Καλοκαίρι του 1979. Ανθυπολοχαγός στο φυλάκιο Βατούδι. Κάπου στα Λύμπια. Το μετατρέψαμε σε πολύ φιλόξενο φυλάκιο. Χρόνια μετά, το πάτησε ο ...
Καλοκαίρι του 1979. Ανθυπολοχαγός στο φυλάκιο Βατούδι. Κάπου στα Λύμπια. Το μετατρέψαμε σε πολύ φιλόξενο φυλάκιο. Χρόνια μετά, το πάτησε ο αυτοκινητόδρομος Λευκωσίας-Λάρνακος. Ο πατέρας του Φώτη, από το Φρέναρος, μας κουβάλησε δεκάδες καρπούζια.
Δύο μήνες τρώγαμε μόνο καρπούζια. Δίναμε και στα άλλα φυλάκια. Δεν είχαμε ανάγκη το φαγητό της υπηρεσίας. Μόνο το χαλούμι της. Καθημερινά χαλούμι με καρπούζι. Το Βατούδι ήταν και η ραχοκοκαλιά της ομάδας των κομπρεσόρων, η ομάδα που διάνοιγε τα ορύγματα με τα κομπρεσέρ.
Πήραμε τότε και το κύπελλο σε αγώνα ποδοσφαίρου με τα άλλα φυλάκια.
Στην άσκηση έβγαζα όλο το πάθος μου για λεύτερη Πατρίδα. Έδινα διάδοχα τα παραγγέλματα: “Πρώτη ομάδα, είκοσι μέτρα εμπρός- κάτω, δεύτερη ομάδα σαράντα μέτρα εμπρός – κάτω”. Και στη γραμμή επίθεσης ξεσκίζοντας την ηχώ με την πολεμική ιαχή σκαρφαλώσαμε το ύψωμα. Φανταζόμουν τους Τούρκους πάνω στο ύψωμα γαζωμένους με τις σφαίρες μας και καρφωμένους με τις ξιφολόγχες μας. Πιο πέρα ο Μέραρχος ταξίαρχος Μουτούσης με τον Διοικητή μου, τον αντ/ρχη Ελευθέριο Ιωαννίδη, κρυμμένοι να παρακολουθούν. Δεν το γνώριζα. Ενθουσιάστηκε ο Μέραρχος και διέταξε να δοθεί τιμητική. Εξέδωσε τότε και ο Διοικητής μου συγχαρητήρια Διαταγή προς τους ΑΕΤΟΥΣ ΤΟΥ ΒΑΤΟΥΔΙΟΥ. Μου χάριζε όλο τον κόσμο.
Τότε, σ’ εκείνες τις βδομάδες απέκτησα και κάτι που ήθελα πολύ. Ένα γκρίζο λυκόσκυλο. Ήθελα να με συνοδεύει τα βράδυα στις εφόδους. Το αγάπησα πολύ. Και του μετέδωσα, χωρίς να το καταλάβω, το μίσος μου προς τους Τούρκους. Έδωσα όνομα χωρίς φαντασία και χωρίς συνείδηση ότι θα έπρεπε να είναι Ελληνικό. Μαξ!
Μετατέθηκα στον Κουρτελλόραχο άλλως Κούρτελλο. Εκεί …αντρώθηκε και ο Μαξ.
Απολύθηκα Μάρτιο 1980, στα φυλάκια της Αθηαίνου. Εκεί και οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες του αδέξιου φωτογράφου. Πρωτοχρονιά 1980. Δεν κατάφερε να μας βγάλει μια φώτο καλύτερη. Είναι οι μόνες με τον Μαξ μου.
Με την απόλυσή μου εμπιστεύτηκα τον Μαξ στον διάδοχό μου και φίλο μου Καπετάνιο. Το καλοκαίρι του 1980 ανεχώρησα για σπουδές Θεσσαλονίκη. Αλληλογραφούσα με τον Καπετάνιο. Τότε δεν είχαμε τηλέφωνα. Μου έγραψε ότι ο Μαξ είχε φάει μια τουρκική κατσίκα και όταν αστυνομικοί τον είδαν αδέσποτο στο δρόμο τον πυροβόλησαν. Στεναχωρέθηκα. Με το πέρασμα του χρόνου ξέχασα τον Μαξ. Όμως δεν ήταν έτσι τα γεγονότα. Πρόσφατα, σχεδόν σαράντα χρόνια από τότε, συνάντησα τον φίλο μου τον Στέλιο Στυλιανού. Από την εποχή του Κούρτελλου.
