"Πολλοί νόμοι εισήλθαν στο νομικό status της χώρας, χωρίς ουδόλως να ληφθεί υπ’ όψιν έστω και η γνώμη, η θέση της Εκκλησίας"...
Σημαντικές τοποθετήσεις τόσο για το μεταναστευτικό ζήτημα όσο και για τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας περιελάμβανε συνέντευξη του Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου στην της εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της Μεσσηνίας.
Ο κ. Χρυσότομος τόνισε: “Μα, αν ο Χριστός έζησε ως ξένος, βίωσε την προσφυγιά και είπε το «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» και τα φοβερά λόγια: «ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με» (Ματθ. 15, 35-36) και ο μέγας Παύλος μας έδωσε τον «Υμνο της αγάπης» στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολής του, μπορούμε εμείς να μείνουμε αδιάφοροι και αδρανείς, νωθροί και ράθυμοι μπροστά στη δοκιμασία των συνανθρώπων μας, την φτώχεια, την πίκρα τους; Δεν θα ήμασταν χριστιανοί, μαθητές Εκείνου ο Οποίος εζώσθη το «λέντιον» της διακονίας και ανέβηκε εκουσίως στον Σταυρό”.
Όσον αφορά δε για το διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας ο Μητροπολίτης Μάνης ήταν σαφής:
“Τι σημαίνει χωρισμός; Τι να χωρίσουμε; Και περαιτέρω, το ουσιώδες εν προκειμένω είναι το επόμενο ερώτημα. Τι είναι Εκκλησία και τι Κράτος; Οταν καταλάβουμε καλά τι είναι η Εκκλησία, ποία η φύση της, τα χαρακτηριστικά της, ο σκοπός της, και τι είναι οι έννοιες κράτος, συγκεκριμένα πολιτεία, λαός, έθνος, τότε δεν θα τίθεται αυτό το ερώτημα, το οποίο είναι σαφώς ξενόφερτο για τα ελληνικά δεδομένα. Να το διατυπώσω διαφορετικά. Η μάνα μπορεί να διώξει το παιδί της; Και το παιδί επιτρέπεται να απεμπολήσει τη μάνα; Μην ξεχνάμε ότι η Εκκλησία ως ιερός θεσμός προϋπήρχε του Κράτους και αν έχουμε Κράτος ελεύθερο με Σύνταγμα, τούτο εν πολλοίς οφείλεται στη κιβωτό του ελληνικού γένους, την Εκκλησία. Πολλοί το αποκρύπτουν το ιστορικό αυτό γεγονός και κρύβουν την αλήθεια.
Τώρα, εάν νοείται χωρισμός για θέματα, όπως π.χ. ορκοδοσία, πολιτικός γάμος, πολιτική κηδεία, καύση νεκρών, άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου, εκπαιδεύσεως, ήδη οι διακριτοί ρόλοι υφίστανται και είναι εν ισχύι οι σχετικοί νόμοι. Πολλοί νόμοι μάλιστα εισήλθαν στο νομικό status της χώρας, χωρίς ουδόλως να ληφθεί υπ’ όψιν έστω και η γνώμη, η θέση της Εκκλησίας. Αξίζει ωστόσο να τεθεί το ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν ν’ αγνοείται η ποιμαίνουσα Εκκλησία που είναι τα σπλάγχνα του λαού στην ελληνική πραγματικότητα, όταν έχουμε σχέδια νόμου που αφορούν άμεσα τον άνθρωπο και την κοινωνία γενικότερα; Επειτα όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι πνευματικοί πατέρες έρχονται οι άνθρωποι και μάλιστα κατ’ εξοχήν οι νέοι να επιλύσουν πολλά προβλήματα που δημιουργούνται στην μάνα Εκκλησία και μάλιστα στο Αγιον Ορος.
Μ’ ένα διαχωρισμό, το Κράτος δεν πρόκειται να ωφεληθεί. Δεν το συμφέρει η απομάκρυνσή του από την πνευματοτρόφο Εκκλησία. Εν προκειμένω, επιβλητική ακούγεται η διαχρονική φωνή του εθνομάρτυρος Κοσμά του Αιτωλού ότι «ἐάν ἀπολέσωμεν τήν ὁρθόδοξη Ἐκκλησία μας, θα χάσωμεν καί τήν ἐλευθερίαν μας».
Συνεπώς και εξ απόψεως συνταγματικής νομοθεσίας καμία αναθεώρηση των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας δεν είναι αναγκαία, ούτε βέβαια αρμόζει με τα ελληνικά δεδομένα να γίνεται λόγος περί ουδετεροθρησκείας. Το άρθρο 3 του ισχύοντος Συντάγματος το οποίο αναφέρεται στις δυο αυτές σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας καλώς έχει.”