Tο καλοκαίρι του 168 πΧ, ο ανταγωνισμός μεταξύ Ρώμης και Μακεδονίας είχε φθάσει στο αποκορύφωμά του. Η σύγκρουση μεταξύ των Λατίνων και τω...
Tο καλοκαίρι του 168 πΧ, ο ανταγωνισμός μεταξύ Ρώμης και Μακεδονίας είχε φθάσει στο αποκορύφωμά του. Η σύγκρουση μεταξύ των Λατίνων και των Ελληνιστικών κρατών, ήταν αναπόφευκτη από την πρώτη στιγμή που ο Ρωμαϊκός αετός τέντωσε φιλόδοξα τα φτερά του. Στην προσπάθειά του να φθάση πέρα από τα περιορισμένα φυσικά σύνορα του μικρού Λάτιου, η νέα αυτοκρατορία ήταν φυσικό να έλθη σε σύγκρουση με την πάμπλουτη Καρχηδόνα της Αφρικής καθώς και τα μεγάλα και εύπορα κράτη που προήλθαν από την διάσπαση του τεράστιου Οικουμενικού Αλεξανδρινού κράτους της Ανατολής. Κάθε ένα από αυτά τα Ελληνιστικά βασίλεια-μέλη της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου του Γ΄ του Αργεάδη του μεγαλύτερου Μεγάλου της ιστορίας, παρά την ηλικία τους και την φθορά από τις αέναες μεταξύ τους και με τους άλλους Έλληνες συγκρούσεις, ήταν ένας πολύ υπολογίσιμος αντίπαλος. Όμως οι μεταξύ των Ελλήνων πόλεμοι και διαφορές για μιά ακόμη φορά θα ήταν το καταλυτικό στοιχείο που μακροπρόθεσμα λειτούργησε υπέρ των Ρωμαίων…
Oι Έλληνες ηγεμόνες διείδαν τον από δυσμάς κίνδυνο σχετικά νωρίς. O βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος έκανε την αρχή και πολέμησε τους Ρωμαίους στην Ιταλική χερσόνησο, και ο Φίλιππος ο Ε‘ συμμάχησε με τον Αννίβα τον Καρχηδόνιο εναντίον των Ρωμαίων στον λεγόμενο πρώτο μακεδονικό πόλεμο το 215 πΧ. Τα αποτελέσματα όμως και των δύο εκστρατειών ακυρώθηκαν από τις μεταξύ των Ελλήνων αντιζηλίες. Ο δεύτερος μακεδονικός πόλεμος δεκα πέντε χρόνια μετά, κατέληξε σε ήττα του Φιλίππου στις Κυνός Κεφαλές τον Ιούνιο του 197 πΧ. Η Ελληνορωμαϊκή σύγκρουση συνεχίσθηκε το 172 πΧ με τον τρίτο μακεδονικό πόλεμο, με πρωτοβουλία των Ρωμαίων αυτή την φορά. Ο γιός του Φιλίππου, Περσεύς στα πρώτα χρόνια του πολέμου κατάφερε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τρείς υπάτους που η Ρώμη έστειλε εναντίον του. Έτσι το 168 πΧ, η Σύγκλητος εξέλεξε ύπατο τον ικανότατο στρατηγό και βετεράνο των πολέμων κατά των Γερμανικών και Γαλατικών φύλων, Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο. Αυτός μαζί με τον στρατηγό Λεύκιο Ποστούμιο Αλβίνο οδήγησε πάλι τα στρατεύματα της Ρώμης στο Ελληνικό έδαφος. Εκεί, αφού έκανε μία ψύχραιμη εκτίμηση της καταστάσεως και μετά από μιά σειρά στρατιωτικών και πολιτικών ελιγμών, έφερε για πρώτη φορά Ρωμαϊκά στρατεύματα σε μακεδονικό έδαφος, πρώτα έξω από το Δίον και στην συνέχεια καθώς ο Περσέας υποχώρησε για να αποφύγη την κύκλωση από άλλο Ρωμαϊκό σώμα, στην περιοχή κοντά στην σημερινή Κατερίνη. Η σκηνή είχε στηθεί για την τελική φάση του δράματος…
ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ
Και στο κέντρο είχε ήδη λάβει θέσεις το άνθος του Μακεδονικού στρατού, οι πυκνές τάξεις των πεζεταίρων οπλισμένες με την εξάμετρη σάρισα, το ίδιο όπλο των προπάπων τους που πριν διακόσια τόσα χρόνια με αρχηγό τον Αλέξανδρο ξεκίνησαν την εκστρατεία για την κατάλυση του κολοσιαίου κράτους των Αχαιμενιδών. Παραταγμένοι όπως και τότε σε βάθος δέκα έξι ζυγών σχημάτιζαν την φοβερή Μακεδονική Φάλαγγα. Εικοσι μία χιλιάδες ήταν σύνολο οι σαρισοφόροι, δέκα χιλιάδες πεντακόσιοι Χαλκάσπιδες και άλλοι τόσοι οι επίλεκτοι Αργυράσπιδες. Επικεφαλής των Μακεδόνων ήταν ο βασιλιάς Περσεύς, που είχε αναλάβει προσωπικά την ηγεσία του ιππικού στην δεξιά πτέρυγα.
