Ο Ελληνικός Στρατός, προ του 1936, δεν διέθετε αντιαρματικά όπλα. Το έτος εκείνο αγοράστηκαν 24 γερμανικά αντιαρματικά πυροβόλα ΡΑΚ 35/36 τ...
Ο Ελληνικός Στρατός, προ του 1936, δεν διέθετε αντιαρματικά όπλα. Το έτος εκείνο αγοράστηκαν 24 γερμανικά αντιαρματικά πυροβόλα ΡΑΚ 35/36 των 37 χιλ. και αργότερα παραγγέλθηκαν άλλα 36, τα οποία όμως δεν παραδόθηκαν. Επίσης παραγγέλθηκαν 1.786 αντιαρματικά τυφέκια Boys βρετανικά των 14 χιλ. για την άμεση αντιαρματική προστασία του πεζικού.
Ωστόσο, μέχρι την έναρξη του πολέμου, οι Βρετανοί παρέδωσαν μόνο 22 από αυτά. Κατά τη διάρκεια του πολέμου παρέδωσαν άλλα 100 καθώς και 15 ελβετικής κατασκευής, ελαφρά αντιαρματικά Solothurn των 20 χιλ.
Το ΡΑΚ 35/36 ήταν ελαφρύ και αποτελεσματικό εναντίον ελαφρών αρμάτων. Το τυφέκιο Boys μπορούσε να διαπεράσει θώρακα πάχους 21χιλ. σε απόσταση 300 μ. Ζύγιζε 16,32 κιλά και τροφοδοτούνταν από γεμιστήρα 5 φυσιγγίων. Το Solothurn είχε βάρος 40 κιλά. Ήταν στην ουσία ένα ελαφρύ πυροβόλο, χωρίς κιλλίβαντα, μεταφερόμενο στα χέρια των ανδρών. Μπορούσε να διαπεράσει θώρακα πάχους 27 χιλ. σε απόσταση 300 μ.
Στα χέρια των Ελλήνων έπεσαν επίσης και αρκετά ιταλικά αντιαρματικά πυροβόλα 47/32 M35 των 47 χιλ. Τα πυροβόλα αυτά δεν ήταν ιδιαίτερα αξιόλογα και η διατρητική τους ικανότητας ήταν κατώτερη αυτής των ΡΑΚ 35/36. Το έλλειμμα σε αντιαρματικά όπλα ο Ελληνικός Στρατός το κάλυψε με τη χρησιμοποίηση παλαιών πεδινών πυροβόλων, κυρίως των 75 χιλ. σε αντιαρματικό ρόλο. Τα πυροβόλα αυτά αποδείχθηκαν άκρως αποτελεσματικά, ακόμα και απέναντι στα γερμανικά Panzer, χάρις στις βαριές εκρηκτικές οβίδες που έβαλαν, εφόσον είχαν εκ των πραγμάτων σχετικά χαμηλή αρχική ταχύτητα εξόδου βλήματος.