Ως φάρμακο αλλά και ισχυρό δηλητήριο ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων η κολχικίνη, η φυσική τοξική ουσία που αποτελεί το νέο «όπλο» κατ...
Ως φάρμακο αλλά και ισχυρό δηλητήριο ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων η κολχικίνη, η φυσική τοξική ουσία που αποτελεί το νέο «όπλο» κατά του κορονοϊού. Αρχαίοι Έλληνες είχαν διαπιστώσει ότι το φυτό Colchicum autumnale, απ’ όπου παράγεται η κολχικίνη, ήταν πολύ χρήσιμο για τη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας και των ρευματισμών, γι’ αυτό και το ονόμασαν «η ψυχή των αρθρώσεων». Για τη δηλητηριώδη δράση της κολχικίνης έγραψε ο Θεόφραστος, μαθητής του Αριστοτέλη, ο οποίος στο έργο του «Περί φυτών ιστορία», την περιγράφει ως ένα θανατηφόρο δηλητήριο με καθυστερημένη έναρξη δράσης.
«Ωστόσο, αρχικά η βιβλιογραφία σχετικά με τα φυτά που περιέχουν κολχικίνη, αναφέρεται κυρίως στην καθαρτική και δηλητηριώδη δράση τους όπως σημειώνει ο Θεόφραστος (περ. 371-287 π.Χ. ). Ακόμα και σήμερα οι τοξικές επιδράσεις της κολχικίνης είναι σοβαρές. Δεν υπάρχει αντίδοτο και η υπερδοσολογία έχει υψηλή θνησιμότητα ενώ είναι εξαιρετικά επικίνδυνο σε περίπτωση επαφής με το δέρμα».
Σύμφωνα με την κ. Λάζαρη, η κολχικίνη είναι ένα παραδοσιακό φάρμακο για τη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της οξείας ρευματοειδούς αρθρίτιδας από το 1810. Από την έγκριση της κολχικίνης ως φαρμάκου για την ουρική αρθρίτιδα το 2009 από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ, υπήρξε αναβίωση του ενδιαφέροντος για έρευνα σχετικά με τις εφαρμογές της κολχικίνης.
«Λαμβάνεται από τους βολβούς του Gloriosa superba της ίδιας οικογένειας (περιεκτικότητα σε κολχικίνη 0,9% περίπου) και επίσης από το Colchicum autumnale (περιέχεται στους σπόρους, τα άνθη και τους βολβούς του φυτού). Το Colchicum autumnale εξαπλώνεται στην Ευρώπη και την Αφρική, ενώ το είδος Gloriosa superba στην Αφρική και την Ασία, συμπεριλαμβανομένων των λόφων των Ιμαλαΐων, της Βιρμανίας, της Ινδονησίας, της Μαλαισίας κ.λπ.».
Σήμερα, η κολχικίνη έχει μια συνεχώς διευρυνόμενη λίστα χρήσεων και παραμένει, τονίζει η κ.Λάζαρη, «βασική θεραπεία για την ουρική αρθρίτιδα ενώ χρησιμοποιείται επιπλέον για τη θεραπεία του κληρονομικού Μεσογειακού πυρετού, την περικαρδίτιδα, τη νόσο Behcet, και την κολπική μαρμαρυγή». Παράλληλα, πρόσφατες έρευνες την καθιστούν πολλά υποσχόμενη για τη θεραπεία μιας ευρείας ποικιλίας καρδιαγγειακών διαταραχών.
Ευρεία εξάπλωση του φυτού Colchicum autumnale στην Ελλάδα
Στοιχεία για τον φθινοπωρινό κρόκο Colchicum autumnale, γηγενές είδος της Ελλάδας, και ένα από τα φυτά που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την κολχικίνη αφού περιέχει από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις, δίνει η Δρ Ελένη Μαλούπα, διευθύντρια του Ινστιτούτου Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων- Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός «Δήμητρα» και υπεύθυνη του Βαλκανικού Βοτανικού Κήπου Κρουσσίων.
«Το γένος Colchicum περιλαμβάνει γύρω στα 60 είδη. Ο φθινοπωρινός κρόκος -Colchicum autumnale- απαντάται σε υγρά ορεινά λιβάδια και βοσκοτόπια, σε σκιερές πετρώδεις πλαγιές με βαθύ γόνιμο χώμα, σε υψόμετρο από 1400 έως 2000 μέτρα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης. Είναι ευρείας εξάπλωσης, στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί περίπου 30 είδη και απαντάται στη Θράκη, στη Βόρεια Κεντρική και Ανατολική Ελλάδα, στη Βόρεια και Νότια Πίνδο, στα βουνά Κατάρα, Όρβηλος, Ροδόπη, Τύμφη και Φαλακρό». Το λουλούδι του κολχικού μοιάζει με αυτό του κρόκου και ανθίζει από τα τέλη Ιουλίου μέχρι τον Οκτώβριο.
«Ως φάρμακο όμως, εάν χορηγηθεί σε μικρές, προσεκτικά ελεγχόμενες δόσεις, είναι αποτελεσματικό σαν παυσίπονο και αντιφλεγμονώδες και η φαρμακολογική του μορφή είναι ακόμα σε χρήση για τη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας και άλλων ρευματικών νοσημάτων. Επιπλέον, το ομοιοπαθητικό σκεύασμα Colchicum παρασκευάζεται από φρέσκους βολβούς Colchicum autumnale» καταλήγει η κ. Μαλούπα.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.