Από την νότια όχθη φαινόντουσαν οι Ρωμαίοι να παίρνουν τις θέσεις τους στον στενό χώρο μεταξύ του Ολόκρου όρους και του ποταμού. Απέναντι στο εχθρικό ιππικό, στα αριστερά τους, τάχθηκε το δικό τους βαρύ Ρωμαϊκό και Ιταλικό ιππικό μαζύ με τους Αφρικανούς συμμάχους, τους Νουμιδούς. Πιό πίσω οι Έλληνες πελταστές με τις μακρυές λόγχες, οι οπλίτες τηςΑχαϊκής συμπολιτείας που κατά την παλαιά ελληνική συνήθεια που καταδικάζαν όλοι αλλά και όλοι εφάρμοζαν, συμμάχησαν με τους αλλοεθνείς εναντίον των άλλων Ελλήνων. Στην δεξιά πτέρυγα τοποθετήθηκαν οι πολυάριθμοι Ιταλοί σύμμαχοι Λουκανοί, Βρούττιοι, Καμπανοί, Σάμνιοι και άλλοι, σε δύο ξεχωριστά σώματα, κάτι παραπάνω από δώδεκα χιλιάδες πολεμιστές. Στο ίδιο μέρος τοποθετήθηκαν και οι είκοσι δύο πολεμικοί ελέφαντες την χρησιμότητα των οποίων είχαν μάθει οι Ρωμαίοι με οδυνηρό τρόπο από τον Πύρρο. Λίγο πιό πίσω σαν στήριγμα, είχαν μπεί οι άλλοι Έλληνες, οι ελαφροί οπλίτες από την Πέργαμο που τόσο πολύτιμοι είχαν φανεί στους Ρωμαίους όταν κατήγαγαν την μεγάλη νίκη εναντίον του Σελευκίδη Αντιόχου του Γ’ στην Μαγνησία το 191 πΧ.
Στο κέντρο της παρατάξεως είχε τοποθετηθεί το βαρύ πεζικό των Ρωμαίων, περισσότεροι από δέκα χιλιάδες πειθαρχημένοι και καλοεκπαιδευμένοι λεγεωνάριοι, σε δύο ξεχωριστές λεγεώνες. Από την θέση του Περσέα ξεχώριζαν οι κοόρτεις με τις βαρειές τετράγωνες ασπίδες (scutum), μπροστά οι πρίγκηπες (principes), μετά οι άστατοι (hastatii) και οι βετεράνοι τριάριοι (triarii) στο τέλος, να παίρνουν την χαρακτηριστική «πεσσοειδή διάταξη» ή «αβάκιον», ανάλογη δηλαδή με τον τρόπο που είναι τοποθετημένα τα τετράγωνα της σκακιέρας. Και σε μικρή απόσταση μπροστά από τους λεγεωνάριους άρχισαν ήδη να αναπτύσσονται σε αραιή διάταξη οι βελίτες, τα ελαφρά στοιχεία της Λεγεώνας που με βροχή ακοντίων μεριμνούσαν για την φθορά του εχθρού πρίν αυτός έλθη σε επαφή με το κύριο σώμα. Αρχηγός των Ρωμαίων ήταν όπως είδαμε, ο ύπατος Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος, έμπειρος στρατιωτικός, μορφωμένος και ελληνομαθής άνδρας και θαυμαστής του ελληνικού πνεύματος.
Η ΕΦΟΔΟΣ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ
Η μέρα είχε προχωρήση αρκετά και κανένας από τους αντίπαλους δεν έκανε το πρώτο βήμα. Οι Ρωμαίοι έβλεπαν οτι η διάβαση του ποταμού μπροστά στους Μακεδόνες ειδικά τώρα που δεν είχαν την αριθμητική υπεροχή, ήταν μιά επικίνδυνη υπόθεση. Ο Περσέας από την άλλη, έβλεπε τα πλεονεκτήματα της θέσεώς του και δεν ήθελε να την εγκαταλείψει εύκολα για να διακινδυνεύση επίθεση. Έτσι, και οι δύο στρατοί λίγο πρίν το μεσημέρι κουρασμένοι από την ζέστη, άρχισαν να αποσύρονται από το πεδίο και να καταφεύγουν στην ασφάλεια των στρατοπέδων τους λίγο πιό πίσω.
