ΕΙΝΑΙ 6 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1944 ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΕΧΟΥΝ ΞΕΚΙΝΗΣΕΙ ΟΙ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ, ΕΝΩ ΕΛΑΣΙΤΕΣ ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΘΗΣΕΙΟ, ΣΤΟ Κ...
Το επιτελείο των ΕΛΑΣιτών, ευθύς εξ' αρχής είχε αντιληφθεί ότι για να καταστεί δυνατή η επίθεση στο Σύνταγμα έπρεπε να εξαλειφθούν τα εξωτερικά φυλάκια καθώς αυτά κάλυπταν όλες τις προσβάσεις προς τους στρατώνες με αποτέλεσμα να απαγορεύουν την προσέγγιση σε αυτούς και να προκαλούν βαρείες απώλειες στους επιτιθεμένους. Στις 07.00, λόχοι του ΕΛΑΣ πλαισιούμενοι από μάζες ενόπλων πολιτών, ανδρών και γυναικών, των εφεδρικών μονάδων του ΕΛΑΣ, εξόρμησαν με αλαλαγμούς κατά των οικιών που περίστοίχιζαν τους στρατώνες και τα φυλάκια. Οι τακτικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ στράφηκαν κυρίως κατά των φυλακίων ενώ οι εφεδρικές παρενοχλούσαν το Σύνταγμα εκτοξεύοντας αυτοσχέδιες εμπρηστικές βόμβες, δέσμες δυναμιτών και χειροβομβίδες από τις ταράτσες και τα παράθυρα των κοντινών πολυκατοικιών. Αρκετές ομάδες άνοιξαν οπές στους τοίχους των οικιών προσπαθώντας να φθάσουν στα φυλάκια μέσα από τα συγκεκαλυμμένα αυτά δρομολόγια.
Σχεδιο στρατοπέδου και φυλακίων
Σύντομα κύριο στόχο των ΕΛΑΣιτών απετέλεσε το 7ο Φυλάκιο καθώς απαγόρευε την προώθηση τους από τις οδού Βεΐκου, Φαλήρου και Δημητροπούλου, οι οποίες αποτελούσαν τις κύριες οδούς προσέγγισης των ανταρτών προς το στρατόπεδο από τον Νότο. Οι 22 άνδρες του φυλακίου είχαν κατανεμηθεί σε διάφορους ορόφους ώστε να υπερασπίσουν την τετραώροφη πολυκατοικία. Στην ταράτσα ευρίσκετο ο διοικητής του φυλακίου Μοίραρχος Παπακώστας και 9 χωροφύλακες, στον τρίτο όροφο 5 χωροφύλακες, δυο στην πλευρά της ταράτσας προς την οδό Χατζηχρήστου, δύο στην πλευρά της ταράτσας προς την οδό Μακρυγιάννη ενώ στον πρώτο όροφο δυο χωροφύλακες και ένας ένοικος της πολυκατοικίας, ο Ταγματάρχης Πεζικού Θ. Ντούνης.
Η επίθεση των ΕΛΑΣιτών με κάθε είδους πυρά ήταν σφοδρότατη. Η ταράτσα εθερίζετο από διασταυρούμενα πυρά και γρήγορα δυο χωροφύλακες τραυματίσθηκαν. Τουλάχιστον 400 ΕΛΑΣίτες είχαν αφοσιωθεί στην εκπόρθηση του φυλακίου το οποίο τους προκαλούσε βαρείες απώλειες. Γύρω στις 10.00 τα πυρομαχικά των χωροφυλάκων είχαν σχεδόν εξαντληθεί. Το αίτημα των υπερασπιστών για αποστολή πυρομαχικών και έξοδο του άρματος δεν ικανοποιήθηκε καθώς το δεύτερο είχε υποστεί βλάβη ενώ οι δρόμοι ήταν πεδία θανάτου από τις χιλιάδες βολίδες και τα θραύσματα των εκρήξεων από όλμους που τους όργωναν.
