Σαν σήμερα 7 Μαΐου 1832 υπογράφτηκε στο Λονδίνο, συνθήκη μεταξύ των προστάτιδων Δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας και Βαυαρίας. Η συνθή...
Σαν σήμερα 7 Μαΐου 1832 υπογράφτηκε στο Λονδίνο, συνθήκη μεταξύ των προστάτιδων Δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας και Βαυαρίας.
Η συνθήκη προέβλεπε την εκλογή του Όθωνα - του δευτερότοκου γιου του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου - ως βασιλιά της Ελλάδας.
Με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης (ή του Καλεντέρ Κιοσκ) τον Ιούλιο του 1832, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγνώρισε την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους, ενώ με διακοινώσεις στις 14 και 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, αποδέχτηκε τα διευρυμένα σύνορα της γραμμής Παγασητικού-Αμβρακικού.
Ο Όθωνας και το Δάνειο
Το Δάνειο των 60 εκατομμυρίων δραχμών, το οποίο οι τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις αρνήθηκαν στον Καποδίστρια, το προσέφεραν στον πρίγκιπα Λεοπόλδο, μετά την επιλογή του ως πρώτου βασιλιά του νεοσύστατου Βασιλείου της Ελλάδας. Η παροχή του Δανείου εγκρίθηκε από το Συνέδριο του Λονδίνου το Φεβρουάριο του 1830 με τον όρο ότι αυτά τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν για να καλύψουν τα έξοδα της συντήρησης του στρατού, όπου κυρίαρχος θα είχε στην υπηρεσία του. Ο Λεοπόλδος διαφώνησε με τους όρους χρήσης του δανείου και ζήτησε τη διερεύνηση προς τις γενικές ανάγκες του ελληνικού κράτους.
Για τη διασφάλιση της εξυπηρέτησης του δανείου στο άρθρο 12 οριζόταν ότι πριν από κάθε άλλη υποχρέωση από τα δημόσια έσοδα θα προηγούνταν η εξόφληση των τόκων και των τοκοχρεολυσίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στο βιβλίο του Ρωμαίου Γ. το δάνειο πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι (Μάιος 1833) με τους αδερφούς Ρότσιλντ. Ο τόκος ορίστηκε σε 5% και το χρεολύσιο στο 1%. Χρόνος απόσβεσης ορίστηκαν τα 36 χρόνια. Οι τραπεζίτες αγόρασαν το δάνειο στο 94% και προμήθεια 2%. Οι δύο πρώτες δόσεις, 40 εκατομμύρια εκδόθηκαν σχετικά γρήγορα. Στην καταβολή της τρίτης δόσης των 20 εκατομμυρίων υπήρξε εμπλοκή με τη Ρωσία. Ζήτησε το ποσό της τρίτης δόσης να δεσμευτεί για τους τόκους και τα χρεολύσια των 40 εκατομμυρίων αλλά τελικά υποχώρησε. Το ονομαστικό ποσό του δανείου σε δραχμές ήταν 63.924.559.
Από αυτό αφαιρέθηκαν : 3.835.473 δρχ. το 6% με βάση την συμφωνία, 1.186.288 δρχ. το 3,37% προεξόφληση του κεφαλαίου και 1.964.252 δρχ. άλλα έξοδα. Από τα στοιχεία καταλαβαίνουμε ότι έμεινε στην Ελλάδα το ποσό των 56.924.546 δρχ. Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1843 απορροφήθηκαν για τόκους και χρεολύσια ακόμα 33.080.795 δρχ. Το τελικό ποσό έμεινε για την Ελλάδα ήταν 23.867.751 δρχ. Από αυτά δόθηκαν 12.531.174 δρχ. στην Τουρκία για την εξαγορά της Φθιώτιδας. Τα 9.098.017 δρχ. που τελικά απόμειναν σπαταλήθηκαν από την αντιβασιλεία του Όθωνα.
Οι σπατάλες της αντιβασιλείας
Οι σπατάλες ατελείωτες για τον Όθωνα. Μόνο για τον έναν χρόνο παραμονής του κόστισε 4.748.000 δρχ. Υπήρξε όμως και συνέχεια. Το συνολικό κόστος μέχρι τη μεταπολίτευση του 1843 έφτασε τα 19.000.000 δρχ. Το 1842 ο προϋπολογισμός έκλεισε με έλλειμμα 3.000.000 δρχ., γεγονός που αναγκαστικά οδηγούσε σε αναστολή πληρωμών. Οι Προστάτιδες Δυνάμεις αποφάσισαν να παρέμβουν.
Το Συνέδριο του Λονδίνου εξέτασε τα οικονομικά της Ελλάδας και επέβαλλε ετήσια μείωση των δαπανών του προϋπολογισμού κατά 3.742.000 δρχ., καθώς και παραχώρηση των εισπράξεων του Τελωνείου Σύρου, το οποίο ήταν από τα πλουσιότερα, για την εξυπηρέτηση του Δανείου. Ο Όθωνας αποδέχτηκε το σχετικό πρωτόκολλο, αλλά δεν πρόλαβε να το εφαρμόσει. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1843, η "συνταγματική επανάσταση" ανέστειλε την εξυπηρέτηση του δανείου. Ήταν η δεύτερη χρεοκοπία της Ελλάδας.
Μετά το τέλος του Κριμαϊκού Πολέμου (1856), οι Προστάτιδες Δυνάμεις απέστειλαν στην Ελλάδα τριμελή επιτροπή για να ερευνήσει τα οικονομικά και να επιβάλλει όρους για την εξυπηρέτηση του δανείου. Η επιτροπή έκρινε ότι η Ελλάδα είχε μια καλή διοίκηση και μπορούσε τηρήσει τις υποχρεώσεις της. Έτσι πρότειναν να ορισθεί ελάχιστος όρος συνεισφοράς σε 900.000 φράγκα βλέποντας την αύξηση των εσόδων.
Η λύση αυτή έγινε δεκτή από την ελληνική κυβέρνηση με την υποχρέωση ότι στην εξυπηρέτηση δανείου θα δεσμευόταν και το 1/3 των εισπράξεων του Τελωνείου της Σύρου. Ανάλογη δέσμευση είχε γίνει και για τα δάνεια της Ανεξαρτησίας, τα οποία είχαν εξοφληθεί. Αυτό ήταν το τέλος των διαπραγματεύσεων που κράτησαν 22 χρόνια. Το 1/3 θα προοριζόταν για την προίκα του νέου βασιλιά Γεωργίου Α’.