Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος μίλησε στον Realfm 97,8 και στην εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου για το debate που έχει ξεσπάσει σχε...
Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος μίλησε στον Realfm 97,8 και στην εκπομπή του Νίκου Χατζηνικολάου για το debate που έχει ξεσπάσει σχετικά με την ταφή του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου και αν θα έπρεπε να ταφεί με τιμές αρχηγού κράτους.
«Αυτή η απόφαση μπορεί να ερευνηθεί, να εξεταστεί, να αποτιμηθεί και πολιτικά και ιστορικά. Πολιτικά επιφέρει κάποιο κόστος στην κυβέρνηση, γιατί ακόμη και άνθρωποι που δεν είναι νοσταλγοί του καταρρεύσαντος πολιτειακού καθεστώτος που ήταν η βασιλευόμενη δημοκρατία ενοχλούνται από αυτό το γεγονός, όμως θεωρώ δεδομένο ότι αντίθετη απόφαση θα προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερο πολιτικό κόστος, προεξοφλώντας την αντίδραση της αντιπολίτευσης που στο συγκεκριμένο ζήτημα μάλλον από μικροψυχία διέπεται. Ιστορικά νομίζω ότι είναι μια απόφαση, όχι θεμελιωμένη, γιατί δεν εκριζώνεται το ιστορικό-πολιτικό παρελθόν μιας χώρας. Πολιτειακοί θεσμοί κορυφαίοι και οι ανθρώπινοι φορείς τους, έστω κι αν έχουν εκπέσει, έχουν αφήσει ιστορικό αποτύπωμα. Δεν διαγράφεται η ιστορία της χώρας» είπε αρχικά.
«Ας θυμηθούμε σε πόσες περιπτώσεις και έκπτωτοι βασιλείς σε άλλες χώρες κηδεύτηκαν με τιμές εν ενεργεία αρχηγού κράτους και το αντίστροφο όταν είχε ανατραπεί η αβασίλευτη δημοκρατία του μεσοπολέμου και πέθανε ο τελευταίος πρόεδρός της, Αλέξανδρος Ζαΐμης, το νέο πολιτειακό καθεστώς με τον βασιλέα Γεώργιο και πρωθυπουργό τον Ιωάννη Μεταξά, τον τίμησαν με τιμές εν ενεργεία αρχηγού κράτους. Είναι πράγματι μία – πολιτικά έχει την σκοπιμότητά του – ιστορικά κοντόφθαλμη κοινωνία που δεν είναι αρκετά ώριμη να δει το παρελθόν της» πρόσθεσε.
«Και οι Γάλλοι δυσκολεύτηκαν να κοιτάξουν κατάματα το ιστορικό παρελθόν τους, αν και δεν είναι ανάλογο, με τα εγκλήματα που διέπραξε το κράτος τους στην Αλγερία. Οι Γερμανοί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω της καταστροφής το είδαν με περισσότερο θάρρος. Πάντα υπάρχει ένα πρόβλημα αποδοχής της ιστορικής διαδρομής» σχολίασε.
«Είναι ένα ζήτημα η ιστορική αποτίμηση του Κωνσταντίνου, για την οποία θα προσυπέγραφα ότι είναι αρνητική και όχι τόσο για την κατάληξη, όσο για τη δρομολόγηση της φθοράς του δημοκρατικού πολιτεύματος που ξεκίνησε το 1965. Δεν ξεκίνησε τόσο κατά τη δική μου άποψη από το γεγονός ότι αρνήθηκε στον Γεώργιο Παπανδρέου να αναλάβει το υπουργείο Άμυνας, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει μια λογική, καθώς ήταν υπόδικος ενώπιον στρατοδικείου ο γιος του Γεωργίου, Ανδρέας για την υπόθεση “Ασπίδα”. Και τα στρατοδικεία υπάγονταν στο υπουργείο Άμυνας, δεν υπήρχαν εγγυήσεις ανεξαρτησίας» περιέγραψε.