Μετά από λίγο ο Μοίραρχος Παπακώστας και ο Ταγματάρχης Ντούνης τραυματίσθηκαν ενώ ο χωροφύλακας Γρυπαίος καταπλακώθηκε από ερείπια, κατόπιν μιας εύστοχης βολής όλμου. Με την ταράτσα σε κατάσταση κατάρρευσης οι χωροφύλακες υπό τον Παπακώστα και οι χωροφυλακές του τρίτου ορόφου αποσύρθηκαν στον δεύτερο όροφο. Μια πρόταση για απελπισμένη έξοδο προς τους στρατώνες απερρίφθη ως αυτοκτονία ενώ μια προσπάθεια να κληθούν ενισχύσεις μέσω της αποστολής του χωροφύλακα Βισβίκη απέτυχε.
Στις 12.00 μια ομάδα ΕΛΑΣιτών κατόρθωσε να ανατινάξει την κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας με δυναμίτη ενώ μια άλλη με τον ίδιο τρόπο εισήλθε στο υπόγειο. Αμέσως μεγάλος αριθμός ΕΛΑΣιτών άρχισε να κατακλύζει την πολυκατοικία και να ανεβαίνει τις σκάλες προς τον δεύτερο όροφο. Στην σκάλα του δευτέρου ορόφου εδόθη μάχη σώμα με σώμα μεταξύ των χωροφυλάκων και των ΕΛΑΣιτών αρκετοί από τους οποίους έπεσαν μαχαιρωμένοι καθώς μόνο οι ξιφολόγχες είχαν απομείνει στους περισσότερους υπερασπιστές ως χρήσιμο όπλο. Τελικά ΕΛΑΣίτες, οι οποίοι ανέβηκαν από την σιδερένια σκάλα υπηρεσίας στον δεύτερο όροφο, επιτέθηκαν εκ των όπισθεν στους υπερασπιστές, οι οποίοι κατάκοποι, τραυματισμένοι και ουσιαστικά άοπλοι συνελήφθησαν ζωντανοί, εκτός τριών που κατόρθωσαν και διέφυγαν.
Οι αιχμάλωτοι ξεγυμνώθηκαν και περιφέρθηκαν στις παρακείμενες οδούς υφιστάμενοι κτυπήματα από κοντάκια όπλων και ρόπαλα, χαστουκιά, κλωτσιές και μαχαιριές από έναν αφηνιασμένο όχλο Ολόκληρη την νύκτα της 6ης προς 7ης Δεκεμβρίου βασανίσθηκαν και τελικά οδηγήθηκαν σε μακρινές χαράδρες όπου τους έβγαλαν τα μάτια, τους έκοψαν τα αυτιά, τις μύτες και τις γλώσσες. Σε αυτή την κατάσταση τους εκτέλεσαν.
Μετά το 7ο σειρά είχαν τα 5ο και 6ο Φυλάκια τα οποία κάλυπταν επίσης τις νότιες προσβάσεις των στρατώνων. ΕΛΑΣίτες και όχλος κατόρθωσαν το μεσημέρι να εισέλθουν σε οικίες στην απέναντι πλευρά της οδού Χατζηχρήστου, έναντι των φυλακίων και άρχισαν να εκτοξεύουν χειροβομβίδες στις ταράτσες τους καθώς αυτές στις οποίες ευρίσκοντο ήταν υψηλότερες. Ταυτόχρονα ένας καταιγισμός πυρών σάρωσε τα παράθυρα των κτιρίων από πολύ μικρή απόσταση. Σύντομα σκοτώθηκαν ο Ανθυπομοίραρχος Ψαρρός, ο Ανθυπασπιστής Παπασπυρόπουλος και 5 χωροφύλακες ενώ οι υπόλοιποι τραυματίσθηκαν. Ο Μοίραρχος Κοντάκος, διοικητής του φυλακίου, μετέφερε τον ετοιμοθάνατο Ενωμοτάρχη Παπαδάκη σε έναν αντικρινό φούρνο όπου τον άφησε σε δύο Άγγλους στρατιώτες να τον φροντίσουν. Τελικά, όταν συνελήφθησαν και οι τρεις από τους ΕΛΑΣίτες, ο Παπαδάκης εκτελέσθηκε. Οι υπόλοιποι τραυματίες των δυο φυλακίων αποφάσισαν να κάνουν μια απελπισμένη έξοδο η οποία τελικά επέτυχε και οι χωροφύλακες έφθασαν ασφαλείς στον περίβολο του Συντάγματος.