Με συγκλόνισε η σχετική αφήγησή του.
Έτος 1981. Οι φαντάροι, χωρίς αξιωματικό που να νοιάζεται… Στο φυλάκιο, το οποίο η αφήγησή μας αφορά, έκαναν σκασιαρχείο όλοι εκτός του δεκανέα.
Ο Δεκανέας μόνος του στο φυλάκιο με γυρισμένη την πλάτη στα παράθυρα. Δίπλα από τα παράθυρα η θήκη των όπλων. Έξω δεμένος ο Μαξ. Ξαφνικά, ο Μαξ ξέσπασε σε έντονο γαύγισμα. Ο Δεκανέας δεν έδωσε σημασία. Ψυλλιάστηκε όταν αντελήφθη ότι ο Μαξ έκανε επίθεση σε κάποιον. Ένας βρωμότουρκος, ο οποίος, προφανώς, πήγε στοίχημα με τους ομόσταυλούς του ότι μπορεί να κλέψει όπλο από το φυλάκιο των ελεεινών φαντάρων.
Ο Μαξ, σε αντίθεση με τον παλαβό δεκανέα, αντελήφθη τον τούρκο. Έκοψε το καλώδιο, με το οποίο ήταν δεμένος και επετέθη του Τούρκου. Όταν ο δεκανέας αντελήφθη τι έγινε, ο Τούρκος ήταν 200 μέτρα μακρυά από το φυλάκιο, στην κορυφογραμμή του υψώματος, να τρέχει προς τα τουρκικά φυλάκια. Ο Μαξ, στο κατόπιν του, να θέλει να τον ξεσκίσει. Τα τουρκικά φυλάκια ήταν μακρυά, ενάμιση χιλιόμετρο. Σε κάποια στιγμή ακούσθησαν γαυγίσματα των τουρκικών σκυλιών κι ένας πυροβολισμός. Ήταν απόγευμα περί τις 4. Μετά το σούρουπο επέστρεψε ο Μαξ.
Καταματωμένος και κατατρυπημένος από τις τουρκικές ξιφολόγχες. Πέθανε σε μισή ώρα αφ’ ότου επέστρεψε. Πέθανε χωρίς οι φαντάροι να του δώσουν σημασία.
Δεν γνωρίζω το μέγεθος της μάχης που έδωσε ο Μαξ με τους Τούρκους. Υποψιάζομαι ότι πάλεψε άγρια μέχρι τελικής πτώσεως. Και σίγουρα τον άθλιο Τούρκο που τόλμησε να αγγίξει χέρι σε όπλο Ελληνικό, μέχρι να φτάσει στο φυλάκιό του θα πρέπει να τον ξέσκισε. Δεν ξέρω πόση ώρα ο Μαξ μου παρέμεινε αιμόφυρτος στη Νεκρή Ζώνη. Ξανασηκώθηκε, όμως, για να συρθεί ενάμιση χιλιόμετρο μέχρι το φυλάκιο του για να πεθάνει κοντά σε Έλληνες φαντάρους. Έστω και ανάξιους. Ίσως ευελπιστούσε ότι θα βρεί και λίγη περίθαλψη από αυτούς τους αχρείους.
Ο Στέλιος θυμάται πού τον έθαψε. Μόνος τον έθαψε. Χωρίς τιμητικό άγημα.
Εντός των ημερών θα επισκεφθούμε με τον Στέλιο τον τάφο του. Θα γονατίσω. Ως ένδειξη σεβασμού στο μεγαλείο του. Ήταν ο μόνος που πολέμησε μετά
το 1974. Σαν ένας νέος Μάγκας της Πηνελόπης Δέλτα, ένας Καπιτάνιος του Στράτη Μυριβήλη
Θα σε θυμάμαι για πάντα φιλαράκι μου. Δεν θλίβομαι για τον χαμό σου. Για τον τρόπο που αντιμετώπισαν τη θυσία σου οι άχρηστοι φαντάροι, θλίβομαι. Τον πυροβόλησαν, δήθεν, οι αστυνομικοί γιατί τον βρήκαν αδέσποτο…!
Το κείμενό μου αφιερωμένο στη θυσία σου. Έστω και σαράντα, σχεδόν, χρόνια μετά! Θα σε τιμώ στο υπόλοιπο της ζωής μου αγαπημένε μου ήρωα. Θα κρατήσω τη μνήμη σου ζωντανή. Θα βρω τον τρόπο!
Παναγιώτης Κλεοβούλου