Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν καθυστέρησε λεπτό να αξιoποιήσει τη νέα στρατηγική της σημασία -και θα συνεχίσει να το κάνει για το...
Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν καθυστέρησε λεπτό να αξιoποιήσει τη νέα στρατηγική της σημασία -και θα συνεχίσει να το κάνει για το (πολύ) επόμενο διάστημα.
Όπως αναφέρει το άρθρο του Politico, από την περασμένη εβδομάδα, η Τουρκία έχει άρει επισήμως το βέτο της για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ -ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα του Γενικού Γραμματέα Γενς Στόλτενμπεργκ και κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένο.
Πριν από τη σύνοδο κορυφής της συμμαχίας στη Μαδρίτη, οι τρεις χώρες συμφώνησαν σε μια σειρά βημάτων τα οποία είχαν στόχο να καθησυχάσουν την Άγκυρα σχετικά με τη στάση των σκανδιναβικών χωρών έναντι του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), καθώς και την άρση των περιορισμών στις πωλήσεις όπλων στην Τουρκία. Στην κορυφή όλων βρέθηκε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, δίνοντας το πράσινο φως για την πώληση μαχητικών αεροσκαφών F16 στην Άγκυρα -αν και αυτό θα πρέπει πρώτα να περάσει από το αμερικανικό Κογκρέσο. Και σε αντάλλαγμα, η Άγκυρα υποστήριξε την πρόσκληση του ΝΑΤΟ στο Ελσίνκι και τη Στοκχόλμη
Τουρκία: Σε τεντωμένο σκοινί οι σχέσεις με την Ελλάδα
Αυτό είναι πιθανότατα απλώς μια γεύση του τι πρόκειται να ακολουθήσει στον διαρκή χορό της Δύσης με την Τουρκία. Στην πραγματικότητα, μέχρι τις τουρκικές προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους, στις οποίες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα επιδιώξει να επανεκλεγεί για την εκατονταετηρίδα της Δημοκρατίας, η Δύση θα πρέπει να προετοιμαστεί για αυτό που πιθανότατα θα είναι μια βόλτα με πολλά σκαμπανεβάσματα στις σχέσεις με την Άγκυρα.
Οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Δύσης κινούνται σε άμπωτες και φουρτούνες. Και για να είμαστε δίκαιοι, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, οι δεσμοί έχουν επιδεινωθεί, αλλά ο ρυθμός επιδείνωσης ποικίλλει. Η σημερινή δυναμική μοιάζει με εκείνη προ δύο ετών, όταν οι εντάσεις έπληξαν την Ανατολική Μεσόγειο, με την Ελλάδα και την Τουρκία να πλησιάζουν επικίνδυνα στο χείλος του πολέμου.
Τα κακά νέα είναι ότι τότε, όπως και τώρα, ο Ερντογάν αξιοποίησε τη θέση της χώρας του στο διεθνές σκηνικό, κλιμακώνοντας την εξωτερική του πολιτική για να αποσπάσει εγχώρια πολιτικά κέρδη. Τα καλά νέα είναι ότι το 2020, η κλιμάκωση δεν εκτροχιάστηκε -και ελπίζουμε ότι δεν θα συμβεί ούτε αυτή τη φορά. Ενώ οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Δύση μπορεί να κινούνται σε τεντωμένο σκοινί, από το οποίο ακόμα και ο ίδιος ο Ερντογάν πιθανότατα θα ήθελε να πηδήξει, η Τουρκία παραμένει στη... δυτική πλευρά του κόσμου.
Η Λιβύη, αφορμή ώστε ο Ερντογάν να αντιστρέψει το γεωπολιτικό σκηνικό στην Ανατολική Μεσόγειο
Το 2020, η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη είχε εμποδίσει την Τρίπολη να πέσει στα χέρια του Χαλίφα Χάφταρ. Η δημιουργία μιας ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ των αντίπαλων φατριών και των αντίστοιχων περιφερειακών υποστηρικτών τους οδήγησε σε κατάπαυση του πυρός αργότερα εκείνο το καλοκαίρι, και παρόλο που δεν εδραίωσε την ειρήνη -όπως καταδεικνύουν τα σημερινά γεγονότα- σταμάτησε προσωρινά τη βία και απέτρεψε τον κατακερματισμό της Λιβύης. Επίσης εδραίωσε τον ρόλο της Τουρκίας στη χώρα και ενίσχυσε την επιρροή της Άγκυρας στην περιοχή.