Η βόρεια πλευρά και οι αποτυχίες του ΕΛΑΣ
Ο βόρειος τομέας αμύνης του Συντάγματος, εν αντιθέσει με τον νότιο, απεδείχθη ανθεκτικός στις επιθέσεις των κομμουνιστών. Τις απογευματινές ώρες το παρατηρητήριο του διοικητηρίου εντόπισε ένα τάγμα ΕΛΑΣιτών που κατέβαινε από τον λόφο Φιλοπάππου με κατεύθυνση το θέατρο Ηρώδου του Αττικού με σκοπό να αποκόψει τα νώτα του Συντάγματος και να αποκαταστήσει επαφή με τις κομμουνιστικές δυνάμεις που είχαν καταλάβει το Β' Αστυνομικό Τμήμα της Πλάκας. Από την ταράτσα του 3ου Φυλακίου, επί της οδού Διονυσίου Αρεοπαγίτου, το πολυβόλο Μπρέντα, που εχειρίζετο ο άριστος σκοπευτής Ανθυπασπιστής Φ. Σακκελάρης, άρχισε να εκτοξεύει φονικά πυρά τα οποία σκόρπισαν τους αντάρτες οι οποίοι πανικόβλητοι έτρεξαν να βρουν κάλυψη. Η περιοχή όμως ήταν ανοικτή με αποτέλεσμα δεκάδες πτώματα να σκεπάσουν τον δρόμο. Το διαρκές πυρ εξάντλησε τα πυρομαχικά του πολυβόλου το οποίο έπρεπε να συνεχίσει να λειτουργεί, αν ήθελαν οι υπερασπιστές να αναχαιτίσουν την κυκλωτική κίνηση των ανταρτών. Εν μέσω βολίδων που διέσχιζαν τον αέρα, ο κουρέας του Συντάγματος, Λεωνίδας Κουσούρης, ανέβηκε την εξωτερική ανεμόσκαλα που οδηγούσε στην ταράτσα του φυλακίου μεταφέροντας τους πολύτιμους γεμιστήρες.
Λίγο πριν, το 3ο Φυλάκιο είχε σκορπίσει και πάλι τον θάνατο στους ΕΛΑΣίτες οι οποίοι, μετά την κατάληψη του 7ου Φυλακίου, επεχείρησαν να εγκαταστήσουν πολυβολείο στην ταράτσα του. Ο Μοίραρχος Μαλτέζος, αφού άφησε τους ΕΛΑΣίτες να εγκατασταθούν, διέταξε τον Σακελλάρη να τους θερίσει με το Μπρέντα. Από τους 12 αντάρτες μόνο 2 επέζησαν ενώ σε όλη την διάρκεια της επίθεσης στο Σύνταγμα δεν τόλμησαν να επαναλάβουν το εγχείρημα τους.
Την ίδια περίπου ώρα, μια τρίτη συμφορά κτυπούσε τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Πενήντα περίπου αντάρτες, μερικοί ντυμένοι με στολές δολοφονηθέντων χωροφυλάκων, ανέβηκαν στο καταληφθέν 5ο Φυλάκιο και μετέφεραν μεγάλη ποσότητα βενζίνης σε δοχεία και μπουκάλια με σκοπό να τα εκσφενδονίσουν στις ταράτσες των σπιτιών, που εφάπτοντο με τον περίβολο και να ξεκινήσουν πυρκαγιά μέσα στο στρατόπεδο ώστε να πυρποληθεί ολοσχερώς. Τον κίνδυνο μπορούσαν να αποσοβήσουν μόνον τα δύο πυροβόλα των 37 χλστ. στην γωνία του διοικητηρίου, όμως κανείς δεν τολμούσε να τα επανδρώσει καθώς η αυλή εθερίζετο από τα πυρά των κομμουνιστών. Τρεις όμως χωροφύλακες, ο Ενωμοτάρχης Χ. Ρετσίνας και οι Υπενωμοτάρχες Ι. Λαμπρόπουλος και Δ. Στρατιδάκης, αψήφησαν τον κίνδυνο και έφθασαν στο ένα πυροβόλο με το οποίο και άρχισαν να προσβάλουν το 5ο Φυλάκιο σε συνδυασμό με το πολυβόλο Μπρέντα του 3ου Φυλακίου.
