Την εικόνα του ψαρά ο οποίος παλεύει με τα δίχτυα και τη θάλασσα στο μικρό καΐκι του, μπορεί να την συναντάμε ακόμα στα ελληνικά νησιά,...
Την εικόνα του ψαρά ο οποίος παλεύει με τα δίχτυα και τη θάλασσα στο μικρό καΐκι του, μπορεί να την συναντάμε ακόμα στα ελληνικά νησιά, αποτελεί όμως πολύ μακρινό παρελθόν για τις περισσότερες δυτικές χώρες του πλανήτη. Οι ισχυρές δυνάμεις στην παγκόσμια βιομηχανική αλιεία «αλωνίζουν» στους ωκεανούς και προμηθεύουν με τεράστιες ποσότητες θαλασσινών τον υπόλοιπο κόσμο, και φυσικά την Ελλάδα.
Τον κώδωνα του κινδύνου, όμως, για την υγεία των θαλασσών και κατ’ επέκταση για τη διατροφική μας ασφάλεια κρούει η έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για τη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα, που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα (06/05/2019). Η έκθεση προδιαγράφει μια ζοφερή προοπτική γενικά για τη ζωή στον πλανήτη, όμως η ζωή στη θάλασσα «καταρρέει» με πιο γρήγορο ρυθμό από ό,τι στη στεριά.
Σύμφωνα με έρευνα της Greenpeace, το 29% των αλιευμένων ψαριών στο Ηνωμένο Βασίλειο ανήκει σε πέντε οικογένειες, οι οποίες φιγουράρουν στη λίστα των Sunday Times με τους πλουσιότερους Βρετανούς. Μία ολλανδική πολυεθνική, η οποία έχει έναν τεράστιο στόλο αλιευτικών σκαφών, κατέχει το 24% της βρετανικής αγοράς. Οι μικρές βάρκες, κάτω των 10 μέτρων, ψαρεύουν μόλις το 2% της συνολικής ποσότητας.
Το 50% των εισαγωγών ψαρικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση προέρχεται από τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η Ελλάδα παρά την πλούσια θαλάσσια βιοποικιλότητα και τη μακρά αλιευτική της παράδοση, εισάγει περίπου 36.000 τόνους ψαρικών ετησίως. Τα αλιεύματα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 30% την τελευταία δεκαετία, ενώ το ίδιο διάστημα συρρικνώθηκε και ο αριθμός των εργαζομένων στον κλάδο της αλιείας, σύμφωνα με στοιχεία της WWF Ελλάς.
Βασίλειο ανομίας
Το 36% των υδάτων της Αγγλίας έχουν χαρακτηριστεί «προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές». Όμως το καθεστώς αυτό δεν αντιστοιχεί σε τίποτα περισσότερο, παρά σε κάποιες γραμμές στο χάρτη, σχολιάζει η βρετανική εφημερίδα «Guardian». Η εμπορική αλιεία απαγορεύεται μόλις στο 0,1% αυτών των περιοχών. Μάλιστα, πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Science διαπίστωσε ότι η αλιεία με τράτα είναι πιο έντονη στις προστατευμένες παρά στις ελεύθερες θαλάσσιες περιοχές.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του μπακαλιάρου. Για μερικά χρόνια, οι πληθυσμοί των μπακαλιάρων και των σκουμπριών γύρω από τη Βρετανία είχαν αρχίσει να ανακάμπτουν. «Μας είχαν πει ότι μπορούμε να τρώμε ξανά μπακαλιάρο με ήσυχη τη συνείδησή μας» αναφέρει η εφημερίδα -καθώς το «εθνικό πιάτο» των Άγγλων είναι το fish and chips. Τώρα όμως, οι πληθυσμοί των δύο ψαριών μειώνονται κατακόρυφα.
Επομένως, ένα αυστηρότερο θεσμικό πλαίσιο και η επιβολή κανόνων είναι αναγκαία. Αν η βιομηχανική αλιεία αποκλειστεί από μεγάλες θαλάσσιες περιοχές, η συνολική ψαριά θα αυξηθεί, επισημαίνει η βρετανική εφημερίδα. Τα ψάρια και τα οστρακοειδή αναπαράγονται σε μεγάλους αριθμούς στις προστατευμένες περιοχές και μετά εξαπλώνονται παντού. Ακόμα κι αν απαγορευθεί εντελώς το ψάρεμα στην ανοιχτή θάλασσα -όπως θα έπρεπε- η παγκόσμια ψαριά θα αυξανόταν, καθώς οι πληθυσμοί των ψαριών θα μετανάστευαν εντός των χωρικών υδάτων των κρατών. Επίσης, αν εξοπλίζονταν τα αλιευτικά με αισθητήρες και κάμερες που θα καταγράφουν πού ψαρεύουν, η παράνομη αλιεία θα ήταν αδύνατη. Δυστυχώς, όμως, μόνο το 1% των σκαφών έχει συμμορφωθεί με αυτήν την οδηγία.
Με τους ανθρώπους να καταναλώνουν σχεδόν 20 κιλά ψάρι ετησίως, τη διπλάσια ποσότητα σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες, κι ενώ ο πληθυσμός αυξάνεται, θα πρέπει να υπάρξει το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο και να ελεγχθεί η αλιεία. Μέχρι τότε, θα πρέπει να αποσύρουμε τη συναίνεσή μας, προτρέπει ο αρθρογράφος της Guardian. «Αν θέλετε να κάνετε τη διαφορά, σταματήστε να τρώτε ψάρι». Για να μπορούμε ξανά να τρώμε ψάρια, με τη συνείδησή μας ήσυχη.
(Με πληροφορίες από Guardian, WWF)