Στη συνέχεια, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε αυτόν τον ρόλο για να αντιστρέψει τη γεωπολιτική δυναμική που είχε εδραιωθεί στην Ανατολική Μεσόγειο τα προηγούμενα χρόνια. Συνεχώς στο επίκεντρο λόγω ανακαλύψεων φυσικού αερίου και παλιών ανταγωνισμών, στην περιοχή παρατηρήθηκε ένας εκκολαπτόμενος άξονας μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας, Αιγύπτου, Γαλλίας, Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων να αντιπαρατίθεται με την Τουρκία.
Η Τουρκία χρησιμοποίησε το ενισχυμένο καθεστώς της στη Λιβύη για να κλιμακώσει τις εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, πράγμα που εξυπηρέτησε τον σκοπό της συγκέντρωσης εσωτερικής υποστήριξης στον Ερντογάν. Στην πραγματικότητα, όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, ειδικά στη Μεσόγειο, οι Τούρκοι είναι σχετικά ενωμένοι στην πεποίθηση ότι έχουν αδικηθεί από τη Δύση -και ειδικά από την ΕΕ, από την ένταξη της Κύπρου το 2004.
Τουρκία: Νέα τροπή, ξανά, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία
Μετά την εκλογή του Μπάιντεν, ο Ερντογάν έκανε ένα βήμα πίσω, ενεργοποιώντας εκ νέου τις διμερείς συνομιλίες με την Ελλάδα και προχωρώντας στη βελτίωση των σχέσεων με την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ, καθώς και τη Σαουδική Αραβία. Και παρόλο που οι σχέσεις με την ΕΕ και τις ΗΠΑ δεν βελτιώθηκαν σημαντικά, οι συζητήσεις περί κυρώσεων εξασθένησαν.
Αλλά τώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία ενίσχυσε για άλλη μια φορά την τουρκική ισχύ και ο οπορτουνιστής Ερντογάν φαίνεται πρόθυμος να αρπάξει ό,τι μπορεί.
Στις πρώτες φάσεις του πολέμου, η Τουρκία τοποθετήθηκε ως μεσολαβητής μεταξύ Μόσχας και Κιέβου και στη συνέχεια αξιοποίησε τις αιτήσεις ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ για να αποσπάσει οφέλη. Τώρα, μπορεί να αναζητήσει κέρδη και από τον αποκλεισμό της Μαύρης Θάλασσας από τη Ρωσία: Δεδομένου του ρόλου της στη Σύμβαση του Μοντρέ του 1936, η Τουρκία είναι ο κατάλληλος τόπος για οποιαδήποτε συμφωνία -είτε πρόκειται για διαπραγμάτευση με τη Ρωσία μέσω του ΟΗΕ, είτε μονομερώς επιδιωκόμενη από έναν συνασπισμό πρόθυμων μερών- για εξαγωγή σιτηρών από την Ουκρανία. Διαδραματίζει, επίσης, βασικό ρόλο στο αίνιγμα του αγωγού φυσικού αερίου East Med, η στρατηγική σημασία του οποίου έχει αυξηθεί καθώς η Ευρώπη απογαλακτίζεται από το ρωσικό αέριο.
Έτσι, με τις εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Ιούνιο του 2023 και μια οικονομία σε δύσκολη κατάσταση, ο Ερντογάν στηρίζεται για άλλη μια φορά στον εθνικισμό -πυροδοτούμενο από τέτοιους ελιγμούς εξωτερικής πολιτικής και αντιπαραθέσεις- για να σωθεί. Με τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται κοντά στο 79%, η λίρα να υποχωρεί συνεχώς και ο Ερντογάν να μην θέλει να κάνει πίσω στην άρνησή του να αυξήσει τα επιτόκια, η οικονομία της Τουρκίας πιάνει πάτο -και οι προοπτικές της είναι απίθανο να βελτιωθούν το επόμενο έτος.
Δίκοπο μαχαίρι για τη Δύση κάθε κίνηση που θα «ξαφνιάσει» τον Ερντογάν
Παρά τη συμφωνία που επετεύχθη για τις αιτήσεις ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, θα πρέπει να περιμένουμε από τον Ερντογάν να συνεχίσει την άκρως οπορτουνιστική συμπεριφορά του και να είναι έτοιμος να κλιμακώσει τις διαμάχες για τη Συρία, την Ανατολική Μεσόγειο ή τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την ΕΕ γενικότερα. Πράγματι, μόλις στέγνωσε το μελάνι στο μνημόνιο συνεννόησης μεταξύ Σουηδίας και Φινλανδίας, ο Ερντογάν ανέβασε τους τόνους, απαιτώντας την έκδοση 73 μελών του PKK.
Δεν υπάρχει εύκολη λύση για τους ηγέτες της Δύσης σε ό,τι αφορά τον Ερντογάν.