Ξαφνικά μια τεράστια έκρηξη ακούσθηκε και ένα πύρινο μανιτάρι ξεπήδησε από το 5ο Φυλάκιο καθώς οι εκρήξεις των οβίδων και οι βολίδες του Μπρέντα ανάφλεξαν τις βενζίνες των ΕΛΑΣιτών. Η σκηνή που ακολούθησε ήταν φρικτή. Ουρανομήκεις φλόγες περιέζωσαν τον όμιλο των ΕΛΑΣιτών οι οποίοι απανθρακώθηκαν. Το θέαμα των καιομένων ανταρτών, που ούρλιαζαν απελπισμένοι, έριξε κατακόρυφα το ηθικό των κομμουνιστών και αντίθετα ανύψωσε αυτό των υπερασπιστών του Μακρυγιάννη.
Η επίθεση των ΕΛΑΣιτών δεν άφησε αμέτοχο και το διοικητήριο του Συντάγματος. Το εκτεθειμένο πολυβολείο της ταράτσας είχε γίνει αμέσως στόχος των κομμουνιστικών πυρών καθώς προκαλούσε σοβαρές απώλειες στους επιτιθέμενους. Κάποια στιγμή μια ριπή σκότωσε τον χειριστή του πολυβόλου Μπρέντα, Ενωμοτάρχη Αλεβίζο, με αποτέλεσμα να αναλάβει τον χειρισμό του ο Μοίραρχος Παπαδοδήμας, επί δυο ώρες, εν μέσω καταιγισμού πυρών. Τελικά και ο ίδιος τραυματίσθηκε σοβαρά στην κοιλιά, τα πόδια και τους βραχίονες από 7 συνολικά βολίδες. Καθώς τον κατέβαζαν με το φορείο ο μοίραρχος είχε το σθένος να πετάξει το λευκό σεντόνι που τον κάλυπτε φωνάζοντας: «Ξεσκέπαστε με! Δεν θέλω να νομίζουν ότι μας σκοτώνουν! ... Εμείς δεν πεθαίνουμε»! Και πράγματι ο ηρωικός αξιωματικός τελικά επέζησε των σοβαρών τραυμάτων του.
Η πυρπόληση των ανταρτών στο 5ο Φυλάκιο καταρράκωσε το ηθικό των ΕΛΑΣιτών με αποτέλεσμα στις 18.00 να κοπάσει η σφοδρότητα της επίθεσης και μέχρι το βράδυ να περιορισθεί σε πυρά παρενόχλησης. Η επέλευση της νύκτας έδωσε την ευκαιρία στους χωροφύλακες να συμπληρώσουν τα οχυρωματικά τους έργα ενώ μια μικρή βοήθεια έφθασε από τους Βρετανούς υπό την μορφή 15 Άγγλων στρατιωτών, με 2 αντιαρματικά ΡΙΑΤ και σάκους με χειροβομβίδες. Η δύναμη αυτή αποχώρησε μετά την παρέλευση ενός 24ώρου.
Ο απολογισμός των απωλειών του Συντάγματος για την 6η Δεκεμβρίου ήταν βαρύς: 5 αξιωματικοί και 49 οπλίτες νεκροί καθώς και 8 αξιωματικοί και 25 οπλίτες τραυματίες. Οι απώλειες των κομμουνιστών υπολογίσθηκαν σε περίπου 500 νεκρούς και τραυματίες. Η συνολική δύναμη του τακτικού ΕΛΑΣ στην περιοχή, υπολογιζόταν σε 6.000 περίπου άνδρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.