Στο ζήτημα της διατήρησης γαλλικής κατασκευής και προέλευσης μαχητικών και όπλων στις τάξεις της Πολεμικής Αεροπορίας, έχουμε κατ’ επανάληψ...
Στο ζήτημα της διατήρησης γαλλικής κατασκευής και προέλευσης μαχητικών και όπλων στις τάξεις της Πολεμικής Αεροπορίας, έχουμε κατ’ επανάληψη αναφερθεί στο παρελθόν. Θεωρούμε ότι η Ελλάδα πρέπει να επανέλθει στο δόγμα των δύο εξοπλιστικών πηγών για τις ένοπλες δυνάμεις της. Ο Ελληνικός Στρατός και το Πολεμικό Ναυτικό ωφελήθηκαν πολλαπλά από αυτή τη στροφή που έγινε από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και το ίδιο έγινε και με την Πολεμική Αεροπορία, αν και σε πολύ μικρότερο βαθμό. Μετά τις εξελίξεις των τελευταίων 15 τουλάχιστον ετών, η τελευταία κινδυνεύει να χάσει αυτό της το επιχειρησιακό ατού έναντι της ΤΗΚ, μαζί φυσικά με το ότι λειτουργεί παράλληλα ως πολλαπλασιαστής ισχύος για την ελληνική άμυνα και την ισχύ αποτροπής συνολικά.
Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Διαφορετικά σε σχέση με την Αίγυπτο, το Κατάρ, τα ΗΑΕ και την Ινδία. Χώρες με τις οποίες υπέγραψε συμβόλαια ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στο πλαίσιο προγραμμάτων προμήθειας σκαφών επιφανείας, μαχητικών αεροπλάνων και φυσικά όπλων.
Η αποπληρωμή που προβλέπουν τα συμβόλαια αυτών των προγραμμάτων, φυσικά δεν περιέλαβε κανενός είδους χρηματοδότηση. Έγινε εντός σχετικά μικρού χρονικού διαστήματος σε δύο συνήθως δόσεις, μέσω εμπορικών συμφωνιών.
Το ίδιο είχε συμβεί 20 χρόνια πριν και με την Ελλάδα (Αύγουστος 2000), όταν υπογράφονταν οι συμβάσεις για την προμήθεια των 15 Mirage 2000-5Mk.2, του εκσυγχρονισμού άλλων 10 από τα παλιά Mirage 2000EG στο ίδιο επίπεδο και της προμήθειας των όπλων τους. 628 εκατομμύρια ευρώ ήταν η αξία της πρώτης αυτής σύμβασης.
Τα χρήματα καταβλήθηκαν σε δύο δόσεις. Ακολούθησε η καταβολή 59.619.000 ευρώ για μία δεύτερη σύμβαση που υπογράφηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2003, περιλαμβάνοντας 100 επιπλέον πυραύλους MICA, 50 φορείς μεταφοράς τους και 34 επιπλέον όπλα αέρος-εδάφους Scalp EG. Σήμερα τέτοια οικονομική δυνατότητα από την ελληνική πλευρά, απλά δεν υπάρχει. Και δεν αναμένεται να υπάρξει για πολλά ακόμη χρόνια.
Επομένως εάν δεν κατατεθεί πρόταση χρηματοδότησης από τη γαλλική πλευρά και μάλιστα τέτοιας που να «παρακάμπτει» τους δημοσιονομικούς περιορισμούς στους οποίους υπόκειται η ελληνική οικονομία μέσω των συμβάσεων δανειοδότησης που έχουν υπογραφεί με τους Ευρωπαίους εταίρους μας τα τελευταία δέκα χρόνια, πολύ απλά ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ να προμηθευτούμε μαχητικά αεροσκάφη, όπλα, φρεγάτες, ή οτιδήποτε άλλο από τη Γαλλία.