Όποιος αφήσει ορθάνοιχτη την πόρτα παραγκωνίζοντας το κράτος δικαίου θα ενθαρρύνει τον Τούρκο ηγέτη, ενώ όποιος του «την κλείσει στα μούτρα» θα του δώσει την ευκαιρία να πυροδοτήσει ακόμη περισσότερο τον εθνικισμό. Και καμία επιλογή δεν θα βοηθούσε τους Τούρκους δημοκράτες.
Το γεγονός ότι η Τουρκία έχει αποσυρθεί από το βέτο της προς τη Φινλανδία και τη Σουηδία εξακολουθεί να είναι καλά νέα, δείχνοντας ότι όταν η κατάσταση φτάσει στο μη περαιτέρω, η Άγκυρα παραμένει αγκιστρωμένη στη Δύση. Ωστόσο, καθώς η χώρα προετοιμάζεται για κρίσιμες εκλογές, τόσο η Ευρώπη όσο και οι ΗΠΑ θα πρέπει αυτή τη φορά να κάνουν μια λεπτεπίλετη «τομή εξισορρόπησης», μια κίνηση με λεπτές αποχρώσεις και στρατηγική υπομονή
Όπως αναφέρει το άρθρο του Politico, από την περασμένη εβδομάδα, η Τουρκία έχει άρει επισήμως το βέτο της για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ -ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα του Γενικού Γραμματέα Γενς Στόλτενμπεργκ και κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένο.
Τουρκία: Σε τεντωμένο σκοινί οι σχέσεις με την Ελλάδα
Αυτό είναι πιθανότατα απλώς μια γεύση του τι πρόκειται να ακολουθήσει στον διαρκή χορό της Δύσης με την Τουρκία. Στην πραγματικότητα, μέχρι τις τουρκικές προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους, στις οποίες ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα επιδιώξει να επανεκλεγεί για την εκατονταετηρίδα της Δημοκρατίας, η Δύση θα πρέπει να προετοιμαστεί για αυτό που πιθανότατα θα είναι μια βόλτα με πολλά σκαμπανεβάσματα στις σχέσεις με την Άγκυρα.
Οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Δύσης κινούνται σε άμπωτες και φουρτούνες. Και για να είμαστε δίκαιοι, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, οι δεσμοί έχουν επιδεινωθεί, αλλά ο ρυθμός επιδείνωσης ποικίλλει. Η σημερινή δυναμική μοιάζει με εκείνη προ δύο ετών, όταν οι εντάσεις έπληξαν την Ανατολική Μεσόγειο, με την Ελλάδα και την Τουρκία να πλησιάζουν επικίνδυνα στο χείλος του πολέμου.
Τα κακά νέα είναι ότι τότε, όπως και τώρα, ο Ερντογάν αξιοποίησε τη θέση της χώρας του στο διεθνές σκηνικό, κλιμακώνοντας την εξωτερική του πολιτική για να αποσπάσει εγχώρια πολιτικά κέρδη. Τα καλά νέα είναι ότι το 2020, η κλιμάκωση δεν εκτροχιάστηκε -και ελπίζουμε ότι δεν θα συμβεί ούτε αυτή τη φορά. Ενώ οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Δύση μπορεί να κινούνται σε τεντωμένο σκοινί, από το οποίο ακόμα και ο ίδιος ο Ερντογάν πιθανότατα θα ήθελε να πηδήξει, η Τουρκία παραμένει στη... δυτική πλευρά του κόσμου.
Η Λιβύη, αφορμή ώστε ο Ερντογάν να αντιστρέψει το γεωπολιτικό σκηνικό στην Ανατολική Μεσόγειο
Το 2020, η στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη είχε εμποδίσει την Τρίπολη να πέσει στα χέρια του Χαλίφα Χάφταρ. Η δημιουργία μιας ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ των αντίπαλων φατριών και των αντίστοιχων περιφερειακών υποστηρικτών τους οδήγησε σε κατάπαυση του πυρός αργότερα εκείνο το καλοκαίρι, και παρόλο που δεν εδραίωσε την ειρήνη -όπως καταδεικνύουν τα σημερινά γεγονότα- σταμάτησε προσωρινά τη βία και απέτρεψε τον κατακερματισμό της Λιβύης. Επίσης εδραίωσε τον ρόλο της Τουρκίας στη χώρα και ενίσχυσε την επιρροή της Άγκυρας στην περιοχή.
