Ο διασημότερος Ελληνας στον κόσμο, Σπύρος Λούης, «έφυγε» την επομένη της εθνικής επετείου της επανάστασης του '21, λίγους μήνες...
Ο διασημότερος Ελληνας στον κόσμο, Σπύρος Λούης, «έφυγε» την επομένη της εθνικής επετείου της επανάστασης του '21, λίγους μήνες πριν την εισβολή των Ιταλών στην Ελλάδα, το 1940. Ο θρυλικός Μαραθωνοδρόμος με την φουστανέλα, ο οποίος βρέθηκε ξανά μετά θάνατον στο επίκεντρο της δημοσιότητας μόλις προ λίγων ημερών με την επερχόμενη δημοπρασία του Ασημένιου Κυπέλλου του από τον οίκο Κρίστις, απετέλεσε έμπνευση για τους Ελληνες σε μια εποχή που προσπαθούσαν να σηκώσουν το ανάστημά τους και να μπουν στην δύση.
Η ιστορία του Σπύρου Λούη στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας είναι «χιλιοτραγουδισμένη» από όλα τα μεγάλα τηλεπτικά δίκτυα και έχει γίνει ακόμη και ντοκιμαντέρ με αναπαράσταση του αγώνα του. Η ιστορία του πασίγνωστη -κυρίως εκτός Ελλάδας, μιας και οι... βάρβαροι αποθέωναν ως πρόσφατα το ελληνικό στοιχείο. Γεννήθηκε το 1872 στο Μαρούσι, το οποίο θεωρούνταν τότε ένα... χωριό κοντά στην Αθήνα. Ηταν το 5ο παιδί μιας οικογένειας αγροτών και έβγαζε μεροκάματο ως απλός νερουλάς στα γύρω χωριά -προς γνώση των νέων, έτσι μεταφέρονταν το νερό κάποτε. Κατά τη στρατιωτική του θητεία, ως είθισται την εποχή εκείνη, λόγω αθλοπαιδιών και λοιπών σχετικών δραστηριοτήτων, διακρίθηκε για την ικανότητά του να τρέχει «ταχύτερα από άλογο». Η έκφραση «έγινε Λούης» η οποία χρησιμοποιείται για την ταχύτητα κάποιου, προέκυψε αργότερα. Ήταν όμορφος, ψηλός, γλεντζές,δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με αθλητισμό και προπόνηση, αλλά έτρεχε για βιοποριστικούς λόγους. Όταν έμαθε ο Σπύρος Λούης για τον Μαραθώνιο, δήλωσε συμμετοχή στους προκριματικούς, μαζί με τρεις συγχωριανούς και φίλους του (τον Γιώργο Λαυρέντη, το Λευτέρη Παπασυμεών και τον Σταμάτη Μασούρα) και με δυο Χαλανδραίους, τον Βρεττό και τον Καφετζή.
Ο Μαραθώνιος του 1896, έχει περιγραφεί λεπτομερέστατα από τους «Ομήρους» της εποχής. Τα τελευταία μέτρα ήταν οι μεγαλύτερες στιγμές του ελληνικού αθλητισμού. Ο νεαρός Μαρουσιώτης δεν εφάρμοσε κάποια συγκεκριμένη τακτική στον αγώνα του, στον οποίο αντί για νεράκι ενδιάμεσα έπινε ενα ποτηράκι κρασί για δυναμωτικό. Απλώς έτρεχε. Όμως, φρόντιζε να τρέχει με σταθερό ρυθμό κι αυτό ήταν τελικά που του χάρισε την νίκη. Ο Λούης ήταν στην κεφαλή της κούρσας και τρία χιλιόμετρα πριν από τον τερματισμό, ο Γεώργιος Α' και η βασιλική οικογένεια ενημερώθηκαν ότι ένας Έλληνας προηγείται. Η είδηση μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα και μια κραυγή ακούστηκε το Παναθηναϊκό Στάδιο, «Έλλην, Έλλην»! Ο Σπύρος Λούης μπήκε πρώτος στο Στάδιο, μέσα σε γενικό παραλήρημα και με επίσημο χρόνο 2 ώρες 58 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα. Οι Έλληνες γεμάτοι χαρά και ικανοποίηση του πρόσφεραν δώρα για την νίκη του, μεταξύ αυτών ένα χρυσό ρολόι στολισμένο με μαργαριτάρια από μια εύπορη γυναίκα και φαγητό για έναν χρόνο από έναν εστιάτορα. Αρνήθηκε, ωστόσο, να λάβει το ποσό των 10.000 φράγκων που έδιναν στον νικητή.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.