Σύμφωνα με τον νομπελίστα- αλλά αμφιλεγόμενο- Γάλλο ιολόγο Λικ Μοντανιέ που ανακάλυψε τον ιό του AIDS το 1982, ο Covid-19 δεν θα μπορο...
Σύμφωνα με τον νομπελίστα- αλλά αμφιλεγόμενο- Γάλλο ιολόγο Λικ Μοντανιέ που ανακάλυψε τον ιό του AIDS το 1982, ο Covid-19 δεν θα μπορούσε να εμφανισθεί με φυσικό τρόπο- Τι υποστηρίζει - ποιά είναι τα επιχειρήματά του
Σύμφωνα με τον Δρ. Μοντανιέ, ο οποίος τα τελευταία χρόνια διδάσκει στο Πανεπιστήμιο «Shanghai Jiao Tong» στην Κίνα, οι ομοιότητες που παρατηρούνται στο γονιδίωμα του SARS-CoV-2 και του HIV αλλά ακόμα και οι ομοιότητες με την ελονοσία , υποδηλώνουν ότι ο νέος αυτός ιός δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί με φυσικό τρόπο. Όπως υποστηρίζει ο νομπελίστας Γάλλος καθηγητής ιολογίας, το ατύχημα πρέπει να συνέβη στο Εθνικό Εργαστήριο Βιοασφάλειας στην πόλη Ουχάν της Κίνας.
«Το συγκεκριμένο εργαστήριο έχει ειδικευτεί σε αυτούς τους κορωνοϊούς ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. 'Έχει εμπειρία σε αυτόν τον τομέα.» δήλωσε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τον ίδιο ο μοναδικός τρόπος να απαλλαγούμε από τον ιό είναι μέσω «ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων». Ο Δρ. Μοντανιέ επαναλαμβάνει μια θεωρία που είχε αναπτύξει παλαιότερα και η οποία είχε προκαλέσει τη χλεύη των συναδέλφων του, σύμφωνα με την οποία το DNA παράγει ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Ο Δρ. Μοντανιέ είχε αναπτύξει αυτή τη θεωρία του το 2010, ενώπιον 60 άλλων ιατρών βραβευμένων με Νόμπελ, οι οποίοι κοιτούσαν έκπληκτοι τον διάσημο συνάδελφό τους.
«Αυτή η θεωρία δεν βγάζει κανένα νόημα» υπογραμμίζει ο Δρ Ετιέν - Σιμόν Λοριέρ, ιολόγος στο Ινστιτούτο Παστέρ στο Παρίσι. «Υπάρχουν πολύ μικρές ομοιότητες που μπορούμε να εντοπίσουμε σε αλληλουχίες στο γενετικό υλικό των βακτηρίων, των ιών και των φυτών. Εάν πάρουμε μια λέξη από ένα βιβλίο και μοιάζει με μια άλλη λέξη σε ένα άλλο βιβλίο, μπορούμε να πούμε ότι ο ένας συγγραφέας έχει αντιγράψει τον άλλον;» δήλωσε ο Δρ. Λοριέρ, αποφεύγοντας να σχολιάσει τη θεωρία των «ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων» του Δρ. Μοντανιέ.
Η θεωρία ότι ο Covid-19 δημιουργήθηκε σε εργαστήριο στην πόλη Ουχάν της Κίνας κυκλοφόρησε σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήδη από τον περασμένο Ιανουάριο, ωστόσο η πλειονοψηφία της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας την έχει απορρίψει.