Στη συνέχεια, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε αυτόν τον ρόλο για να αντιστρέψει τη γεωπολιτική δυναμική που είχε εδραιωθεί στην Ανατολική Μεσόγειο τα προηγούμενα χρόνια. Συνεχώς στο επίκεντρο λόγω ανακαλύψεων φυσικού αερίου και παλιών ανταγωνισμών, στην περιοχή παρατηρήθηκε ένας εκκολαπτόμενος άξονας μεταξύ Κύπρου, Ελλάδας, Αιγύπτου, Γαλλίας, Ισραήλ και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων να αντιπαρατίθεται με την Τουρκία.
Η Τουρκία χρησιμοποίησε το ενισχυμένο καθεστώς της στη Λιβύη για να κλιμακώσει τις εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, πράγμα που εξυπηρέτησε τον σκοπό της συγκέντρωσης εσωτερικής υποστήριξης στον Ερντογάν. Στην πραγματικότητα, όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, ειδικά στη Μεσόγειο, οι Τούρκοι είναι σχετικά ενωμένοι στην πεποίθηση ότι έχουν αδικηθεί από τη Δύση -και ειδικά από την ΕΕ, από την ένταξη της Κύπρου το 2004.
Τουρκία: Νέα τροπή, ξανά, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία
Μετά την εκλογή του Μπάιντεν, ο Ερντογάν έκανε ένα βήμα πίσω, ενεργοποιώντας εκ νέου τις διμερείς συνομιλίες με την Ελλάδα και προχωρώντας στη βελτίωση των σχέσεων με την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ, καθώς και τη Σαουδική Αραβία. Και παρόλο που οι σχέσεις με την ΕΕ και τις ΗΠΑ δεν βελτιώθηκαν σημαντικά, οι συζητήσεις περί κυρώσεων εξασθένησαν.
Αλλά τώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία ενίσχυσε για άλλη μια φορά την τουρκική ισχύ και ο οπορτουνιστής Ερντογάν φαίνεται πρόθυμος να αρπάξει ό,τι μπορεί.
Έτσι, με τις εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Ιούνιο του 2023 και μια οικονομία σε δύσκολη κατάσταση, ο Ερντογάν στηρίζεται για άλλη μια φορά στον εθνικισμό -πυροδοτούμενο από τέτοιους ελιγμούς εξωτερικής πολιτικής και αντιπαραθέσεις- για να σωθεί. Με τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται κοντά στο 79%, η λίρα να υποχωρεί συνεχώς και ο Ερντογάν να μην θέλει να κάνει πίσω στην άρνησή του να αυξήσει τα επιτόκια, η οικονομία της Τουρκίας πιάνει πάτο -και οι προοπτικές της είναι απίθανο να βελτιωθούν το επόμενο έτος.
Δίκοπο μαχαίρι για τη Δύση κάθε κίνηση που θα «ξαφνιάσει» τον Ερντογάν
Παρά τη συμφωνία που επετεύχθη για τις αιτήσεις ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, θα πρέπει να περιμένουμε από τον Ερντογάν να συνεχίσει την άκρως οπορτουνιστική συμπεριφορά του και να είναι έτοιμος να κλιμακώσει τις διαμάχες για τη Συρία, την Ανατολική Μεσόγειο ή τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την ΕΕ γενικότερα. Πράγματι, μόλις στέγνωσε το μελάνι στο μνημόνιο συνεννόησης μεταξύ Σουηδίας και Φινλανδίας, ο Ερντογάν ανέβασε τους τόνους, απαιτώντας την έκδοση 73 μελών του PKK.
Δεν υπάρχει εύκολη λύση για τους ηγέτες της Δύσης σε ό,τι αφορά τον Ερντογάν.
Όποιος αφήσει ορθάνοιχτη την πόρτα παραγκωνίζοντας το κράτος δικαίου θα ενθαρρύνει τον Τούρκο ηγέτη, ενώ όποιος του «την κλείσει στα μούτρα» θα του δώσει την ευκαιρία να πυροδοτήσει ακόμη περισσότερο τον εθνικισμό. Και καμία επιλογή δεν θα βοηθούσε τους Τούρκους δημοκράτες.
Το γεγονός ότι η Τουρκία έχει αποσυρθεί από το βέτο της προς τη Φινλανδία και τη Σουηδία εξακολουθεί να είναι καλά νέα, δείχνοντας ότι όταν η κατάσταση φτάσει στο μη περαιτέρω, η Άγκυρα παραμένει αγκιστρωμένη στη Δύση. Ωστόσο, καθώς η χώρα προετοιμάζεται για κρίσιμες εκλογές, τόσο η Ευρώπη όσο και οι ΗΠΑ θα πρέπει αυτή τη φορά να κάνουν μια λεπτεπίλετη «τομή εξισορρόπησης», μια κίνηση με λεπτές αποχρώσεις και στρατηγική υπομονή
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.