Στο Ισραήλ, στο οποίο τα πάντα εξαρτώνται κατά 99% από τους θαλάσσιους λιμένες, σε σχέση με τις εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών, έχει βαρέ...
Στο Ισραήλ, στο οποίο τα πάντα εξαρτώνται κατά 99% από τους θαλάσσιους λιμένες, σε σχέση με τις εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών, έχει βαρέσει συναγερμός, από τη νέα πραγματικότητα στην Α. Μεσόγειο, καθώς η Άγκυρα επιδιώκει να επωφεληθεί από τα κενά στη συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών για τα ναυτικά όρια του 1982, αναφέρει ο Δρ. Beni Shpeinner, τονίζοντας ότι όλα αλλάζουν ραγδαία στη χώρα αυτή, παρά τις πρόσφατες δηλώσεις του Ισραηλινού υπουργού άμυνας περί μη επικείμενης ναυτικής σύγκρουσης με την Τουρκία.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του ισραηλινού τύπου, το τουρκικό ναυτικό εμπόδισε πριν μερικές ημέρες μια ισραηλινή ερευνητική αποστολή να ολοκληρώσει το έργο της στην ΑΟΖ της Κύπρου, η οποία συντονίζονταν από την ελληνοκυπριακή κυβέρνηση. Το τουρκικό πολεμικό πλοίο απαίτησε το ισραηλινό πλοίο να εγκαταλείψει την περιοχή υποστηρίζοντας ότι βρίσκεται σε αποκλειστικά τουρκικά χωρικά ύδατα.
“Αυτό είναι ένα πολεμικό σημάδι; Ο χρόνος θα δείξει. Δύο από τους πολέμους πάντως του Ισραήλ (η εκστρατεία του Σινά το 1956 και ο πόλεμος έξι ημερών του 1967) ξέσπασαν ακριβώς λόγω αυτού τους είδους δικαιωμάτων ναυσιπλοΐας. Το Ισραήλ λαμβάνει ήδη υπόψη του την νέα πραγματικότητα στην Α. Μεσόγειο.
Πρέπει να θεωρεί πλέον τις ενέργειες της Τουρκίας, ως μια ουσιαστική στρατηγική απειλή και έτσι την εξετάζει, ερευνώντας τι μπορεί να κάνει για να ανταποκριθεί σε αυτήν”, συνεχίζει ο ίδιος.
Η συμφωνία που υπέγραψαν ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Φαγέζ αλ Σάραζ, πρόεδρος του συμβουλίου της Τρίπολης της Λιβύης, έχει πολλές και κυρίως τεράστιες γεωπολιτικές επιπτώσεις.
Ο ορισμός αυτής της ΑΟΖ ουσιαστικά κατέστρεψε ένα μεγάλο μέρος της πλούσιας σε ενέργεια, Ανατολικής Μεσογείου, μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, προκαλώντας κύμα διεθνών ενστάσεων, πρωτίστως από την Ελλάδα, την Αίγυπτο και την Κύπρο, επηρεάζοντας παράλληλα, άμεσα ή έμμεσα και το Ισραήλ.
Η συμβιβαστική γλώσσα της συμφωνίας του 1982, αναφέρει ότι θα πρέπει να υπάρχει «επαρκής εκτίμηση» σε τέτοια ζητήματα, και ότι οι χώρες καλούνται να δείξουν κατανόηση και να αποφύγουν οποιασδήποτε προκλήσεις.
“Σήμερα, όμως η Άγκυρα ξεκίνησε μια διαφορετική πολιτική προσπαθώντας να αυξήσει την δικαιοδοσία της έναντι ΑΟΖ άλλων χωρών, θεωρώντας όλο και περισσότερο ως τμήμα της, ξένα χωρικά ύδατα, και αυτό είναι άκρως επικίνδυνο”, τονίζει ο Ισραηλινός ειδικός.
Όταν δύο χώρες συμφωνούν να μοιραστούν την ΑΟΖ τους, όπως στην πρόσφατη περίπτωση της Τουρκίας και της Λιβύης, τότε απαιτείται να καταθέσουν τη συμφωνία τους. Δεδομένου ότι η Μεσόγειος είναι μια σχετικά μικρή περιοχή, η πιθανότητα συμφωνίας όλων των παράκτιων χωρών που δηλώνουν ΑΟΖ, είναι από μικρή έως ανύπαρκτη. Όταν οι ΑΟΖ αλληλεπικαλύπτονται, υπάρχει ένας συμβιβαστικός μηχανισμός που καθοδηγεί πάντα τις χώρες που πρέπει να μοιράσουν κάποια επικράτεια.
Η Ελλάδα, για παράδειγμα, δεν ανακήρυξε ΑΟΖ μέχρι τώρα, διότι, αν το είχε κάνει, η Τουρκία θα είχε παραμείνει χωρίς οικονομική ζώνη στη Μεσόγειο. Η νέα συμφωνία για την ΑΟΖ που ανακοίνωσαν πρόσφατα η Τουρκία και η Λιβύη, παραβλέπει αυτή την εκτίμηση.
Με την αγνόησή από την Τουρκία των οικονομικών περιοχών, Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου, η Άγκυρα ευρίσκεται εν αναμονή προσφυγής στα διεθνή δικαστήρια, κάτι που θα διαρκέσει όμως πολλά χρόνια για να επιλυθεί. Στην πράξη όμως, η Τουρκία δημιούργησε ένα θαλάσσιο σύνορο στο πλάτος ολόκληρης της Μεσογείου.
Εάν αποφασίσει να επιβάλει την εξουσία της στα υπερτιμημένα αυτά σύνορα της στη θάλασσα (ΑΟΖ), τα άμεσα θύματα θα είναι κάθε πλοίο που σκοπεύει να πλέει από ανατολάς προς δύση στη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης της πορείας του από και προς το κανάλι του Σουέζ, και αυτό δεν θα το επιτρέψει κανένα κράτος, μικρό ή μεγάλο, τονίζει ο ίδιος ο ειδικός, προμηνύοντας παράλληλα πολεμικά σενάρια στην Α.Μεσόγειο στο άμεσο μέλλον.