Εκεί που δεν πίπτει… τσεκούρι, «πίπτει» ένα έντομο που αναλαμβάνει το ρόλο της απαιτούμενης ανθρώπινης παρέμβασης. Έτσι θα μπορούσε να περι...
Εκεί που δεν πίπτει… τσεκούρι, «πίπτει» ένα έντομο που αναλαμβάνει το ρόλο της απαιτούμενης ανθρώπινης παρέμβασης. Έτσι θα μπορούσε να περιγράψει κανείς το έργο του φλοιοφάγου εντόμου Tomicus piniperda που έχει εισβάλει στο Σέιχ Σου και νεκρώνει τα δέντρα.
Φαίνεται πως το έντομο ανέλαβε τον ρόλο του… εκκαθαριστή αφού, σύμφωνα με δασολόγους, η διαχείριση που απαιτούσε το περιαστικό δάσος, όπως και όλα τα δάση, περιελάμβανε «αλυσοπρίονο και τσεκούρι», κάτι που όμως δεν εφαρμόζεται σε ευρεία κλίμακα. Εντούτοις, η εισβολή του εντόμου επέβαλε το έκτακτο κόψιμο εκατοντάδων νεκρών -πλέον- δέντρων και την ανανέωση του δάσους, που εμφανίζει εικόνα αναγέννησης με τα πουρνάρια να ξεπροβάλλουν ανάμεσα στα κομμένα.
«Χρειάζεται διαχείριση στα δάση, κάτι που σημαίνει αλυσοπρίονο και τσεκούρι», ξεκαθαρίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ερευνητής στο Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών, Δρ. Γαβριήλ Σπύρογλου. «Θα έπρεπε η Δασική υπηρεσία να εφαρμόζει τη διαχειριστική έκθεση και να κάνει τις προβλεπόμενες αραιώσεις για να μειώσει τον “ανταγωνισμό” στα δέντρα. Τέτοιου είδους διαχείριση θα είχε ως αποτέλεσμα λιγότερες εξάρσεις του φλοιοφάγου εντόμου», τονίζει ο ερευνητής, προσθέτοντας ότι, δυστυχώς, «η Δασική υπηρεσία, δεν αφήνεται να διαχειριστεί το δάσος και οι υπάλληλοί της έχουν εγκλωβιστεί σε διεκπεραιωτικές εργασίες που σχετίζονται με τη γραφειοκρατία». Επίσης, οι πολίτες δεν θα πρέπει να τρομάζουν ή να εξοργίζονται νομίζοντας ότι καταστρέφεται το δάσος, αν ακούν και βλέπουν δασεργάτες να υλοτομούν δέντρα.
«Το φλοιοφάγο βρήκε “φαΐ” και θα ξανάρθει. Αν όμως, στο μεταξύ, διαχειριστούμε ορθά το δάσος και αφεθεί το Δασαρχείο να κάνει σωστά τη δουλειά του, δεν θα έχει τόση μεγάλη έξαρση. Έπρεπε να γίνει εξυγιαντική υλοτομία προκειμένου να απομακρυνθούν τα νεκρά δέντρα με τα έντομα και στα διάκενα θα βγουν νέα πεύκα. Τα δε “ηλικιωμένα” δέντρα θα πρέπει, βάσει διαχειριστικού σχεδίου, να κοπούν, δημιουργώντας χώρο και για πλατύφυλλα στο νέο αναγεννημένο δάσος», τονίζει ο κ. Σπύρογλου.
Ήδη, πάντως, η εικόνα του Σέιχ Σου, παρά τις κραυγές αγωνίας φορέων αλλά και απλών πολιτών της Θεσσαλονίκης, είναι ενθαρρυντική και … καταπράσινη, εκτός από λίγα σημεία που παραμένουν τα νεκρωμένα δέντρα. Η φύση επουλώνει μόνη της τις πληγές της, με πουρνάρια αλλά και νέα πεύκα να ξεπροβάλουν από παντού και το δάσος να φουντώνει ξανά.
«Η εικόνα ήταν τραγική με την έξαρση του φλοιοφάγου αλλά πλέον το δάσος αναγεννάται με φυσικό τρόπο. Ωστόσο, πρέπει να γίνεται σωστή διαχείριση και με την απομάκρυνση των ξερών υπολειμμάτων των δέντρων καθώς τα εναπομείναντα κλαδιά που δεν απομακρύνονται από τους Δασικούς Συνεταιρισμούς, παραμένουν στον χώρο. Θα πρέπει τώρα να τριφτούν και να σκορπιστούν στο δάσος προκειμένου αυτό να κρατήσει τα θρεπτικά στοιχεία και ταυτόχρονα να μην αποτελούν καύσιμη ύλη για πυρκαγιά», αναφέρει ο ερευνητής του Ινστιτούτου.
Το ανακάλυψαν εκ νέου επί κορονοϊού
Το Σέιχ Σου που σχεδόν η μισή του έκταση κάηκε το 1997 μέσα σε λίγες ώρες, υποδέχθηκε την περίοδο του κορονοϊού πολύ περισσότερους επισκέπτες καθώς οι Θεσσαλονικείς «ανακάλυψαν» εκ νέου τον πνεύμονα της πόλης για τους περιπάτους τους. Είναι εξάλλου διαμορφωμένο ώστε να υποδέχεται επισκέπτες σε 8 μεγάλους χώρους Δασικής Αναψυχής, με ένα δαιδαλώδες δίκτυο δασικών δρόμων και σχεδόν 7 χιλιομέτρων μονοπατιών. Αρκετοί Θεσσαλονικείς το επισκέπτονται για περίπατο, τρέξιμο, εξάσκηση σκύλων και άλλες μορφής αναψυχής, όμως πολλές φορές αφήνουν πίσω τους απορρίμματα, τα οποία συσσωρεύονται σε διάφορα σημεία.
Επίσης, οι αγέλες αδέσποτων που έχουν σχηματιστεί και περιπλανώνται στην περιοχή, επιτιθέμενες πολλές φορές σε περιπατητές, λειτουργούν αποτρεπτικά στην ακόμη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα. Τα σκυλιά ταΐζονται από εθελοντές σε διάφορα σημεία, όμως πολλές φορές μένουν πίσω σκουπίδια από συσκευασίες τροφών και πλαστικά δοχεία, ενώ ζήτημα αποτελεί και το γεγονός ότι αφήνονται σκόπιμα ανοικτές οι βρύσες στους Χώρους Δασικής Αναψυχής.
«Παρά τους φόβους, το δάσος δεν “τελειώνει” ποτέ και έχει μεγάλη προοπτική να γίνει ακόμη καλύτερο. Αρκεί να γίνεται ορθή εφαρμογή της διαχειριστικής μελέτης», καταλήγει ο κ. Σπύρογλου.