pireorama.gr Μια απλή ορθογώνια κόκκινη σκέτη παλιόταβλα, με διαστάσεις τρία μέτρα ύψος και πλάτος δύο. Φαίνεται ότι η είσοδος στην κόλαση ...
pireorama.gr Μια απλή ορθογώνια κόκκινη σκέτη παλιόταβλα, με διαστάσεις τρία μέτρα ύψος και πλάτος δύο. Φαίνεται ότι η είσοδος στην κόλαση δεν ήταν τόσο πλατιά όσο την περιγράφουν οι «γραφές». Συνήθως με κιμωλία ήταν γραμμένη πάνω της «Βλέπε και Φεύγα!…»...
Ακριβώς από την έξω πλευρά στεκόταν ένας χωροφύλακας. Ο φρουρός του Άδη; Ίσως αν λάβει κάποιος υπόψη του πως πολλοί αποκαλούσαν το συγκεκριμένο σημείο, είσοδος στον Άδη! Ο ένστολος επέβλεπε εκ του προχείρου, μην τυχόν και εισέλθει στο Βασίλειο, κάποιος ανήλικος, κάποιος που δεν έπρεπε να μπει. Από την είσοδο αυτή έμπαινες στην πόλη της αμαρτίας. Μια σχεδόν πόλη περιτοιχισμένη, που μέσα της ζούσαν εκατόν πενήντα και βάλε ανώνυμα σώματα. Δεν είχαν σημασία επίθετα και ονόματα, ήταν ιερόδουλες. Ο ασβεστωμένος φράχτης χώριζε την κοινωνία των ζωντανών από τα θανατηφόρα αφροδίσια νοσήματα και την ανηθικότητα. Όταν κάποιος εισερχόταν στα Βούρλα τη\ δεκαετία του ’20 και σχεδόν του ’30 έμπαινε στο Βασίλειο της τσατσάς Ντουντού! Η αποκαλούμενη «Δράκαινα των Βούρλων». Χοντρή, ογκώδης, αχανής, λιγομίλητη, σχεδόν άφωνη, που όλοι μα όλοι φοβόντουσαν.
Στην γωνιά του Καφενείου ένας φωνόγραφος γκρίνιαζε σερέτικα ενώ οι συγκεκριμένοι θαμώνες αυτού του μαγαζιού παρατηρούσαν. Όποιος έμπαινε ντυμένος διαφορετικά ήταν ύποπτος. Και ύποπτοι στα Βούρλα ήταν τρεις διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων, οι «τσίληδες», οι αστυνόμοι και οι δημοσιογράφοι. Αν κάποιος ανήκε σε μια από τις κατηγορίες αυτές και οι θαμώνες το ανακάλυπταν, θα περνούσε ένα πολύ δύσκολο τέταρτο της ώρας! Συνήθως η εισαγωγή στο μιλητό γινόταν με τον γνωστό τρόπο. – Ρε κύριος με το ρεπουπλίκι! Τι γυρεύεις εσύ εδώ; Δεν είσαι για τα μας! Είσαι για το θέατρο, είσαι τον κινηματόγραφο, πάντως για τα μας δεν είσαι. Κι αν κάποιος ακόμη ξεπερνούσε τον σκόπελο του φρουρού, του Καφενείου και της τσατσάς Ντουντού και παρόλα αυτά εισέρχονταν στα ενδότερα για να μιλήσει με τα κορίτσια, έπεφτε πάνω σε ένα τείχος σιωπής! Τέλη δεκαετίας ’20 αρχές ’30, το πρώτο κορίτσι της μάντρας, στοίχιζε σαράντα δραχμές! Σαράντα ήταν πολλά λεφτά. Οι άλλες οι καλές είχαν τριάντα, οι μέτριες είκοσι και οι πεθαμένες δεκαπέντε. Αυτή με τις σαράντα ήταν ας πούμε το πρώτο όνομα! Και η κόλαση φαίνεται πως έχει ιεραρχία.
Σε κάθε μπούκα από μια ιερόδουλη. Μια κλίνη, μια καρέκλα και ένας νιπτήρας από τενεκέ η επίπλωση. Έξω από κάθε μπούκα, πάνω στην πόρτα ένας αριθμός. Το νούμερο κάθε ιερόδουλης κι από κάτω μια μικρή λευκή ταμπελίτσα με κάποια στοιχεία, ψεύτικα φυσικά. Μαίρη Φρουφρού, Νίτσα Σερσέμα, Φρόσω Αλλίμονο. Πριν όμως εισέλθεις (δηλαδή μπουκάρεις) στις μπούκες υπήρχε και ένας ξεχωριστός χώρος. Το λεγόμενο «μπανιστήρι»! Ήταν η σάλα της αποκάλυψης! Εκεί ανέμενε κόσμος ετερόκλητος δύσκολα συννενοήσιμος. Θερμαστές, ναυτικοί, απάχηδες, ξένοι, πρόσφυγες, κακοποιοί, δραπέτες και ισοβίτες. Μιλούσαν παράξενα και ακατάλυπτα – Αδερφάκι, καρούμπα, άρπαξα την μαστούρα. – Βιεν πουπούλ! – Μπιρ Αλλάχ! Όλοι τους περίμεναν. Τι περίμεναν; Την παρέλαση των ιερόδουλων. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε ένα μέρος ψηλότερο από το υπόλοιπο δάπεδο της σάλας οι ιερόδουλες εκτίθονταν σε κοινή θέα γυμνές. Αυτή ήταν μια μικρή μόνο γεύση από τα Βούρλα που ήταν μια κοινωνική μάστιγα με κρατική οντότητα και τίποτε περισσότερο.