«Το μεγάλο λάθος του Κωνσταντίνου, το οποίο κατά την άποψή μου δρομολόγησε όλες τις εξελίξεις και οδήγησε στο ’67, ήταν ότι στη συνέχεια αντί να ζητήσει από την κοινοβουλευτική ομάδα του πλειοψηφούντος κόμματος να του υποδείξει νέο πρωθυπουργό μετά την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου, έφερε “κατεψυγμένους” πρωθυπουργούς από τον προθάλαμο του, έτοιμους, προσυνεννοημένους και προχώρησε σε μια θεσμικά απεχθή και πολιτικά αντιαισθητική και προσβλητική για τον λαό κατατεμάχιση της κοινοβουλευτικής ομάδας του πλειοψηφικού κόμματος. Μέσα σε τρία χρόνια κατάφερε να φθείρει και τον θεσμό της βασιλείας, που είχε γίνει αποδεκτός μετά την ήπια βασιλεία του Παύλου, και τον δημοκρατικό πολίτευμα. Αλλά είναι άλλο θέμα η ιστορική αποτίμηση και άλλο θέμα η μεγαθυμία μιας κοινωνίας προς έναν θεσμό και τον φορέα της» επεσήμανε.
«Το θετικό του Κωνσταντίνου ήταν ότι μετά την έκπτωσή του, ουδέποτε αμφισβήτησε το νέο πολίτευμα. Ουδέποτε προκάλεσε πολιτειακούς τριγμούς και δεν ενθάρρυνε, κάτι που έκαναν άλλοι εκπεσόντες μονάρχες» συμπλήρωσε.
«Και οι Γάλλοι δυσκολεύτηκαν να κοιτάξουν κατάματα το ιστορικό παρελθόν τους, αν και δεν είναι ανάλογο, με τα εγκλήματα που διέπραξε το κράτος τους στην Αλγερία. Οι Γερμανοί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω της καταστροφής το είδαν με περισσότερο θάρρος. Πάντα υπάρχει ένα πρόβλημα αποδοχής της ιστορικής διαδρομής» σχολίασε.
«Είναι ένα ζήτημα η ιστορική αποτίμηση του Κωνσταντίνου, για την οποία θα προσυπέγραφα ότι είναι αρνητική και όχι τόσο για την κατάληξη, όσο για τη δρομολόγηση της φθοράς του δημοκρατικού πολιτεύματος που ξεκίνησε το 1965. Δεν ξεκίνησε τόσο κατά τη δική μου άποψη από το γεγονός ότι αρνήθηκε στον Γεώργιο Παπανδρέου να αναλάβει το υπουργείο Άμυνας, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει μια λογική, καθώς ήταν υπόδικος ενώπιον στρατοδικείου ο γιος του Γεωργίου, Ανδρέας για την υπόθεση “Ασπίδα”. Και τα στρατοδικεία υπάγονταν στο υπουργείο Άμυνας, δεν υπήρχαν εγγυήσεις ανεξαρτησίας» περιέγραψε.
«Το μεγάλο λάθος του Κωνσταντίνου, το οποίο κατά την άποψή μου δρομολόγησε όλες τις εξελίξεις και οδήγησε στο ’67, ήταν ότι στη συνέχεια αντί να ζητήσει από την κοινοβουλευτική ομάδα του πλειοψηφούντος κόμματος να του υποδείξει νέο πρωθυπουργό μετά την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου, έφερε “κατεψυγμένους” πρωθυπουργούς από τον προθάλαμο του, έτοιμους, προσυνεννοημένους και προχώρησε σε μια θεσμικά απεχθή και πολιτικά αντιαισθητική και προσβλητική για τον λαό κατατεμάχιση της κοινοβουλευτικής ομάδας του πλειοψηφικού κόμματος. Μέσα σε τρία χρόνια κατάφερε να φθείρει και τον θεσμό της βασιλείας, που είχε γίνει αποδεκτός μετά την ήπια βασιλεία του Παύλου, και τον δημοκρατικό πολίτευμα. Αλλά είναι άλλο θέμα η ιστορική αποτίμηση και άλλο θέμα η μεγαθυμία μιας κοινωνίας προς έναν θεσμό και τον φορέα της» επεσήμανε.
«Το θετικό του Κωνσταντίνου ήταν ότι μετά την έκπτωσή του, ουδέποτε αμφισβήτησε το νέο πολίτευμα. Ουδέποτε προκάλεσε πολιτειακούς τριγμούς και δεν ενθάρρυνε, κάτι που έκαναν άλλοι εκπεσόντες μονάρχες» συμπλήρωσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.