Όμως τότε συνέβη ένα γεγονός που οι ιστορικοί δεν κατάφεραν έως τώρα να ξεκαθαρίσουν απόλυτα, κάτι που ερέθισε τους τραχείς Θράκες. Ένα επεισόδιο μεταξύ στρατιωτών άραγε, ή ένας «αχάλινος ίππος»που έφυγε από την μία μεριά του ποταμού και πέρασε στην άλλη; Κανένας δεν θα μάθει ποτέ. Αυτό που έγινε όμως έκανε τους Θράκες πολεμιστές να περάσουν το ποτάμι χωρίς διαταγή και να πέσουν ορμητικοί στα σώματα των Ιταλών απέναντί τους.
Φαίνεται οτι η κίνηση αυτή γρήγορα γενικεύθηκε, και τα σώματα που είχαν αρχίσει να στρατωνίζονται επέστρεφαν δρομέως στο πεδίο της μάχης. Οι πεζεταίροι άρχισαν γρήγορα και με πειθαρχία να συγκροτούν τις τις τάξεις τους και τα παραγγέλματα των Λοχαγών και των Συνταγματαρχών τους τώρα ακούγονται καθαρά καθώς η οι σαρισοφόροι της φοβερής Μακεδονικής Φάλαγγας σαν ανθρώπινο τείχος αρχίζουν τώρα να κινούνται προς τα εμπρός. Από την απέναντι μεριά οι Ρωμαίοι φαίνονται να αιφνιδιάζονται. Καθώς όμως οι Λεγεωνάριοι δεν υστερούν καθόλου σε πειθαρχία και εκπαίδευση γρήγορα οι σπείρες οργανώνονται σε κοόρτεις και, κάτω από τις κοφτές προσταγές των εκατόνταρχων, οι κοόρτεις σε λεγεώνες πανέτοιμες για την μάχη.
Ο Περσέας όλη αυτήν την ώρα ή δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να συγκρατήση τους αξιωματικούς του. Ήταν άνθρωπος με αδύνατο χαρακτήρα και αναποφάσιστος και η αναρρίχησή του στον θρόνο συνδέθηκε με την δολοφονία του αδελφού του Δημητρίου στην οποία έπαιξε και ο ίδιος έναν σκοτεινό ρόλο. Οι ευθείς και προσηλωμένοι στις παραδόσεις Μακεδόνες ήταν φυσικό να μην τρέφουν μεγάλη εκτίμηση σε τέτοιον βασιλιά. Όπως και να έχει, η κατάσταση φαίνεται οτι αρχίζει να ξεφεύγει από τον απόλυτο έλεγχό του.
Καθώς η φάλαγγα βαδίζει γοργά σε πυκνή διάταξη, ακούγεται το παράγγελμα «κάθες τα δόρατα !» και οι σάρισες των πέντε πρώτων ζυγών οριζοντιώνονται ενώ οι υπόλοιπες γέρνουν 45 μοίρες προς τα εμπρός παρέχοντας έτσι σαν ομπρέλλα προστασία στους στρατιώτες από βλήματα. Ένα δάσος από σιδερένιες αιχμές προβάλλει που κινείται με απόλυτο συγχρονισμό, καθώς οι χιλιάδες πεζεταίροι διαβαίνουν σαν ένα σώμα τον ποταμό. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φαντασία για να αντιληφθούμε οτι το θέαμα θα πρέπει να ήταν επιβλητικό και τρομαχτικό για τον αντίπαλο. Ο ίδιος ο Αιμίλιος Παύλος ομολόγησε μετά την μάχη οτι ποτέ στην στρατιωτική του ζωή δεν ένοιωσε τέτοιο φόβο όσο την στιγμή της επιθέσεως της μακεδονικής φάλαγγος. Μάταια οι βελίτες εκτοξεύουν εναντίον της ακόντια και στην συνέχεια οι πρώτες σπείρες τους υσσούς τους, τα ιδιόρυθμα αυτά ρωμαϊκά ακόντια. Οι σαρισοφόροι με την ιαχή «ελελεύ!» διασχίζουν δρομαίως τα τελευταία μέτρα της εφόδου τους και πέφτουν πάνω στις λεγεώνες.