Δεν έχουμε στοιχεία που να αποδεικνύουν το για ποιόν ακριβώς λόγο «πήγε πίσω» η προμήθεια των δύο Belh@rra… Ήταν υπερβολικό το κόστος, ή δεν ήταν επαρκής η χρηματοδότηση; Γράφτηκαν και τα δύο, χωρίς όμως να επιβεβαιώνονται με στοιχεία. Κάτι απόλυτα φυσιολογικό βέβαια όταν βρίσκεται σε εξέλιξη μία τόσο σημαντική διαπραγμάτευση.
Κρατάμε μόνο το ότι σήμερα, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε στο παρελθόν, υπάρχει η δυνατότητα χρηματοδότησης από τη γαλλική πλευρά. Ή τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν οι Γάλλοι και προκύπτει από την μέχρι σήμερα διαδικασία συνομιλιών για τις Belh@rra. Κατά συνέπεια για την Πολεμική Αεροπορία υπάρχουν (θεωρητικά πάντα…) δύο εναλλακτικές για την διατήρηση γαλλικών μαχητικών αεροπλάνων και όπλων σε υπηρεσία. Θα τις δούμε με όσα στοιχεία έχουμε στη διάθεση μας.
Γιατί πρέπει να μείνουμε στο Mirage 2000-5Mk.2
Πρόκειται για μία πλατφόρμα που διαφοροποίησε σημαντικά τις ελληνικές δυνατότητες αποτροπής μέσω της ικανότητάς του να φέρει το υποστρατηγικό όπλο SCALP-EG και αναβάθμισε σημαντικά την ποιοτική υπεροχή της Πολεμικής Αεροπορίας στον αγώνα αέρος – αέρος, εξασφαλίζοντας ικανότητα αυτόματου εγκλωβισμού πολλών στόχων ταυτόχρονα από μεγάλες αποστάσεις, μαζί με ικανότητα ταυτόχρονης βολής τεσσάρων πυραύλων MICA.
Παραπάνω αναφέρουμε πόσο κόστισε η επένδυση της ελληνικής πολιτείας στα Mirage 2000-5Mk.2 και τα όπλα τους στις αρχές τις δεκαετίας του 2000. Η επένδυση αυτή κυριολεκτικά πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων. Μαζί φυσικά με όλες τις πρωτοποριακές δυνατότητες που μας έδινε.
Κι αυτό για τον πολύ απλό λόγο ότι τα περισσότερα μαχητικά του τύπου σταδιακά καθηλώθηκαν λόγω έλλειψης ανταλλακτικών. Οι επιμέρους συμβάσεις της συμφωνίας εν συνεχεία υποστήριξης (FOS) που υπογράφηκε πριν από οκτώ περίπου μήνες, δεν έχουν υπογραφεί – ενεργοποιηθεί ΑΚΟΜΑ!
Εν έτει 2020 λοιπόν και μετά από 13 ολόκληρα χρόνια υπηρεσίας των εν λόγω μαχητικών στις τάξεις της 331 Μοίρας, εξακολουθούμε να καθυστερούμε την υποστήριξή τους!
Σε παλαιότερο αφιέρωμά μας, είχαμε με στοιχεία αποκαλύψει ότι το συνολικό κόστος της υποστήριξης (FOS) των 24 Mirage 2000-5Mk.2 που διατηρούμε σε υπηρεσία σε συνδυασμό με τον εκσυγχρονισμό των εναπομεινάντων 17 Mirage 2000EG της 332 Μοίρας, θα ανέλθει σε κάτι παραπάνω από ένα δισεκατομμύριο Ευρώ.
Άποψη μας είναι ότι για την ελληνική πλευρά, αυτή είναι η χαμηλότερου κόστους και ρίσκου λύση διατήρησης σε υπηρεσία γαλλικών μαχητικών και όπλων για τα επόμενα 15 τουλάχιστον χρόνια.
