militaire σε …σχέδιο της Ουάσιγκτον ως αντίδραση για το θέμα του πάστορα Άντριου Μπράνσον απέδωσε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογα...
militaire σε …σχέδιο της Ουάσιγκτον ως αντίδραση για το θέμα του πάστορα Άντριου Μπράνσον απέδωσε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογαν την επαπειλούμενη κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας και τα προβλήματα στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς με αιχμή το θέμα των F-35.
Σε μια προσπάθεια να αποσείσει από πάνω του και από την κυβέρνηση του ΑΚΡ τις ευθύνες για τις υπερβολικές δαπάνες και του κακούς χειρισμούς στην οικονομία καθως και τα υπάρχοντα δομικά προβλήματα, ο Ερντογαν επιχειρεί να δαιμονοποιησει τις ΗΠΑ για την διαφαινόμενη κατάρρευση της οικονομίας. Για το σκοπό αυτό συνέδεσε ευθέως τις δυσάρεστες εξελίξεις στην οικονομία με την υπόθεση του πάστορα Άντριου Μπράνσον χωρίς, όμως να το κατονομάσει, αλλά αποδίδοντας την κίνηση στις ΗΠΑ:
Βεβαίως τα όσα συμβαίνουν στην Οικονομία της Τουρκίας ελάχιστα θα μπορούσε κανείς να τα αποδώσει ευθέως στο κλίμα που δημιουργεί η κρίση με την Αμερική, όπως και πολύ δύσκολα θα μιλούσε σοβαρός αναλυτής για μη επηρεασμό της οικονομίας από την πολιτική συνιστώσα. Είναι αλληλένδετα και το κλίμα και η δομική κρίση της τουρκικής οικονομίας. Η μεθόδευση και ο σχεδιασμός από ΗΠΑ δύσκολα αποδεικνυεται τεχνοκρατικά- αν υπάρχει. Πάντως Ο πάστορας Μπράνσον δεν ειναι το μόνο πρόβλημα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις : Τα σύννεφα πύκνωσαν και η κρίση μεγάλωσε όταν διαπιστώθηκε ότι γιγαντώθηκαν και οι φιλοδοξίες και οι στόχοι του Ερντογάν, οι σχέσεις με το Ιράν κλπ.
Οπως εκτιμά η JP Morgan η Τουρκία πρέπει να αποπληρώσει εξωτερικό δημόσιο χρέος ύψους 179 δισ. δολαρίων, μέχρι τον Ιούλιο του 2019, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 25% του ΑΕΠ της χώρας, επισημαίνοντας τον κίνδυνο δραστικής συρρίκνωσης της πληττόμενης από την κρίση τουρκικής οικονομίας. Ηδη μαζί με την τελευταία δυσμενή αυτή εκτίμηση , ηρθε και η είδηση για την εξαγορά του 55% της Turk Telekom στην οποία θα προχωρήσουν τρεις τουρκικές τράπεζες (Akbank, Garanti και Isbank) , εκχωρώντας της δάνειο ύψους 3-4 δισ. δολαρίων, ως μέρος των ενεργειών για την αναδιάρθρωση του χρέους της εταιρείας.
Το ζήτημα της τουρκικής οικονομίας τίθεται στο επίκεντρο της προσοχής διεθνώς , καθώς η τουρκική λίρα έχει βυθιστεί μόνο εφέτος κατά 40%.Η κατάρρευση της τουρκικής λίρας έχει προκαλέσει ανησυχίες ότι οι τουρκικές επιχειρήσεις ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην αποπληρωμή χρεών σε σκληρό νόμισμα και αυτό έχει επιπτώσεις στις μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών που έχουν έκθεση στην Τουρκία. Ηδη έσκασε η υπόθεση της Turk Telekom. Σύμφωνα με την JP Morgan, το εξωτερικό χρέος της Τουρκίας ως ποσοστό του ΑΕΠ πλησίασε πέρυσι στα επίπεδα ρεκόρ της προ του 2001-2002 χρηματοπιστωτικής κρίσης της χώρας.
Λίγο νωρίτερα αναφορά του διεθνούς οίκου αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Φιτς, σε νέα εκτίμησή του , έγραφε πως η πτώση της αξίας της τουρκικής λίρας αυξάνει τους κινδύνους για τις τράπεζες.της και ότι ότι δυσκολεύει η ανεύρεση δανείων από το εξωτερικό.
Στην αναφορά υπογραμμίζεται επίσης πως σε περίπτωση που η δυσκολία της Τουρκίας να χρηματοδοτηθεί από το εξωτερικό, μειώσει την δύναμη της κυβέρνησης να διασφαλίσει στήριξη σε ξένο νόμισμα, θα μπορούσε να φέρει αντιμέτωπες τις δημόσιες τράπεζες με νέα αρνητική αξιολόγηση.
Πριν από μερικές μέρες και η Μούντις είχε υποβαθμίσει 20 τουρκικές τράπεζες και ως αίτιο για αυτό είχε προβάλει την πτώση της αξίας της λίρας και την μείωση στην χρηματοδότηση τους.
«Οι ανάγκες χρηματοδότησης στους επόμενους 12 μήνες είναι μεγάλες και η πρόσβαση στις αγορές έχει καταστεί προβληματική», υπογραμμίζεται στην ανάλυσή της η JPMorgan. Επιπλέον περίπου 32 δισ. δολάρια απαιτούνται για το υπόλοιπο του 2018, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας που επικαλείται η ανάλυση, ενώ ωριμάνσεις μεγάλων ποσών προβλέπονται για τους μήνες Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Δεκέμβριο του 2018.
Τα δομικά προβλήματα της τουρκικής οικονομίας με εστίαση τις Τουρκικές Τράπεζες υπήρξαν και παραμένουν η αιτία που ”σορίζεται”σήμερα ο Ερντογάν και του δυσκολεύουν τα σχέδια για μια νέα Τουρκία με ορίζοντες το 2023, όπως έχει διακηρύξει.
Print Friendly, PDF & Email