Και όταν λέμε μαύρο, εννοούμε κατράμι. Πίσσα. Μέσα και έξω. Το πιθανότερο είναι να μη γνωρίζετε καν την ύπαρξή του. Ούτε εμείς, δηλαδή, ...
Και όταν λέμε μαύρο, εννοούμε κατράμι. Πίσσα. Μέσα και έξω.
Το πιθανότερο είναι να μη γνωρίζετε καν την ύπαρξή του. Ούτε εμείς, δηλαδή, το ξέραμε πως υπάρχει τέτοιο πράγμα...
Αλλά υπάρχει και ευδοκιμεί κυρίως στις χώρες της Ανατολής, όπως η Κίνα και η Ιαπωνία, αλλά και στην Αλσατία της Γαλλίας.
Ο λόγος, για το μαύρο κοτόπουλο. Και όταν λέμε μαύρο, εννοούμε κατράμι. Πίσσα. Μέσα και έξω.
Μερικές από τις πιο γνωστές ράτσες μαύρου κοτόπουλου είναι η Ayam Cemani, η Silkie και η Alsace (Αλσατίας).
ο χαρακτηριστικό, λοιπόν, που τα κάνει μοναδικά (και, προφανώς, σπάνιο είδος), είναι το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα κοτόπουλα δεν έχουν απλά μαύρο δέρμα και μαύρα πούπουλα. Είναι κατάμαυρα όλα τα εσωτερικά τους όργανα, όπως και το κρέας (σαν να είναι μαριναρισμένο σε μελάνι καλαμαριού), το ράμφος και τα οστά τους!
Χρόνια τώρα οι επιστήμονες μελετούν τα μαύρα κοτόπουλα, προσπαθώντας να εξηγήσουν τη... μαυρίλα που τα διακατέχει. Από τις μελέτες έχει φανεί πως το μαύρο χρώμα οφείλεται σε μια πολύπλοκη μοριακή διαδικασία, η οποία οδηγεί στην πρωτεϊνική υπερέκφραση του γονιδίου ενδοθηλίνη 3, το οποίο με τη σειρά του προωθεί την αύξηση των χρωστικών κυττάρων που εκκρίνουν μελανίνη. Αυτή η γενετική κατάσταση ονομάζεται ινομελάνωση (Fibromelanosis) και θεωρείται μετάλλαξη.
Επειδή θα αναρωτιέστε, φυσικά, αν τρώγεται, η απάντηση είναι «βεβαίως».
Ουσιαστικά, δεν έχει καμία διαφορά σε σχέση με το λευκό κοτόπουλο. Το κρέας του περιέχει την ίδια ποσότητα πρωτεϊνών και αμινοξέων. Η μόνη διαφορά, ίσως, είναι πως έχει λιγότερο λίπος. Ιδιαίτερα στην Ανατολή, έχουν συνδέσει την κατανάλωσή του με θεραπευτικές και εξαιρετικά θρεπτικές ιδιότητες. Οι Κινέζες, για παράδειγμα, το καταναλώνουν μετά τη γέννα για να ανακτήσουν τη χαμένη τους ενέργεια, ενώ θεωρείται ότι κάνει καλό στο αίμα, τα πνευμόνια και το στομάχι. Τίποτα από τα παραπάνω, ωστόσο, δεν επαληθεύεται επιστημονικά.