Η σφαγή των Καλαβρύτων είναι η πιο βαριά περίπτωση πολεμικού εγκλήματος στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου πολέμου. Η σφ...
Η σφαγή των Καλαβρύτων είναι η πιο βαριά περίπτωση πολεμικού εγκλήματος στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου πολέμου. Η σφαγή των Καλαβρύτων αναφέρεται στην εξολόθρευση του ανδρικού πληθυσμού και την επόμενη συνολική καταστροφή της πόλης των Καλαβρύτων στην Ελλάδα, από στρατιώτες της γερμανικής 117ης Μεραρχίας Καταδρομών, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου στις 13 Δεκεμβρίου του 1943.
Η σφαγή των αμάχων διαπράχθηκε από την 117η Μεραρχία Καταδρομών, η οποία αποτελούνταν από Αυστριακούς και Γερμανούς από την Αλσατία, Λοθαριγγία, Ρουμανία, Σουδητία (περιοχή της Τσεχοσλοβακίας), Βαρτεγκάου κα.Πιο πριν, η μεραρχία αυτή, ως 717η Μεραρχία πεζικού και με αρκετά διαφορετική σύνθεση και ηγεσία, είχε συμμετάσχει σε επιχειρήσεις εναντίον ανταρτών και μαζικές εκτελέσεις χιλιάδων αμάχων, ως αντίποινα, στη Σερβία.
Όταν έφθασαν στα Καλάβρυτα, κλείδωσαν όλες τις γυναίκες και τα παιδιά κάτω των 14 στο σχολείο και διέταξαν όλους τους άνδρες από 14 και πάνω να παρουσιαστούν έξω από το χωριό. Εκεί οι Γερμανοί τους εκτέλεσαν με συνεχείς ριπές πολυβόλων, σκοτώνοντας περίπου 500 (κατά τις νεότερες εκτιμήσεις) άτομα. Οι γυναίκες και τα παιδιά κατάφεραν να αποδράσουν από το σχολείο ενώ το χωριό φλεγόταν. Την επόμενη ημέρα τα ναζιστικά στρατεύματα πυρπόλησαν το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, που συνδέεται στενά με την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Σήμερα στην θέση του εγκλήματος διατηρείται μνημείο, ως ανάμνησης των πεσόντων και του φρικτού γεγονότος, και κάθε χρόνο γίνεται αναμνηστική εκδήλωση.
Παρά το γεγονός ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έχει αναγνωρίσει δημόσια τη ναζιστική αγριότητα των Καλαβρύτων, ακόμα δεν έχει καταβληθεί καμμιά αποζημίωση. Τον Απρίλιο του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάννες Ράου, επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα για να εκφράσει τα συναισθήματά του ντροπής και βαθιάς θλίψης για την τραγωδία. Εντούτοις όμως, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.