». Ο πρόεδρος μιας από τις δεκάδες τουρκικές εταιρείες παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων Φιράτ Γκουλέντο είναι σαφής: «Το ‘‘Χίλιες και μία νύχτες” άνοιξε αγορές σε μια βιομηχανία που πάσχιζε να βρει οδό ανάπτυξης. Ο Ονούρ και η Σεχραζάτ συνέβαλαν στη διεθνή επιτυχία. Μέχρι τότε χρεώναμε γύρω στα 50 δολάρια το επεισόδιο. Μετά την επιτυχία του συγκεκριμένου σίριαλ η ταρίφα ανέβηκε και έφτασε μέχρι και τις 20.000». Σήμερα στη Μέση Ανατολή το μερίδιο των τουρκικών σειρών φτάνει το 65%, ξεπερνώντας κατά πολύ αυτό των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών. Το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η Βουλγαρία ήταν από τις πρώτες χώρες που οσμίστηκαν τη δυναμική των τουρκικών σειρών και πρόλαβαν να εξασφαλίσουν αυτά τα τηλεοπτικά προϊόντα σε χαμηλές τιμές.
Το περιοδικό «Time» έγραψε ότι οι σειρές είναι «το κρυφό όπλο του Ερντογάν». Πράγματι, εκτός από την εμπορική πτυχή τους, φαίνεται να έχουν και ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα. Λειτουργούν ως όχημα της τουρκικής πολιτιστικής επιρροής. Αυτού που παλαιότερα ονομαζόταν «πολιτιστικός ιμπεριαλισμός». Πιστή στο δόγμα Νταβούτογλου για άσκηση επιρροής σε όλα τα επίπεδα, η νεοοθωμανική Τουρκία έχει στόχο να εδραιωθεί ως ηγεμονική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή. Επιδιώκει να λειτουργήσει ως μητρόπολη του μεταοθωμανικού χώρου, δορυφοροποιώντας όχι μόνο τις μουσουλμανικές, αλλά και τις χριστιανικές χώρες που προέκυψαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό δεν προωθείται μόνο με πολιτικοδιπλωματικά μέσα, αλλά και με την ήπια και αποτελεσματική ισχύ της πολιτιστικής επιρροής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.