ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ... ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ... ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΜΕ: Την αντίδραση του περιφερειακού διευθυντή Πρωτοβ...
ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ... ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΑΚΟΥΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ... ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΜΕ:
Την αντίδραση του περιφερειακού διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης βορείου Αιγαίου Αριστείδη Καλάργαλη προκάλεσαν τα όσα συνέβησαν στη Σάμο τις τελευταίες μέρες με αφορμή ενέργειες γονέων, μαθητών της Σάμου, «επικαλούμενοι και προτάσσοντας, ως δικαιολογία, διάφορους λόγους, μη εκπαιδευτικούς και πραγματικούς, για τη μη φοίτηση και εκπαίδευση μαθητών προσφύγων σε σχολεία της Σάμου» όπως λέει ο ίδιος.
Σύμφωνα με τον περιφερειακό διευθυντή Εκπαίδευσης «οι νόμοι, αποφάσεις και εγκύκλιοι του Υπουργείου Παιδείας αποστέλλονται σε όλα τα σχολεία της Ελλάδας και ενημερώνονται ταυτοχρόνως όλοι οι εκπαιδευτικοί, οι διευθυντές και διευθύντριες των διευθύνσεων και των σχολείων, ενώ αναρτώνται και στην ιστοσελίδα του Υπουργείου. Οπότε, οι αρμόδιοι μπορούν (όπως το έχουν πράξει) να ενημερώσουν κάθε καλοπροαίρετο ερωτώντα, ειδικά τους γονείς των μαθητών».
Και ο κ. Καλάργαλης καταλήγει: «Ως περιφερειακή διεύθυνση Εκπαίδευσης Βορείου Αιγαίου αποδοκιμάζουμε τις αντιπαιδαγωγικές και μη ανθρωπιστικές απόψεις, κάποιων γονέων, οι οποίοι δεν επιθυμούν την εγγραφή και φοίτηση μαθητών προσφύγων σε σχολεία της Σάμου.
Ομοίως αποδοκιμάζουμε τις κάθε μορφής επιθέσεις, λεκτικές και μη, κάποιων γονέων προς εκπαιδευτικούς. Όσοι εκφράζουν διαφωνία για τη φοίτηση μαθητών προσφύγων στα σχολεία της Σάμου ας πληροφορηθούν κι ας γνωρίσουν, από την πρόσφατη ιστορία του νησιού, τη λειτουργία σχολείων Σαμιωτόπουλων προσφύγων στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, όπου κατέφυγαν χιλιάδες Σαμιώτες κατά την περίοδο της Κατοχής. Με αίσθημα παιδαγωγικής και διοικητικής ευθύνης θα συνεχίσουμε την προσπάθεια της φοίτησης και ένταξης των παιδιών προσφύγων στο ελληνικό σχολείο, (όπως πράττουμε από το 2016) όχι μόνο ως τυπική, νομική υποχρέωση, αλλά ως ανθρωπιστικό καθήκον».
Ο κ. Καλάργαλης παρακαλεί, τέλος, «τους εκπροσώπους της Εκκλησίας, των δημόσιων και δημοτικών φορέων, να συμβάλουν κατά περίπτωση, με τη δυνατότητα που έχουν, ώστε να υποστηριχθεί η εκπαίδευση των προσφύγων μαθητών και έτσι να παραμεριστούν οι όποιες διαφωνίες και αντιρρήσεις».