Σύμφωνα με την έρευνα οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το ποσοστό των Ελλήνων που «μόλι...
Σύμφωνα με την έρευνα οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το ποσοστό των Ελλήνων που «μόλις τα βγάζουν πέρα» για τρίτο συνεχόμενο μήνα ήταν αυξημένο.
Η αναλογία των πολιτών που οριακά καλύπτουν τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες τους έφθασε το 64% τον πρώτο μήνα της φετινής χρονιάς, από 60% τον Δεκέμβριο και 57% τον Νοέμβριο του 2018. Παράλληλα, άπιαστο όνειρο παραμένει η αποταμίευση για το 85% των Ελλήνων, ποσοστό σχεδόν αμετάβλητο σε σύγκριση με τον περασμένο Δεκέμβριο (86%). Όπως είναι φανερό, η κυβερνητική παροχολογία και η αποφυγή της νέας περικοπής των συντάξεων πέρασαν και… δεν ακούμπησαν τα νοικοκυριά.
Ισχνή μειοψηφία εξακολουθούν να είναι οι καταναλωτές που δηλώνουν πρόθεση για λίγο περισσότερες μείζονες αγορές (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.): αντιστοιχούν μόλις στο 6% του συνόλου. Η πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 39%, δηλώνει ότι οι προοπτικές για μείζονες αγορές θα είναι πολύ λιγότερες, το 37% σχεδόν αμετάβλητες και το 17% λίγο λιγότερες.
Στην έρευνα του Ιανουαρίου το ΙΟΒΕ εξέτασε (όπως κάνει σε τριμηνιαία βάση) τρία επιπρόσθετα ζητήματα που εξειδικεύουν την πρόθεση για μείζονες αγορές:
– Το 92,3% των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο το προσεχές 12μηνο, έναντι ποσοστού 95,5% τον Οκτώβριο.
– Μόλις το 0,9% των νοικοκυριών δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο (από 1,9% τον Οκτώβριο).
– Νέα υποχώρηση σημείωσε το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσουν σημαντικές δαπάνες βελτίωσης/ανανέωσης της κατοικίας τους το προσεχές 12μηνο. Περιορίστηκε στο 9,5% από 10,9% τον Οκτώβριο.
Βάσει της έρευνας του ΙΟΒΕ, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε τον Ιανουάριο στις -28,3 μονάδες (από -31 μονάδες τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με τον νέο τρόπο υπολογισμού του δείκτη), που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2009. «Η άνοδος αυτή εκπορεύεται από τη βελτίωση των εκτιμήσεων των νοικοκυριών για την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση, αλλά και από τις καλύτερες προβλέψεις τους για τη μελλοντική εξέλιξή της, καθώς και από την ενίσχυση των προβλέψεων για μείζονες αγορές», σχολιάζουν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ και προσθέτουν: «Οι συγκεκριμένες τάσεις, πέρα από την πρόσφατη καταβολή του κοινωνικού μερίσματος και των αναδρομικών σε ειδικά μισθολόγια, καθώς και τη μη εφαρμογή της προγραμματισμένης περικοπής των συντάξεων, θεωρείται ότι οφείλονται στη σταδιακή είσοδο σε προεκλογική περίοδο. Η τελευταία επίδραση θα συνεχιστεί τους προσεχείς μήνες».
– Το 44% των ερωτηθέντων προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας. Το ποσοστό παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο τους τελευταίους τέσσερις μήνες. Μικρή μείωση της ανεργίας προβλέπει το 24% (όσο και τους δύο προηγούμενους μήνες).
– Συνεχίστηκε η ανησυχία των νοικοκυριών για την αύξηση του πληθωρισμού. Άνοδο τιμών, με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό, προβλέπει το 39% (όσο και τον Δεκέμβριο), ενώ σταθερότητα προβλέπει το 35% (από 32% τον Δεκέμβριο).
Παρά την ενίσχυση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες καταναλωτές είναι, για άλλον ένα μήνα, οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.Τουλάχιστον, η απόσταση που τους χωρίζει από τους υπόλοιπους πεσιμιστές μειώθηκε. Την πεντάδα των απαισιόδοξων συμπληρώνουν οι Βούλγαροι (-26 μονάδες τον Ιανουάριο από -24,5 τον Δεκέμβριο), οι Ρουμάνοι (-14,8 από -13,1), οι Γάλλοι (-13,8 από -17,5) και οι Βρετανοί (-11,3 από -10,4). Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο μέσος δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε ελαφρά τον πρώτο μήνα του 2019 στις -7,8 μονάδες (από -7,6 τον Δεκέμβριο), ενώ στην ευρωζώνη βελτιώθηκε στις -7,9 (από -8,3). Ανοδική τάση σημειώθηκε τον Ιανουάριο σε 6 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 7 χώρες: η Τσεχία, η Δανία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία και η Φινλανδία. Όπως διευκρινίζει το ΙΟΒΕ, η αλλαγή της σύνθεσης του δείκτη είχε ως αποτέλεσμα ορισμένες χώρες που είχαν σταθερά θετικό πρόσημο τα τελευταία χρόνια, όπως η Σουηδία, να έχουν πλέον αρνητικό πρόσημο και το αντίστροφο.