Άγρια μάχη ξεσπά τώρα και στο κέντρο της παρατάξεως καθώς οι επίλεκτοι των δύο στρατών προσπαθούν να καταβάλλουν ο ένας τον άλλον. Ο ωθισμός της Φάλαγγος γρήγορα αποδεικνύεται ισχυρότερος και καθώς οι Ρωμαϊκές σπείρες αδυνατούν να βρούν διέξοδο για να προσβάλλουν τον εχθρό καθηλωμένες εμπρός στο δάσος των σαρισών, οι λεγεώνες αργά αλλά σταθερά υποχωρούν. Σε ένα ή δύο σημεία μάλιστα η υποχώρηση αρχίζει να γίνεται πανικός.
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ
Τότε η ψυχραιμία και η σταθερότητα του Λεύκιου Αιμίλιου Παύλου ήταν που δικαίωσαν την Ρωμαϊκή σύγκλητο για την επιλογή της. Καταλαβαίνει οτι η Φάλαγγα είναι δύσκολος αντίπαλος όσο είναι σε πυκνή και αδιάσπαστη παράταξη. Διατάζει τις δύο λεγεώνες να υποχωρήσουν μέχρις ότου ευρεθούν στο λοφώδες έδαφος, ελπίζοντας να παρασύρει τους πεζεταίρους. Ταυτόχρονα δίνει και άλλες εντολές : Πρώτα ανασυντάσσει τους συμμάχους του Ιταλούς στο δεξιό του πλευρό και διατάζει να αντεπιτεθούν με τους ελέφαντες μπροστά εναντίον των Θρακών και Μακεδόνων πεζών που πέρασαν το ποτάμι. Στην συνέχεια διατάζει το ιππικό του να επιτεθεί στο δεξί πλευρό της φάλαγγας αλλά και κατά μήκος του μετώπου των τάξεών της.
Παρ’ όλα αυτά η φάλαγγα συνεχίζει. Όμως από ενθουσιασμό των στρατιωτών αλλά και απειρία των αξιωματικών της, καταδιώκοντας τους Ρωμαίους έχει αρχίσει ήδη να ανηφορίζει τις ομαλές πλαγιές του Ολόκρου. Όμως ο Περσέας που τους βλέπει καθαρά δεν είναι Αλέξανδρος. Δεν δοκιμάζει ή δεν μπορεί να τους σταματήση. Και οι πυκνές σειρές των πεζεταίρων που είναι και το μεγάλο τους πλεονέκτημα στην μάχη, ανοίγουν εδώ και εκεί καθώς το ανώμαλο έδαφος διασπά τις γραμμές τους. Αυτή την στιγμή ο Αιμίλιος Παύλος διατάζει τις λεγεώνες να αντεπιτεθούν. Αμέσως φαίνεται καθαρά οτι ο Ρωμαϊκός σχηματισμός είναι πιό ευέλικτος και καλύτερα προσαρμοσμένος για μάχη σε ανώμαλο έδαφος. Οι δύο λεγεώνες αναλύονται σε κοόρτεις και αυτές στις σπείρες τους, που τώρα αρχίζουν να εισδείουν ανάμεσα στα κενά της φάλαγγος. Η μάχη αρχίζει να διασπάται σε πολυάριθμες επιμέρους συγκρούσεις. Καθώς η σάρισα είναι όπλο που είναι πολύ δύσχρηστο σε μονομαχίες, οι λεγεωνάριοι χρησιμοποιώντας επιδέξια το περίφημο ιβηρικό ξίφος τους το gladius hispaniensis, επιφέρουν μεγάλες απώλειες στο μακεδονικό πεζικό, απώλειες που ανοίγουν ακόμη περισσότερο τις γραμμές της φάλαγγος.
Ο Περσεύς που εξακολουθεί να κρατά μακρυά από την μάχη χιλιάδες στρατιώτες του, βλέπει την άσχημη τροπή της μάχης. Τι σκέψεις πέρασαν από το μυαλό του εκείνες τις στιγμές κανείς δεν θα μάθει ποτέ. Ήθελε να διαφυλάξη το ιππικό του για να έχει ένα κάποιο στοιχείο ισχύος στις διαπραγματεύσεις απέναντι στους Ρωμαίους, ή απλά πανικοβλήθηκε; Ότι και να σκέφθηκε, η ενέργειά του αποτέλεσε τήν επισφράγιση της θανατικής καταδίκης της Μακεδονίας σαν βασιλείου: Εγκατέλειψε τον στρατό του και με το ιππικό τράπηκε προς την πρωτεύουσα, την Πέλλα. Η υποχώρηση του μακεδονικού στρατού μετρέπεται πλέον σε άτακτη φυγή και αυτή με την σειρά της σε γενικευμένη σφαγή των ανυπεράσπιστων πλέον φυγάδων. Ο στρατός διαλύεται και το άνθος της Μακεδονικής νεότητος, είκοσι χιλιάδες και πλέον στρατιώτες, πέφτει άδοξα στην Πύδνα