Μπορούμε δε επιπρόσθετα να ζητήσουμε από τους Γάλλους την προμήθεια (ή την δωρεά από την πλευρά τους…) άλλων δέκα τουλάχιστον μεταχειρισμένων Mirage 2000C που έχουν αποσύρει, προκειμένου να τα εκσυγχρονίσουμε και αυτά με στόχο τη συγκρότηση τριών Μοιρών.
Θα είναι και προς όφελος δικό τους και προς όφελος δικό μας… Ιδού το γιατί:
-Επάνω σε αυτή την αναβάθμιση (που είναι ίδια ως διαδικασία και περιεχόμενο με αυτή των Mirage 2000-9 των ΗΑΕ) «πάτησε» και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των 50 ινδικών Mirage 2000H/TH. Σημειώστε δε ότι και τα ΗΑΕ προτίμησαν έναν μικρής έκτασης εκσυγχρονισμό των -9, κρίνοντας περισσότερο συμφέρουσα αυτή τη λύση από την προμήθεια μαχητικών Rafale.
Τα εκσυγχρονισμένα -9 των ΗΑΕ θα διαθέτουν τερματικά λήψης – μετάδοσης δεδομένων Link 16, ελαφρά αναβαθμισμένο ραντάρ, ικανότητα βολής πυραύλων αέρος – αέρος μεγάλης ακτίνας METEOR και θα είναι πιστοποιημένα να επιχειρούν με το ατρακτίδιο στοχοποίησης SNIPER.
-Στην εκσυγχρονισμένη του μορφή το μαχητικό θα παραμείνει για πολλά ακόμη χρόνια σε υπηρεσία. Τουλάχιστον 20 και μάλιστα με αξιώσεις από επιχειρησιακής πλευράς.
Τόσο η Γαλλική Αεροπορία (Mirage 2000-5F), όσο και η Ταϊβάν (-5ΕΙ) αν και αξιοποιούν εδώ και 20 χρόνια την καθαρά αναχαιτιστική (αρχική) έκδοση του -5, θα συνεχίσουν να τα διατηρούν σε υπηρεσία λόγω των μεγάλων –ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα- δυνατοτήτων του στον αγώνα αέρος – αέρος.
– Η ελληνική πλευρά έχει τη δυνατότητα να πιστοποιήσει τον αερομεταφερόμενο AM-39 Exocet σε όλα της τα -5 μέσα από μία τέτοια διαδικασία, να εγκαταστήσει Link-16 και να αποκτήσει και δυνατότητα ηλεκτρονικής αναγνώρισης – επιτήρησης/υποκλοπών (ELINT/SIGINT) μέσω της πιστοποίησης του ατρακτιδίου ASTAC που είχε αξιοποιήσει στα RF-4E από το 2004…
-Όλα αυτά μπορούν να γίνουν με ένα κόστος που δεν θα ξεπεράσει το 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ. Εδώ βέβαια θα πρέπει να κινητοποιηθεί και η γαλλική πλευρά προκειμένου να εξασφαλίσει μία υλοποιήσιμη χρηματοδότηση. ΔΕΝ ΕΧΕΙ καμία δικαιολογία να μην το κάνει από τη στιγμή που το πρόγραμμα του περιορισμένης έκτασης εκσυγχρονισμού των -9 των ΗΑΕ, βρίσκεται σε εξέλιξη…
Καταληκτικά, αυτό που χρειάζεται ΠΑΝΤΑ να έχουμε κατά νου, είναι ότι οι πρόσφατες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΥΝ ότι είναι επιτακτική ανάγκη η επαναφορά του δόγματος προμηθειών από δύο διαφορετικές πηγές. Και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να αναζητήσουμε τις πλέον ενδεδειγμένες και συμφέρουσες για εμάς λύσεις κόστους – απόδοσης. Σε όλες τις ορθές λύσεις όμως, υπάρχει ένα όριο που τις καθιστά μη εφικτές. Οπότε, οι γνήσια φιλότεχνοι Γάλλοι, θα πρέπει να αντιληφθούν ότι “it takes two to tango”.